Όλοι οι αγωνιστές του 1821. (βιογραφικά)
Ή Ελληνική Έπανάστασις του 1821 ήταν καρπός τής πίστεως σέ ιδανικά καί πνευματικές αξίες. Ή περίφημος φράσις «Γιά του Χριστού τήν πίστη τήν αγία καί τής πατρίδος τήν ελευθερία» υπήρξε τό μέγιστο όραμα, ή προσδοκία καί ή μελλοντική πορεία του Γένους. Αξίζει νά αναφέρουμε λίγα λόγια για το κάθε έναν από αυτούς τους Ήρωες.
Αναγνωσταράς ('Aγριλος Αρκαδίας 1760 Σφακτηρία 1825)
Φιλικός και αγωνιστής. Αρχηγός κλεφτών στα 1785 στην επαρχία Λεονταρίου καταφεύγει στα Επτάνησα και υπηρετεί µε το βαθµό του ταγµατάρχη στο γαλλικό στρατό. Μαζί µε τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη, τον Κολοκοτρώνη και τους Κουµουνδουράκηδες απελευθέρωσαν την 23η Μαρτίου 1821 την Καλαµάτα. Πήρε µέρος στην πολιορκία της Τρίπολης και στη µάχη στο Βαλτέτσι. Στον εµφύλιο πήρε το µέρος των Κουντουριώτηδων. Πέθανε στη Σφακτηρία (16 Απριλίου 1825) στη µάχη εναντίον των Αιγυπτίων.
Αναγνωστόπουλος Παναγιώτης (Ανδρίτσαινα περ.1790 Αθήνα 1854)
Το 1816 µυήθηκε από τον Σκουφά στη Φιλική Εταιρεία και το 1818 συγκαταλέγεται στα σηµαντικά στελέχη της. Το 1819 ανέλαβε τη συγκέντρωση χρηµάτων για τον αγώνα, στο Iάσιο και το Βουκουρέστι. Eφοδιασµένος µε συστατική επιστολή του Πατριάρχη Γρηγόριου του Ε' προσπάθησε να εξοµαλύνει τις προσωπικές αντεγκλήσεις και δυσχέρειες στις Παραδουνάβιες ηγεµονίες. Συνεργάστηκε µε τον ∆ηµήτριο Υψηλάντη και µαζί ήρθαν στην Ελλάδα µε πλαστά διαβατήρια. Πολέµησε στην Τριπολιτσά, το Ναύπλιο, την Ακροκόρινθο και τη Στερεά σε συνεργασία µε τον Υψηλάντη και τον Νικηταρά. Στην Γ' Εθνοσυνέλευση αντιτάχθηκε στο ψήφισµα για αγγλική προστασία. Ανέλαβε διοικητικές θέσεις στην περίοδο του Καποδίστρια και του Όθωνα. Πέθανε το 1854 από τη χολέρα που είχε µεταδοθεί στην Αθήνα από τα αγγλογαλλικά στρατεύµατα.
Αναγνωστόπουλος Πάνος (; 1842)
∆ηµογέροντας από τη Νεµνίτσα της Αρκαδίας. Βοήθησε τον επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο στη σύσταση του στρατοπέδου Βερβαίνων και διακρίθηκε κυρίως στα ∆ερβενάκια. Αντίπαλος του Κολοκοτρώνη στον Εµφύλιο πόλεµο. Τιµήθηκε από την κυβέρνηση µε τον βαθµό του αντιστράτηγου, επειδή πρόδωσε το σχέδιο για την απαγωγή του Κολοκοτρώνη από τις φυλακές της Ύδρας.
Αποστόλης Νικολής (Ψαρά, 1770 Αίγινα 1827)
Ναυµάχος από τα Ψαρά, αγωνίστηκε µε τον Λάµπρο Κατσώνη. Μυήθηκε το 1818 στη Φιλική Εταιρεία από τον Χρυσοσπάθη και το 1820 διορίσθηκε «έφορός» της στα Ψαρά. Τον Απρίλιο του 1821 είκοσι ψαριανά πλοία ήταν έτοιµα για τον Αγώνα και ο Αποστόλης ως διοικητής αυτής της ναυτικής µοίρας συνέβαλε αποφασιστικά τόσο στον αποκλεισµό των ∆αρδανελίων, όσο και στην παρεµπόδιση του τουρκικού στόλου για αποστολή δυνάµεων στην Πελοπόννησο. Το 1824 µετά την καταστροφή των Ψαρών συνέχισε τον Αγώνα στο Αιγαίο. Βοήθησε, στη διάρκεια του αποκλεισµού, το Μεσολόγγι και διέθεσε όλη του την περιουσία για τον Αγώνα. Υπήρξε από τους πιο ανιδιοτελείς αγωνιστές.
Ανδρούτσος Οδυσσέας (Ιθάκη 1788 ή 1789 Αθήνα 1825)
H θανάτωση του πατέρα του από τους Τούρκους, για τη δράση του στο πλευρό του Κατσώνη, καθώς και η παραµονή του στην αυλή του Αλή Πασά, επηρέασαν καθοριστικά το χαρακτήρα του, έγινε καχύποπτος, ευερέθιστος, σκληρός, αλλά αποφασιστικός και µεγαλόψυχος. Ανέλαβε το αρµατολίκι της Ρούµελης και συνδέθηκε µε ονοµαστούς κλεφταρµατολούς. Μετά τον ηρωικό θάνατο του ∆ιάκου, ανέλαβε να αναχαιτίσει τους Τούρκους στο Xάνι της Γραβιάς ώστε να µη φτάσει τουρκική βοήθεια στην Τριπολιτσά. Γι αυτή τη νίκη του ανακηρύχθηκε αρχιστράτηγος της Ανατολικής Στερεάς. Oµως, έπεσε θύµα των αντιπάλων του που τον κατηγόρησαν ως «ανάξιων της αρχηγίας», τον υποβίβασαν σε χιλίαρχο και τέλος τον καθαίρεσαν. Για δεύτερη φορά κατηγορήθηκε ως ύποπτος συνεννόησης µε τους Τούρκους, ενώ κατά τον Σπηλιάδη «ηπάτα τους Τούρκους». Παραδόθηκε στον παλιό συνεργάτη και πρωτοπαλίκαρό του, Γιάννη Γκούρα, µε την πίστη ότι δε θα τιµωρηθεί, φυλακίστηκε στην Ακρόπολη, όπου θανατώθηκε αφού σκηνοθετήθηκε προσπάθεια απόδρασής του.
Βέικος Λάµπρος (; 1827)
Σουλιώτης αγωνιστής. Μετά την πτώση και τον θάνατο του Αλή Πασά ο Βέικος έλαβε µέρος στον αγώνα των Ρουµελιωτών. Στη διάρκεια του εµφυλίου ο Βέικος και άλλοι Ρουµελιώτες µε 3000 άνδρες έφτασαν στη Βοστίτσα (Aίγιο) για να βοηθήσουν την κυβέρνηση Κουντουριώτη. Ενίσχυσε την άµυνα του Μεσολογγίου και αρνήθηκε τις προτάσεις του Κιουταχή να µεσολαβήσει για σύναψη συµφωνίας µε τους πολιορκηµένους. Mετά την Έξοδο έλαβε µέρος σε όλες γενικώς τις επιχειρήσεις της Αττικής και σκοτώθηκε στη µάχη του Αναλάτου.
Γερµανός Παλαιών Πατρών (∆ηµητσάνα 1771 Ναύπλιο 1826)
Ιεράρχης, φιλικός και εξέχουσα φυσιογνωµία του Αγώνα µε δράση κοινωνική και πνευµατική. Φοίτησε αρχικά στην περίφηµη Σχολή της γενέτειράς του ∆ηµητσάνας και µετά στο Aργος και τη Σχολή της Σµύρνης. Στη µυστική συνέλευση της Βοστίτσας (26 έως 30 Ιανουαρίου) τάχθηκε υπέρ της αναβολής του Αγώνα και ήρθε σε σύγκρουση µε τον Παπαφλέσσα του οποίου το πάθος και τον επαναστατικό ενθουσιασµό θεωρούσε επικίνδυνα. Στις 23 Μαρτίου στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου της Πάτρας ευλόγησε τη σηµαία και τα όπλα των αγωνιστών και είχε ρόλο διαπραγµατευτικό µεταξύ Τούρκων και Ελλήνων κατά την παράδοση της Τριπολιτσάς. Με εντολή της Α Εθνοσυνέλευσης ανέλαβε, χωρίς επιτυχία, διπλωµατική αποστολή στην Ιταλία για να εξασφαλίσει την οικονοµική βοήθεια του Πάπα προς το αγωνιζόµενο έθνος. Tην περίοδο των εµφυλίων συγκρούσεων προσπάθησε να συνδιαλλάξει τους αντιπάλους και είχε ενεργή συµµετοχή στις εργασίες της Γ Εθνοσυνέλευσης (1826) ως «πρόεδρος της επιτροπής της Συνελεύσεως». Η δράση του διακόπηκε από το θάνατό του, στις 30 Μαΐου 1826, µετά από ολιγοήµερη ασθένεια. Τα Αποµνηµονεύµατά του θεωρούνται µια από τις καλύτερες ιστορικές πηγές για την Eλληνική Επανάσταση.
Γκούρας Ιωάννης (Παρνασσίδα 1791 Αθήνα 1826)
Αγωνιστής που διακρίθηκε για τη στρατηγική ικανότητα και την ανδρεία του. Με την έκρηξη της Επανάστασης στρατολόγησε 700 περίπου άνδρες από την περιοχή της Παρνασσίδας και στις 27 Μαρτίου κατέλαβαν τα Σάλωνα (Aµφισσα) µαζί µε τον Πανουργιά και Γαλαξιδιώτες οπλαρχηγούς. Στις 8 Μάιου πολέµησε µε τον Οδ. Ανδρούτσο στο Χάνι της Γραβιάς· πήρε µέρος το Νοέµβριο του 1821 στις εργασίες της συνέλευσης των Σαλώνων, καρπός της οποίας ήταν η «Νοµική ∆ιάταξης της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος» Την περίοδο του εµφυλίου πολέµου τάχθηκε µε το µέρος του Κωλέττη και του Κουντουριώτη και στράφηκε εναντίον των παλαιών συναγωνιστών του. Με εντολή της κυβέρνησης Κουντουριώτη ως αρχηγός «των στρατοπέδων της Ανατολικής Ελλάδος» συνέλαβε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και πρωτοστάτησε στα γεγονότα που οδήγησαν στην εκτέλεσή του. Υπεύθυνος για την άµυνα ολόκληρης της Αττικής σκοτώθηκε το 1826 κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τον Κιουταχή.
Γοβγίνας ή (Γοβιός) Αγγελής (Λίµνη Ευβοίας 1780 Βρυσάκια Ευβοίας 1822)
Οπλαρχηγός του 1821, φίλος του Οδυσσέα. Ανδρούτσου µε τον οποίο συνδέθηκε στενά όταν ήταν στην υπηρεσία του Αλή Πασά. Με την έκρηξη της Eπανάστασης ακολούθησε τον Ανδρούτσο και πολέµησε µαζί του στο Χάνι της Γραβιάς (8 Mαΐου 1821). Έδρασε στην Εύβοια ως αρχηγός των επαναστατικών σωµάτων της περιοχής και αντιµετώπισε στα Βρυσάκια τον Οµέρ Βρυώνη (15 Ιουνίου 1821) αναγκάζοντάς τον να αποσυρθεί. Σκοτώθηκε σε ενέδρα των Τούρκων στις 28 Μαρτίου του 1822 στην ίδια περιοχή µε τον αδερφό του Αναγνώστη.
∆εληγιάννης Αναγνώστης (1771 1856)
Πολιτικός της Ελληνικής Επανάστασης από τα Λαγκάδια της Γορτυνίας, πρώτος από τους οκτώ γιους του Ιωάννη ∆εληγιάννη, προκρίτου µε σηµαντική επιρροή σε όλη την Πελοπόννησο. Υπήρξε µέλος της Γερουσίας που προήλθε από την "Πράξη των Καλτετζών" και αντέδρασε, µαζί µε τους υπόλοιπους προκρίτους, στο σχέδιο του ∆.Υψηλάντη να θέσει την Eπανάσταση υπό ενιαία στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, γεγονός που προκάλεσε την αρχή των εµφυλίων συγκρούσεων. Κατά την Α Εθνοσυνέλευση διορίστηκε µέλος του Εκτελεστικού Σώµατος και αργότερα ενεπλάκη στις εµφύλιες διαµάχες. Με την επικράτηση της κυβερνητικής παράταξης υπέστη διώξεις και περιορίστηκε µε τους αδελφούς του στο Aργος και το Ναύπλιο. Επανήλθε στην πολιτική ζωή µετά το τέλος του εµφυλίου και εκλέχτηκε µέλος της «∆ιοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος» από την Γ Εθνοσυνέλευση. Την περίοδο του Καποδίστρια εντάχθηκε στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο και τελείωσε την πολιτική του ζωή ως µέλος της Γερουσίας που ιδρύθηκε µε την ψήφιση του Συντάγµατος του 1844.
∆εληγιάννης Κανέλλος (Λαγκάδια Γορτυνίας 1780 Αθήνα 1862)
Αγωνιστής του 1821, φιλικός, πολιτικός και συγγραφέας "Αποµνηµονευµάτων". Στις 23 Μαρτίου µαζί µε τους αδελφούς του και τους Πλαπουταίους κήρυξε την Επανάσταση στη Γορτυνία και πήρε µέρος στις πολιορκίες της Καρύταινας, της Τριπολιτσάς και της Πάτρας. Αποσύρθηκε από την ενεργό πολεµική δράση µετά την ήττα των κυβερνητικών, µε τους οποίους συµπαρατάχθηκε και επανήλθε όταν ο Ιµπραήµ απείλησε την Πελοπόννησο. Μετά την απελευθέρωση εντάχθηκε στο «γαλλικό κόµµα» και αναµίχθηκε στην πολιτική ζωή. Εκλέχθηκε πρώτος πρόεδρος της Ελληνικής Βουλής µετά την ψήφιση του Συντάγµατος του 1844. Τα "Αποµνηµονεύµατά" του, παρόλο το πάθος και την υπερβολή που τα διακρίνουν, είναι χρήσιµη πηγή για την κατανόηση του εσωτερικού αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης.
∆ιάκος Αθανάσιος (1786 - 1821)
Αγωνιστής του 1821. H ηρωική του αντίσταση στην Αλαµάνα και ο µαρτυρικός του θάνατος στη Λαµία έγιναν θρύλος στη συνείδηση του λαού µας. Σε νεαρή ηλικία µόνασε ως δόκιµος και µετά διάκος στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόµου της Αρτοτίνας. Μερικά χρόνια πριν την Επανάσταση υπηρέτησε στο σώµα των «Τσοχανταρέων» (σωµατοφυλάκων) του Αλή Πασά. Μετά το 1820 εκλέχθηκε αρχηγός στο αρµατολίκι της Ρούµελης, στη θέση του καταδιωκόµενου Ανδρούτσου, µε τον οποίο είχε στενό σύνδεσµο. Την εποχή αυτή µυείται στη Φιλική Εταιρεία. Το 1821 ύψωσε τη σηµαία της Επανάστασης στη Λιβαδειά (30 Μαρτίου 1 Απριλίου) και εκκένωσε µαζί µε τους ∆ουβουνιώτη και Πανουργιά την Ανατολική Στερεά από τους Τούρκους. Στη γέφυρα της Αλαµάνας στις 22 Απριλίου 1821 προσπάθησε να ανακόψει την πορεία του Οµέρ Βρυώνη και του Κιοσέ Μεχµέτ προς την Πελοπόννησο. Το βάρος της σύγκρουσης έπεσε στον Αθανάσιο ∆ιάκο που έλεγχε το δρόµο από τη ∆αµάστα. Μετά από πολύωρη µάχη, τραυµατισµένος στο δεξί χέρι αιχµαλωτίστηκε από τους Τούρκους, µεταφέρθηκε στη Λαµία όπου θανατώθηκε µε ανασκολοπισµό. Η θυσία του ενίσχυσε το φρόνηµα των αγωνιζοµένων και η δράση του ενέπνευσε πολλούς
∆υοβουνιώτης Ιωάννης (∆ύο Βουνού Οίτης 1757 Σάλωνα 1831)
Το πραγµατικό του όνοµα ήταν Ξήκης Ιωάννης και το επώνυµο ∆υοβουνιώτης προέρχεται από τον τόπο καταγωγής του. Προεπαναστατικά ήταν αρµατολός στη Λοκρίδα και το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Με την έκρηξη της Επανάστασης απελευθέρωσε την Μπουδονίτσα (13 Απριλίου 1821) και συνεργάστηκε µε το ∆ιάκο σε κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Στο ∆υοβουνιώτη οφείλεται το σχέδιο άµυνας στη µάχη των Βασιλικών (26 Αυγούστου 1821) που οδήγησε σε λαµπρή νίκη των Ελλήνων
Ζαίµης Ανδρέας (Κερπινή Καλαβρύτων 1791 Αθήνα 1840)
Πρόκριτος Καλαβρύτων, φιλικός, οπλαρχηγός και πολιτικός. Γιος του Ασηµάκη Ζαΐµη, ίσως ο σηµαντικότερος εκπρόσωπος της επιφανούς οικογένειάς του. Μυήθηκε από τον Ανδρέα Λόντο στη Φιλική Εταιρεία το 1819 και συµµετείχε ενεργά στην προετοιµασία του αγώνα. Μαζί µε τον Παλαιών Πατρών Γερµανό ύψωσε τη σηµαία της Επανάστασης στην Πάτρα και πήρε µέρος στην πολιορκία του κάστρου της πόλης. Ανέπτυξε πολιτική δράση ως µέλος του «Αχαϊκού ∆ιευθυντηρίου» και συµµετείχε µε δικό του στρατιωτικό σώµα στην απόκρουση του ∆ράµαλη και τη λύση της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου (∆εκέµβριος 1822). Την περίοδο του εµφυλίου, παρά τη διαλλακτική του στάση, αναγκάστηκε να αποσυρθεί, προσωρινά, µετά την επικράτηση των κυβερνητικών. Επανέρχεται στο προσκήνιο των στρατιωτικών επιχειρήσεων όταν ο Ιµπραήµ απειλεί την Πελοπόννησο. Υπήρξε µέλος της Α' Εθνοσυνέλευσης, του «Εκτελεστικού Σώµατος», αλλά και πρόεδρος της «∆ιοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος». Στα χρόνια του Καποδίστρια συµµετείχε στο «Πανελλήνιο». Περάτωσε την πολιτική του σταδιοδροµία στην περίοδο του Όθωνα ως αντιπρόεδρος του «Συµβουλίου Επικρατείας» και πρόεδρος του Υπουργικού Συµβουλίου.
Ησαίας (∆εσφίνα Παρνασσίδας 1778 Χαλκοµάτα Φθιώτιδας)
Φιλικός και αγωνιστής, ιεράρχης, επίσκοπος Σαλώνων. Ακολούθησε το µοναχικό και κληρικό βίο και χειροτονήθηκε επίσκοπος Σαλώνων από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε το 1818 στην Κωνσταντινούπολη. Πιθανότατα τότε µυήθηκε και στην Φιλική Εταιρεία. Από την επισκοπική του έδρα αγωνίστηκε για την προετοιµασία της Επανάστασης στη Φωκίδα και αναδείχτηκε σε έναν από τους πρωτεργάτες της εξέγερσης στην Ανατολική Στερεά. Στις 27 Μαρτίου 1821 χοροστάτησε στην επίσηµη δοξολογία που έγινε στον Όσιο Λουκά για την έναρξη του Αγώνα. Όταν οι οπλαρχηγοί της Στερεάς αποφάσισαν να ανακόψουν τα στρατεύµατα του Κιοσέ Μεχµέτ και του Οµέρ Βρυώνη στην πεδιάδα του Σπερχειού (Αλαµάνα) πολέµησε ως απλός στρατιώτης στο σώµα του Πανουργιά που οχυρώθηκε στη Χαλκοµάτα. Στη µάχη που έγινε ο επίσκοπος έπεσε στα χέρια των Τούρκων και αποκεφαλίστηκε.
Κανάρης Κων/νος (Ψαρά περίπου 1790 Αθήνα 1877)
Αγωνιστής, πολιτικός, από τις ηρωικότερες µορφές της Επανάστασης. Η καταγωγή του και ο τόπος γέννησής του δεν είναι απόλυτα εξακριβωµένα από τους ιστορικούς, το βέβαιο είναι ότι η οικογένειά του κατοικούσε στα Ψαρά γύρω στα 1770. Με την κήρυξη της Επανάστασης εγκατέλειψε τα εµπορικά πλοία, εντάχθηκε στο ψαριανό στόλο και ειδικεύτηκε στα πυρπολικά. Τη νύχτα της 6ης προς την 7η Ιουνίου 1822 έκανε το πρώτο του κατόρθωµα πυρπολώντας την τουρκική ναυαρχίδα στη Χίο. Ο Aγγλος ιστορικός της Επανάστασης Τόµας Γκόρντον γράφει ότι η πράξη αυτή ήταν ένα «από τα πιο καταπληκτικά στρατιωτικά κατορθώµατα που αναφέρει η ιστορία». Τον Οκτώβριο του 1822, στην Τένεδο αυτή τη φορά, πυρπόλησε ένα τεράστιο τουρκικό δίκροτο προκαλώντας το θαυµασµό όλων. Ακολούθησαν κι άλλες ηρωικές επιχειρήσεις στη Σάµο και τη Μυτιλήνη µε αποκορύφωµα τη δράση του Κανάρη κατά του αιγυπτιακού στόλου στο λιµάνι της Αλεξάνδρειας. Mετά την απελευθέρωση ο Καποδίστριας του ανέθεσε την αρχηγία του στολίσκου των πυρπολικών τιµώντας τη δράση και τον ηρωισµό του. Μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη ο Κανάρης αποσύρθηκε στη Σύρο και επανήλθε στο δηµόσιο βίο την περίοδο του Όθωνα µε το βαθµό του ναυάρχου που του απένειµε ο βασιλιάς. Μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 ανέλαβε δύο φορές το Υπουργείο Ναυτικών και στην Εθνοσυνέλευση που ψήφισε το Σύνταγµα του 1864 υπήρξε ηγέτης των «Ορεινών». Έγινε τρεις φορές πρωθυπουργός σε κρίσιµες για τη χώρα στιγµές και πέθανε ως πρωθυπουργός στις 2 Σεπτεµβρίου του 1877
Καραϊσκάκης Γεώργιος (Μαυροµάτι Καρδίτσας 1780 Φάληρο Αττικής 1827)
Σπουδαίος στρατιωτικός, ηγέτης της Επανάστασης. Γεννήθηκε στο µοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο χωριό Μαυροµάτι (κατ' άλλους στο Μουζάκι) Καρδίτσας και ήταν γιος της καλόγριας Ζωής Ντιµισκή και του αρµατολού ∆ηµήτρη Καραϊσκου. Σε ηλικία δεκαπέντε χρονών ακολούθησε τον δρόµο της κλεφτουριάς και αργότερα υπηρέτησε στα στρατιωτικά σώµατα του Αλή Πασά, ο οποίος αναγνώρισε τις εξαιρετικές του στρατιωτικές του ικανότητες. Με την έκρηξη της Επανάστασης, τον Ιανουάριο του 1821 πήρε µέρος στη σύσκεψη της Λευκάδας µαζί µε άλλους οπλαρχηγούς που ήθελαν να προετοιµάσουν την εξέγερση στη Στερεά Ελλάδα και ύψωσε τη σηµαία της Επανάστασης στα χωριά των Τζουµέρκων. Αν και συγκρούστηκε µε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο για την ηγεσία των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Στερεά, συνεργάστηκε µαζί του κατά την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, οπότε ο Καραϊσκάκης έστειλε τµήµα του στρατιωτικού του σώµατος για να ενισχύσει την άµυνα της πόλης. Στη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου κατηγορήθηκε από τον Μαυροκορδάτο για συνεργασία µε τους Τούρκους και αποσύρθηκε προσωρινά από την ενεργό δράση. Το Μάιο του 1825 επανήλθε και συνέδραµε τους Μεσολογγίτες κατά τη δεύτερη πολιορκία της πόλης παρενοχλώντας τους Τούρκους στην περιοχή. Το 1826 διορίστηκε αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας και οργάνωσε το «Στρατόπεδο της Ελευσίνας» µε στόχο να ανακουφίσει την Αθήνα από την πολιορκία των Tούρκων. ∆εύτερος στόχος του Kαραϊσκάκη ήταν να αναζωπυρώσει την επανάσταση στη Pούµελη και στις συγκρούσεις που ακολούθησαν νίκησε πολλές φορές τους Tούρκους στη ∆όµβραινα, το ∆ίστοµο και την Aράχωβα. Tο 1827 έσπευσε στην Eλευσίνα για να βοηθήσει την πολιορκούµενη Aθήνα. ∆ιαφώνησε όµως µε τους Kόχραν και Tσωρτς για την τακτική που θα ακολουθούσαν κατά των Tούρκων. Tραυµατίστηκε σε αψιµαχία στο Nέο Φάληρο και πέθανε στις 23 Aπριλίου 1827, ανήµερα της γιορτής του.
Καρατάσος Tσάµης (∆ιχαλεύρι Nάουσας 1798 Bελιγράδι 1861)
Aγωνιστής του 1821, γιος του Aναστάσιου Kαρατάσου, αρµατολού της Mακεδονίας. Tην περίοδο της Eπανάστασης έδρασε στις Bόρειες Σποράδες και την Eύβοια. Tον Aύγουστο του 1828 αγωνίστηκε για την αποκατάσταση της ελληνικής κυριαρχίας στην Aνατολική Στερεά Eλλάδα. Φανατικός αντικαποδιστριακός πρωτοστάτησε σε αποτυχηµένες εξεγέρσεις κατά του κυβερνήτη και µε την εγκαθίδρυση της βασιλείας έγινε υπασπιστής του Oθωνα. Συµµετείχε ενεργά ως «αρχιστράτηγος της Mακεδονίας» στο απελευθερωτικό κίνηµα της Xαλκιδικής τον Aπρίλιο του 1854.
Καψάλης Χρήστος (Μεσολόγγι 1751 1826)
Πρόκριτος του Μεσολογγίου που το βράδυ της ηρωικής «Εξόδου» ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη στην οποία είχαν καταφύγει άρρωστοι και γυναικόπαιδα. H θυσία του Μεσολογγίου ευαισθητοποίησε την Ευρώπη και ενίσχυσε το φιλελληνικό ρεύµα.
Κόδρινγκτον σερ Έντουαρντ (17701851)
Aγγλος ναύαρχος, αρχηγός του συµµαχικού στόλου που νίκησε τον τουρκοαιγυπτιακό στη Ναυµαχία του Ναβαρίνου (1827). Ο Κόδρινγκτον κατατάχτηκε νεότατος (13 ετών) στο πολεµικό ναυτικό της χώρας του, πήρε µέρος στους Ναπολεόντειους πολέµους και στις επιχειρήσεις κατά των ΗΠΑ (1812 15). Μετά την απόφαση της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας (1827) για άµεση διακοπή των εχθροπραξιών ανάµεσα στην Ελλάδα και την Οθωµανική Αυτοκρατορία, ανέλαβε την αρχηγία του συµµαχικού στόλου, κατευθύνθηκε προς την Πελοπόννησο και διεξήγαγε σειρά διαπραγµατεύσεων µε τον Ιµπραήµ πασά, του οποίου οι παρασπονδίες, καθώς και απρόβλεπτα γεγονότα οδήγησαν στη ναυµαχία του Ναβαρίνου (8 Οκτωβρίου 1827). Η καταστροφή του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου συνέβαλε στην αίσια έκβαση του αγώνα των Ελλήνων. Ο Κόδρινγκτον κατηγορήθηκε ότι υπερέβη τις διαταγές του αγγλικού ναυαρχείου, κατόρθωσε όµως να δικαιολογήσει την πρωτοβουλία του. Το 1828 έπλευσε στην Αλεξάνδρεια και πέτυχε την υπογραφή συµφωνίας για οριστική αποχώρηση των Αιγυπτίων από τα πελοποννησιακά εδάφη.
Κολοκοτρώνης Θεόδωρος (Ραµαβούνι Μεσσηνίας 1770 Αθήνα 1843)
Η σηµαντικότερη ηγετική φυσιογνωµία της Επανάστασης. Το όνοµα του Κολοκοτρώνη συνδέθηκε µε τις σηµαντικότερες φάσεις του Αγώνα στην Πελοπόννησο. Ο πατέρας του Κωνσταντής Κολοκοτρώνης πήρε µέρος στην ένοπλη εξέγερση του Ελληνισµού, που υποκινήθηκε από την Αικατερίνη Β' της Ρωσίας το 1770, και σκοτώθηκε σε συγκρούσεις µαζί µε δύο αδελφούς του. Τα γεγονότα αυτά υπήρξαν καθοριστικά για τη διαµόρφωση του χαρακτήρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. 'Aρχισε τη δράση του το 1805, όταν πήρε µέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του ρωσικού στόλου την περίοδο του ρωσοτουρκικού πολέµου. Αργότερα υπηρέτησε στο ελληνικό στρατιωτικό σώµα που οργάνωσαν οι 'Aγγλοι και τιµήθηκε µε το βαθµό του ταγµατάρχη για τη δράση του εναντίον των Γάλλων. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και άρχισε µε πάθος να προετοιµάζει τον Αγώνα στην Πελοπόννησο. Με την έναρξη της Επανάστασης αναδείχτηκε η στρατιωτική ιδιοφυία του Κολοκοτρώνη. Η παράδοση της Καλαµάτας (23 Μαρτίου 1821), η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεµβρίου 1821), οι νίκες στο Βαλτέτσι, τα Βέρβενα και τα ∆ολιανά εδραίωσαν το κύρος του ως στρατιωτικού ηγέτη, παράλληλα όµως προκάλεσαν και τις πρώτες αντιδράσεις µερίδας των τοπικών αρχόντων. Η αντίδραση αυτή κορυφώθηκε µε την έλευση του ∆. Υψηλάντη που επεδίωξε να οργανώσει πολιτικά την Επανάσταση, και πήρε τη µορφή ανοικτής ρήξης µεταξύ στρατιωτικών και προκρίτων. Ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε να συνδιαλλάξει τις αντιµαχόµενες µερίδες και να αποτρέψει την κατάρρευση της νεαρής Επανάστασης. Στις 26 Ιουλίου 1822 η ιστορική νίκη του στα ∆ερβενάκια οδήγησε στον αποδεκατισµό της στρατιάς του ∆ράµαλη, διέσωσε τον Αγώνα στην Πελοπόννησο και επικύρωσε, για µια ακόµα φορά, τις εξαιρετικές στρατιωτικές ικανότητες του "Γέρου" του Μοριά. Οι επιτυχίες αυτές δεν απέτρεψαν τη συνεχιζόµενη και κλιµακούµενη αντιπαράθεση µεταξύ στρατιωτικών και κυβερνητικών, της οποίας θύµα υπήρξε και ο Κολοκοτρώνης. Στις ένοπλες συγκρούσεις ο γιος του Πάνος και ο ίδιος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν στο Ναύπλιο. Ο Κολοκοτρώνης αµνηστεύθηκε από την κυβέρνηση την περίοδο που ο Ιµπραήµ αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο και µαζί µε τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη προσπάθησε να εµποδίσει την ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους και να εµψυχώσει το δοκιµαζόµενο πληθυσµό. Ως το τέλος της Επανάστασης ο Κολοκοτρώνης συνέχισε να διαδραµατίζει ενεργό ρόλο στα στρατιωτικά και πολιτικά πράγµατα της εποχής. Υποστήριξε θερµά τον Καποδίστρια και δέχτηκε µε ενθουσιασµό την εκλογή του Όθωνα. Η διαφωνία του µε τα µέτρα και την πολιτική της Αντιβασιλείας κατέληξε στη δίωξη και την πολύκροτη δίκη του µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Καταδικάστηκε σε θάνατο µαζί µε το ∆ηµ. Πλαπούτα παρά τις διαφωνίες των Τερτσέτη και Πολυζωίδη. Με την ενηλικίωση του Όθωνα πήρε χάρη, ονοµάστηκε στρατηγός και έλαβε το αξίωµα του συµβούλου της Επικρατείας. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κολοκοτρώνης υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα "Αποµνηµονεύµατά" του που κυκλοφόρησαν το 1851 µε τον τίτλο ''∆ιήγησις συµβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836''. Τα "Αποµνηµονεύµατα" του Κολοκοτρώνη αποτέλεσαν και αποτελούν πολύτιµη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.
Κόρακας Μιχάλης (Πόµπιο Ηρακλείου Κρήτης 1797 1882)
Αγωνιστής του 1821, από τους σπουδαιότερους οπλαρχηγούς των µετέπειτα κρητικών επαναστάσεων. Με την έναρξη του αγώνα στη Μεγαλόνησο (Μάϊος 1821) εντάχθηκε στα ένοπλα τµήµατα της Μεσσαράς υπό το Μιχάλη Κουρµούλη. Το 1827 αγωνίστηκε εναντίον των δυνάµεων του Κιουταχή στην Αττική. ∆ιορίστηκε υπασπιστής του ∆ηµητρίου Καλλέργη και αργότερα αναδείχτηκε σε έναν από τους σπουδαιότερους ηγέτες της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης.
Κουντουριώτης Γεώργιος (Ύδρα 1782 1858)
Ένας από τους σηµαντικότερους πολιτικούς άνδρες της Επανάστασης , πήρε µέρος στη Β Εθνική Συνέλευση του 'Aστρους και το ∆εκέµβριο του 1823 διορίστηκε πρόεδρος του Εκτελεστικού Σώµατος. Στη θέση αυτή παρέµεινε σε όλη τη διάρκεια του Εµφυλίου πολέµου στον οποίο η ανάµειξή του υπήρξε καθοριστική και η σύγκρουσή του µε τον Κολοκοτρώνη επέφερε βαρύτατο πλήγµα στον Αγώνα. Στις αρχές του 1825 ανέλαβε την ευθύνη των επιχειρήσεων εναντίον του Ιµπραήµ, η απειρία του όµως είχε ως συνέπεια διαδοχικές αποτυχίες που οδήγησαν στην παραίτησή του. Ανήκε στην αντικαποδιστριακή παράταξη. Το 1837 διορίστηκε από τον Όθωνα αντιπρόεδρος του Συµβουλίου Επικρατείας και µετά το 1843 πρόεδρος της Γερουσίας. Το 1848 σχηµάτισε κυβέρνηση ανίκανη να αντιµετωπίσει τα εσωτερικά και εξωτερικά προβλήµατα και αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Κανάρη. Ως τον θάνατό του ήταν αφοσιωµένος στον Oθωνα.
Κουντουριώτης Λάζαρος (Ύδρα 1769 1852)
Σηµαντική πολιτική µορφή του αγώνα του 1821 και ένας από τους κυριότερους οικονοµικούς ενισχυτές του ιδιαίτερα κατά την πρώτη περίοδο. Από τον Όθωνα διορίστηκε γερουσιαστής.
Κουρµούλης ∆ηµήτριος (Μεσσαρά Κρήτης 1765 Ύδρα 1824)
Αγωνιστής του 1821. Πολέµησε στην εξέγερση της Κρήτης το 1824. Μετά την καταστολή της πέρασε στην Κάσο και µετά την καταστροφή του νησιού διέφυγε στην Πελοπόννησο. Σύντοµα πέρασε στην Αττική και υπό τις διαταγές του Γκούρα αγωνίστηκε εναντίον του Οµέρ Βρυώνη. Αργότερα εντάχθηκε στο σώµα του ∆ηµητρίου Καλλέργη και πήρε µέρος σε πολλές συγκρούσεις. Σκοτώθηκε στη µάχη του Αναλάτου.
Κουρµούλης Μιχάλης (Μεσσαρά Κρήτης 1765 Ύδρα 1824)
Οπλαρχηγός του 1821. Στην προεπαναστατική περίοδο ως µουσουλµάνος είχε υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό. ∆ιέθετε µεγάλη δύναµη στη Μεσσαρά και ως «κρυπτοχριστιανός» εξυπηρετούσε τα συµφέροντα των οµογενών του. Αµέσως µετά την έκρηξη της Eπανάστασης πρωτοστάτησε στον ξεσηκωµό της Κρήτης. Το 1823 τοποθετήθηκε από τον Εµµανουήλ Τοµπάζη υπαρχηγός του ελληνικού στρατού και αντιστάθηκε στις επιδροµές του Χουσεΐν Πασά. Μετά την υποταγή της Κρήτης ακολούθησε τον Τοµπάζη στην Ύδρα.
Κουτσονίκας Λάµπρος ( Eύβοια 1879)
Aγωνίστηκε ως µπουλουκτσής στην Επανάσταση. Το 1831 διορίστηκε από τον Αυγουστίνο Καποδίστρια πεντακοσίαρχος και αργότερα ονοµάστηκε συνταγµατάρχης της φάλαγγας. Έγραψε το δίτοµο έργο ''Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως''.
Κόχραν Τόµας (1775 1860)
'Aγγλος ναύαρχος. Το 1793 κατατάχτηκε στο βρετανικό ναυτικό, αναδείχτηκε κυβερνήτης καταδροµικών πλοίων και έδρασε µε επιτυχία στους Ναπολεόντειους Πολέµους. Το 1806 εκλέχτηκε αντιπρόσωπος στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά λόγω της ανάµειξής του σε χρηµατιστηριακή απάτη διαγράφτηκε από το ναυτικό και έχασε τη βουλευτική του ιδιότητα. Το 1818 ανέλαβε τη διοργάνωση και την αρχηγία του χιλιανού ναυτικού. Το 1820 πέρασε στην υπηρεσία του Περού και το 1823 τέθηκε επικεφαλής του στόλου στη Βραζιλία. Η συµβολή του στους απελευθερωτικούς αγώνες των χωρών αυτών εδραίωσε τη φήµη του ως ικανού ναυάρχου. Το 1825 υπέγραψε συµφωνητικό µε την ελληνική επιτροπή που τότε διαπραγµατευόταν στο Λονδίνο τη σύναψη δανείου για να αναλάβει την αρχηγία του ελληνικού στόλου. Το 1827 µε κυβερνητική απόφαση ορίστηκε «πρώτος στόλαρχος πασών των ελληνικών ναυτικών δυνάµεων» στη θέση του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη. Ωστόσο, ο Κόχραν στάθηκε ανίκανος να εκτιµήσει τη σοβαρότητα της ελληνικής κατάστασης. Οδήγησε στην καταστροφή τις ελληνικές δυνάµεις στον Ανάλατο, στην παράδοση των πολιορκηµένων στην Ακρόπολη και στην καταστολή της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Το ίδιο αποτυχηµένες ήταν και οι ναυτικές του επιχειρήσεις.
Κρεββατάς Παναγιώτης (Μυστράς 1785 Σκάλα Λακωνίας 1822)
Πρόκριτος του Μυστρά, φιλικός και αγωνιστής του 1821, µε σηµαντική συµµετοχή στα στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα κατά τα δύο πρώτα χρόνια του Αγώνα. Μυήθηκε το 1819 στη Φιλική Εταιρεία, πήρε ενεργό µέρος στο ξεσηκωµό της Πελοποννήσου, συµµετείχε στη Συνέλευση των Καλτετζών και ήταν µέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Μετά την εισβολή του ∆ράµαλη στην Κορινθία τάχτηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη.
Κριεζής Αντώνιος (Τροιζήνα 1796 Αθήνα 1865)
Αγωνιστής του 1821 και πρωθυπουργός της Ελλάδας (1849 54). Τον Ιούλιο του 1821 πήρε µέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις στη Σάµο και στη ναυµαχία των Σπετσών. Tο 1825 ακολούθησε τον Κανάρη στο λιµάνι της Αλεξάνδρειας στην απόπειρα πυρπόλησης του αιγυπτιακού στόλου και βοήθησε στον Αγώνα της Κρήτης. Το 1826 ο Καποδίστριας του ανέθεσε την αρχηγία της ναυτικής µοίρας και το 1829 συνετέλεσε στην παράδοση των Τούρκων της Βόνιτσας. Το 1836 έγινε υπουργός των Ναυτικών, θέση στην οποία παρέµεινε ως το 1843. Το 1849 διαδέχτηκε τον Κανάρη στην πρωθυπουργία.
Κριεζώτης Νικόλαος (Βίρα Καρυστίας 1785 Σµύρνη 1853
Οπλαρχηγός του 1821. Πήρε το βάπτισµα του πυρός στα Βρυσάκια, όπου διακρίθηκε για τον ηρωισµό του και λίγο αργότερα ως οπλαρχηγός ανέλαβε, µετά από απαίτηση των κατοίκων της Καρυστίας, την εκκαθάριση της περιοχής από τους Τούρκους. Συνεργάστηκε µε το Βάσο Μαυροβουνιώτη και µαζί µε τον Μανιάτη Ηλία Μαυροµιχάλη έδωσε ηρωική µάχη στα Στύρα. Αναγνωρισµένος ως αρχηγός από τους αγωνιστές της Εύβοιας πήρε, µετά τη νίκη του στο Κουντουρλοµετόχι της Χαλκίδας, και επίσηµα τον τίτλο του αρχηγού της Καρυστίας. Κατά τον εµφύλιο ο Κριεζώτης τάχθηκε µε το µέρος των κυβερνητικών και πήρε µέρος στις επιχειρήσεις εναντίον των αντιπάλων του. Το 1825 πολέµησε στις σηµαντικότερες µάχες της Ανατολικής Στερεάς υπό την ηγεσία του Καραϊσκάκη. Στα τέλη του 1825 µαζί µε άλλους οπλαρχηγούς οργάνωσαν εκστρατεία στο Λίβανο για να βοηθήσουν τον Εµίρη Μπεσίρ. Μετά το θάνατο του Γκούρα, ύστερα από πρόταση του Καραϊσκάκη, ο Κριεζώτης ανέλαβε µαζί µε 300 άνδρες να εισχωρήσει στην Ακρόπολη χωρίς να γίνει αντιληπτός. Ο Κριεζώτης πήρε µέρος στις διαµάχες που ξέσπασαν µετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη και ακολούθησε τον Ιωάννη Κωλέττη και τους Ρουµελιώτες οπλαργηχούς. Πήρε ενεργό µέρος στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου του 1843. Το 1844 εκλέχτηκε βουλευτής και συνέχισε την αντιδυναστική πολιτική του.
Κριτοβουλίδης Καλλίνικος (Χανιά 1792 Αθήνα 1868)
Φιλικός και αγωνιστής στην Κρήτη κατά την Επανάσταση του 1821, λόγιος και αποµνηµονευµατογράφος. Το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Πήρε ενεργό µέρος στην εξέγερση της Μεγαλονήσου και ασχολήθηκε κυρίως µε διοικητικά θέµατα. Μετά την καταστολή της Επανάστασης κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Συµµετείχε στην επιχείρηση της Γραµβούσας και µετά την επιτυχή έκβασή της τοποθετήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση µέλος της τριµελούς διοικητικής Επιτροπής Κρήτης. Μετά το 1830 εγκαταστάθηκε οριστικά στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και ανέλαβε υπηρεσία σε διάφορες θέσεις. Έγραψε και δηµοσίευσε ''Αποµνηµονεύµατα του περί της αυτονοµίας της Ελλάδος πολέµου των Κρητών''.
Κωλέττης Ιωάννης (Συρράκο Ηπείρου 1773 Αθήνα 1847)
Πολιτικός αρχηγός του «γαλλικού» κόµµατος. Πρωτοστάτησε στους πολιτικούς αγώνες ιδιαίτερα κατά την Eπανάσταση και κατά την Οθωνική περίοδο διετέλεσε πρωθυπουργός (184447). Σπούδασε ιατρική στην Πίζα και προσλήφθηκε ως γιατρός από το γιο του Αλή Πασά Μουχτάρ. Μυήθηκε το 1819 στην Φιλική Εταιρεία. Οργάνωσε το 1821 επανάσταση στο Συρράκο και µετά την αποτυχία της κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Ήταν από τις ισχυρότερες προσωπικότητες της εποχής του και επηρέασε τις πολιτικές εξελίξεις της επαναστατικής και Οθωνικής περιόδου. Συνέβαλε στη συγκρότηση του ελληνικού κράτους προσπαθώντας να υιοθετήσει ένα σύστηµα διακυβέρνησης δυτικού τύπου ταλαντευόµενος όµως συνεχώς από τη µια µεριά ανάµεσα στη γαλλική επίδραση και τους θεσµούς δυτικής προέλευσης και από την άλλη στο ντόπιο στρατιωτικό στοιχείο και τις παραδοσιακές δοµές. Θεωρείται ο πατέρας της «Μεγάλης Ιδέας».
Λασσάνης Γεώργιος (Κοζάνη 1793 Αθήνα 1870)
Λόγιος, φιλικός, ιερολοχίτης, αγωνιστής του 1821, από τα εξέχοντα στελέχη της Φιλικής Εταιρείας και τους πιστότερους συνεργάτες του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Σπούδασε στη Λειψία, ταξίδεψε στη Βουδαπέστη, στη Μολδαβία και στη Μόσχα όπου µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και κατέληξε στην Οδησσό το 1818, όπου ανέπτυξε πολύπλευρη πνευµατική και πατριωτική δραστηριότητα. Το 1820 συνεργάστηκε στενά µε τον Yψηλάντη, έγινε σύµβουλος και γραµµατέας του. Aκολούθησε τον Yψηλάντη όταν πέρασε τον Προύθο και µετά την επίσηµη κήρυξη της Επανάστασης (24 Φεβρ. 1821) ονοµάστηκε χιλίαρχος του ελληνικού στρατεύµατος. Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Iερού Λόχου. Mετά τη µάχη του ∆ραγατσανίου ο Λασσάνης κατέφυγε µε τους αδελφούς Yψηλάντη στην Aυστρία όπου φυλακίστηκε. Στάθηκε στο πλευρό του Yψηλάντη ως την τελευταία στιγµή του. Ήρθε στην Eλλάδα το 1828. Πολέµησε στο Σεβενίκο, στο Mαρτίνο, στη Θήβα και στην Πέτρα Bοιωτίας. Yπηρέτησε ως γενικός επιθεωρητής του στρατού της Aνατολ. Eλλάδας, διορίστηκε πρώτος νοµάρχης Aττικοβοιωτίας, διετέλεσε γραµµατέας οικονοµικών (183637). Πήρε το βαθµό του συνταγµατάρχη και το 1868 ονοµάστηκε υποστράτηγος. Έγραψε δύο θεατρικά έργα, ένα δράµα µε τίτλο"ο αρνησίθρησκος του Mοριά" και ποιήµατα πατριωτικού περιεχοµένου. Iδιαίτερη σηµασία έχουν τα πολιτικά κείµενα και τα ιστορικά δοκίµιά του.
Λάτρις Ικέσιος (Σµύρνη 1799 1881)
Αγωνιστής του 1821, δηµοσιογράφος και λόγιος. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στη Μασσαλία και ήρθε στην Ελλάδα για να πάρει µέρος στον Αγώνα. Υπηρέτησε ως γραµµατέας του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, συνόδευσε τον Τοµπάζη στην Κρήτη και τον Φαβιέρο στη Χίο. Επί Καποδίστρια ορίστηκε κυβερνητικός επίτροπος στο επιτελείο του Γάλλου στρατηγού Μαιζόν, αργότερα διοικητής Σίφνου, Μήλου, Θήρας και διευθυντής της νοµαρχίας Λακωνίας.
Λαχανάς Κωνσταντίνος (Σάµος 1789 Χαλκίδα 1842)
Φιλικός και αγωνιστής του 1821, πρωτοστάτης στην εξέγερση της Σάµου. Από νέος ασχολήθηκε µε τη ναυτιλία. Σε κάποιο ταξίδι του στη Μασσαλία κατατάχτηκε στο γαλλικό στρατό, πήρε µέρος στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο και διακρίθηκε στη ναυµαχία του Αµπουκίρ (1798). Όταν επέστρεψε στη γενέτειρά του συγκρούσθηκε µε το αριστοκρατικό κόµµα των προκρίτων.
Λιδωρίκης
Eπώνυµο οικογενείας από τη ∆ωρίδα. Μέλη της ανέπτυξαν εθνική δραστηριότητα στα προεπαναστατικά χρόνια, αγωνίστηκαν στην Επανάσταση του 1821 και αναδείχτηκαν στην πολιτική και στα γράµµατα στα νεότερα χρόνια. Ως Γενάρχης της αναφέρεται ο κοτζαµπάσης της περιφέρειας Λιδωρικίου Αναγνώστης Λιδωρίκης (1767 1827). Ο γιος του Αναστάσιος Λιδωρίκης (1797 1845) ήταν από τους αξιολογότερους αγωνιστές της Κεντρικής Στερεάς Ελλάδας, και αντιπροσώπευε τη ∆ωρίδα στις εθνοσυνελεύσεις. Ο άλλος του γιος Παναγιώτης Λιδωρίκης (1800 1860) έδρασε κυρίως ως γερουσιαστής κατά τη βασιλεία του Όθωνα.
Λογοθέτης Ιωάννης (µέσα 18ου αιώνα 1826)
Φιλικός, από τους σηµαντικότερους προκρίτους της Βοιωτίας, που διαδραµάτισε ενεργό ρόλο στα πολιτικά πράγµατα των πρώτων χρόνων της Επανάστασης. Έµπορος µε ευρύτατη δραστηριότητα σε ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Πήρε το οφίκιο του λογοθέτη και το κράτησε ως επίθετο. Όλοι σχεδόν οι περιηγητές της προεπαναστατικής εικοσαετίας φιλοξενήθηκαν στο αρχοντικό του. Το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Εργάστηκε για τη διάδοση της επαναστατικής ιδέας στην περιοχή του και διέθεσε σηµαντικά ποσά. Το 1821 εκλέχτηκε πληρεξούσιος Λειβαδιάς, αργότερα ορίστηκε µέλος του Εκτελεστικού. Το 1824 χρηµάτισε Έπαρχος της Αίγινας.
Λογοθέτης Λυκούργος (Καρλόβασι Σάµου 1772 Αθήνα 1850)
Πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Σάµου κατά την Επανάσταση, από τις σηµαντικότερες µορφές του Αγώνα. Το πραγµατικό του όνοµα ήταν Γεώργιος Παπλωµατάς. Υπηρέτησε στην αυλή του ηγεµόνα της Βλαχίας Αλέξανδρου Σούτσου και πήρε το αξίωµα του «λογοθέτη». Μυήθηκε το 1820 στη Φιλική Εταιρεία και πήρε το ψευδώνυµο Λογοθέτης. Αναγνωρίστηκε ως αρχηγός του απελευθερωτικού αγώνα της Σάµου και οδήγησε την Επανάσταση του νησιού σε επιτυχία. ∆εν είχε όµως την ίδια τύχη το εγχείρηµά του στη Χίο στις 10 Μαρτίου 1822. Κλήθηκε στην Πελοπόννησο για να απολογηθεί και κρατήθηκε δέσµιος ως το ∆εκέµβριο. Ο Καποδίστριας αναγνώρισε το Λογοθέτη αρχηγό της Σάµου και τον διόρισε µέλος του «Πανελληνίου». Όταν η Σάµος το 1832 έµεινε έξω από τα σύνορα της Ελλάδας έφυγε από το νησί και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα
Λόντος Ανδρέας (Βοστίτσα Αιγίου 1786 Αθήνα 1846)
Πρόκριτος, φιλικός και πολιτικός. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Πολέµησε στην Α πολιορκία του Μεσολογίου. Αναµίχθηκε ενεργώς στα πολιτικά πράγµατα σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Πρωτοστάτησε στην προετοιµασία του κινήµατος της 3ης Σεπτεµβρίου και µετά την επιτυχία του ανέλαβε το Υπουργείο Στρατιωτικών στην κυβέρνηση του Ανδρέα Μεταξά.
Λουριώτης Ανδρέας (Γιάννενα 1789 Αθήνα 1854)
Πολιτικός, στενός φίλος και συνεργάτης του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, κυρίως στη διαπραγµάτευση των δύο εξωτερικών δανείων του 1824 και του 1825.
Μαυρογένους Μαντώ (Τεργέστη 1796/7 Πάρος 1840)
Καταγόταν από οικογένεια που είχε αναλάβει υψηλά αξιώµατα στη Βλαχία και στη συνέχεια απέκτησε µεγάλη περιουσία στη Βιέννη και την Τεργέστη. Η Eπανάσταση την βρήκε στην Τήνο απ' όπου πήγε στη Μύκονο και τέθηκε επικεφαλής των επαναστατηµένων συµπατριωτών της. Ξένοι ιστορικοί και περιηγητές εξαίρουν τη συµµετοχή της στα πεδία των µαχών, κάτι που δεν προκύπτει από ελληνικές πηγές. Με επιστολές της προς τους γυναικείους κυρίως φιλελληνικούς κύκλους της Ευρώπης συνέβαλε στην τόνωση του φιλελληνικού ρεύµατος. Εργάστηκε ιδιαίτερα για την ηθική ενίσχυση των αγωνιστών και διέθεσε ολόκληρη την οικογενειακή της περιουσία για τις ανάγκες του Αγώνα. Κατέληξε έτσι να ζητάει από την Εθνοσυνέλευση του 1827 κατοικία στο Ναύπλιο που της την παραχώρησε ο Ι. Καποδίστριας ως αναγνώριση της προσφοράς της. Πέθανε ξεχασµένη και πάµφτωχη στην Πάρο το 1840 έχοντας υποβάλει λίγο πιο πριν επιστολή στον Όθωνα µε την οποία ζητούσε οικονοµική ενίσχυση για το σύνολο της προφοράς της στον Αγώνα.
Μαγγίνας Αναστάσιος (Τάτζης Αστακός Ακαρνανίας 1792 1880)
Κατά την Eπανάσταση έδρασε κυρίως ως πολιτικό και διοικητικό στέλεχος. Το 1823 συστοιχήθηκε πολιτικά µε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Επί Καποδίστρια διορίστηκε µέλος του Πανελληνίου και αργότερα έγινε γερουσιαστής. Έγινε υπουργός Οικονοµικών στην κυβέρνηση ∆. Βούλγαρη.
Μακρυγιάννης (Αβορίτι ∆ωρίδας 1797 Αθήνα 1880)
Αγωνιστής του 1821, στρατιωτικός και δραστήριο πολιτικό πρόσωπο µετά από τη δηµιουργία του ελεύθερου ελληνικού κράτους, αυτοδίδακτος συγγραφέας Αποµνηµονευµάτων. Το πραγµατικό του όνοµα ήταν Ιωάννης Τριανταφυλλοδηµήτρης. Το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και από τότε αφοσιώθηκε στον Αγώνα. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες. Κατά τους εµφύλιους τάχθηκε στο πλευρό των κυβερνητικών και µετά εισέβαλε στην Πελοπόννησο και έµεινε εκεί για να οργανώσει την άµυνα εναντίον του Ιµπραήµ. Υπερασπίστηκε ηρωικά την Ακρόπολη, όπου τραυµατίστηκε τρεις φορές. Η επαναστατική του δράση κλείνει µε τη συµµετοχή του στις επιχειρήσεις του Πειραιά το 1827. Με τον ερχοµό του Καποδίστρια διορίστηκε «Γενικός αρχηγός Σπάρτης». ∆υσανασχετώντας για την απραξία της θέσης άρχισε να γράφει τα «Αποµνηµονεύµατα» (1829). Χαιρέτησε µε θερµά λόγια την άφιξη του Όθωνα, γρήγορα όµως απογοητεύτηκε και στράφηκε στην καλλιέργεια της γης. Ως δηµοτικός σύµβουλος έπεισε το δηµοτικό συµβούλιο της Αθήνας το 1837 να υποβάλει στον Όθωνα αναφορά για την παραχώρηση Συντάγµατος. Η πράξη του αυτή οδήγησε στην παύση του, διάλυση του δηµοτικού συµβουλίου και στον κατ' οίκον περιορισµό του ίδιου. Απ' το παλάτι θεωρήθηκε ως ο κύριος οργανωτής της συνωµοτικής κίνησης που οδήγησε στην Eπανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843. Το Μάρτιο του 1853 δικάστηκε από στρατοδικείο για έσχατη προδοσία και καταδικάστηκε σε θάνατο. Αποφυλακίστηκε αργότερα µε τη µεσολάβηση του ∆ηµητρίου Καλλέργη. Μετά την έξωση του Όθωνα του ξαναδόθηκε ο τίτλος του αντιστρατήγου (1864).
Μαµούρης Γιάννης (∆ρεµίστα Παρνασσίδας 1797 Αθήνα 1867)
Αγωνιστής του 1821 και στρατιωτικό στέλεχος της καποδιστριακής και οθωνικής περιόδου. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες του Αγώνα. ∆ιακρίθηκε στην πολιορκία της Ακρόπολης από τον Κιουταχή.
Μπότσαρης
Επώνυµο µιας από τις σηµαντικότερες οικογένειες του Σουλίου όπου και εγκαταστάθηκαν τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα. Ως τόπος καταγωγής αναφέρεται το χωριό ∆ράγανη της Παραµυθιάς, ενώ, σύµφωνα µε την οικογενειακή παράδοση, η φάρα κατάγεται από τα λείψανα της στρατιάς του Γεωργίου Καστριώτη (Σκεντέρµπεη). Η δράση της οικογένειας είναι συνδεδεµένη µε τους πολέµους των Σουλιωτών εναντίον του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και µε τον Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Ορισµένες διαπραγµατεύσεις όµως του Γιώργη και του Κίτσου Μπότσαρη µε τον Αλή έβλαψαν τους συµπατριώτες τους και µείωσαν το γόητρο της οικογενείας στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αι. Ηρωικές σελίδες έγραψαν και τα γυναικεία µέλη της φάρας. Η Λένω Μπότσαρη (1785-1804) αφού αγωνίστηκε στη µονή Σέλτσου ρίχτηκε και πνίγηκε στα νερά του Αχελώου για να αποφύγει την αιχµαλωσία και την ταπείνωση. Ο Μάρκος Μπότσαρης (Σούλι, 1790 Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου, 1823) υπήρξε ηγετική µορφή της Επανάστασης. Στα τέλη του 1820 διαπραγµατεύτηκε µε τον Αλή Πασά την απελευθέρωση του Σουλίου, ορίστηκε αρχιστράτηγος και έδωσε λαµπρά δείγµατα οργανωτικών και στρατηγικών ικανοτήτων. Στις 3 Ιουλίου 1821 αντιµετώπισε νικηφόρα στο Κοµπότι της Αρτας ισχυρή τουρκική δύναµη, αγωνίστηκε στη µάχη του Πέτα, που κατέληξε σε καταστροφή, και βρέθηκε µεταξύ των υπερασπιστών του Μεσολογγίου στην πρώτη του πολιορκία (Οκτ. ∆εκ. 1822) όπου παρασύροντας τους Τούρκους σε πλαστές συνοµιλίες έδωσε χρόνο στους πολιορκηµένους να ενισχύσουν τις οχυρώσεις. Τον Ιούλιο του 1822 ξεκίνησε να αντιµετωπίσει τους Τουρκαλβανούς στο Καρπενήσι και σχεδίασε νυχτερινή αιφνιδιαστική επίθεση, οι Τούρκοι αντέδρασαν αποφασιστικά και ο Μπότσαρης ήταν από τους πρώτους νεκρούς. Κηδεύτηκε στο Μεσολόγγι και ο θάνατός του συγκλόνισε το µαχόµενο Ελληνισµό και την ευρωπαϊκή κοινή γνώµη.
Μπουµπουλίνα, Λασκαρίνα (Κωνσταντινούπολη,1776Σπέτσες, 1825)
Ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης, από τις λίγες γυναίκες που διαδραµάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Το 1788 παντρεύτηκε τον ∆ηµ. Γιάννουζα και το 1801 τον ∆. Μπούµπουλη, πλούσιο Σπετσιώτη πλοιοκτήτη. Μετά το θάνατό του, το 1811, αύξησε την περιουσία του και ναυπήγησε το πλοίο «Αγαµέµνων» µε δεκαοκτώ πυροβόλα. Αυτό, άλλα τρία µικρότερα και πολλά χρήµατα, τα διέθεσε για τον Ελληνικό Αγώνα. Συµµετείχε ενεργά σε πολλές επιχειρήσεις, όπως στην πολιορκία του Ναυπλίου, και µπήκε από τους πρώτους στην Τριπολιτσά. Κατά τον εµφύλιο πόλεµο συντάχθηκε µε τους στρατιωτικούς και τον Κολοκοτρώνη. Στο πατρικό της σπίτι στις Σπέτσες σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια (ενδο)οικογενειακής διαµάχης. Το όνοµά της ξεπέρασε από τον πρώτο χρόνο του Αγώνα τα σύνορα του ελληνικού χώρου και ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες.
Μιαούλης Ανδρέας (1796 Αθήνα,1835)
Ναύαρχος της Eλληνικής Eπανάστασης, γιος του ∆ηµητρίου Βώκου, γνωστός όµως µε το παρωνύµιο Μιαούλης. Ασχολήθηκε µε τη ναυτιλία από τα εφηβικά του χρόνια και έδρασε σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις που του προσπόρισαν σηµαντικά κέρδη µε τα οποία απέκτησε πλοία µεγάλης χωρητικότητας. Αναγνωρίστηκε ναύαρχος των Υδραίων από τα τέλη του 1821. Το πρώτο του ανδραγάθηµα πραγµατοποιήθηκε στη ναυµαχία της Πάτρας στις 20/2/1822 και στη συνέχεια διακρίθηκε στη Χίο, στο Ναύπλιο, στα Ψαρά και στη ναυµαχία του Γέροντα (1824), τη µεγαλύτερη ναυτική σύγκρουση κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Προσπάθησε να αποτρέψει την απόβαση του Ιµπραήµ στην Πελοπόννησο (1825) και να ενισχύσει το Μεσολόγγι κατά τη B' πολιορκία του. Ο Καποδίστριας, που τον εκτιµούσε ιδιαίτερα, του ανέθεσε την αρχηγία του στόλου του Αιγαίου, αλλά στη συνέχεια υπήρξε από τους πρωτεργάτες της αντικαποδιστριακής κίνησης και έφτασε στο σηµείο να διατάξει την πυρπόληση των ελληνικών πλοίων στο λιµάνι του Πόρου, ενέργεια που τον στιγµάτισε. Ορίστηκε µέλος της επιτροπής που µετέβη στο Μόναχο για να προσφέρει την αφοσίωση του έθνους στον Oθωνα, από τον οποίο διορίστηκε αρχηγός του Ναυτικού ∆ιευθυντηρίου και γενικός επιθεωρητής του στόλου. Πέθανε στην Αθήνα και τάφηκε στον Πειραιά στην Ακτή που ονοµάστηκε έκτοτε Ακτή Μιαούλη.
Μαυροκορδάτος, Αλέξανδρος (Κωνσταντινούπολη, 1791 Αίγινα, 1865)
Από τις σηµαντικότερες πολιτικές προσωπικότητες της Επανάστασης. Γιός του λόγιου αξιωµατούχου στις παραδουνάβιες Ηγεµονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου απέκτησε επιµεληµένη µόρφωση κατάλληλη για να αναλάβει δηµόσια αξιώµατα. Έφτασε στο Μεσολόγγι τον Ιούλιο του 1821 συνοδευόµενος από οµογενείς και φιλέλληνες µε στόχο την επέκταση της Eπανάστασης, την οργάνωση και πολιτική ενοποίηση των εξεγερµένων τόπων και τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στο πλαίσιο µιας «Εθνικής ∆ιοίκησης». Συνέβαλε στη συγκρότηση τοπικού πολιτεύµατος στη ∆υτική Ελλάδα και στη σύγκληση της Α Εθνοσυνέλευσης. Αναδείχθηκε πρόεδρός της και πρόεδρος της επιτροπής που συνέταξε το προσωρινό πολίτευµα της Ελλάδας. Οι πολιτικές αρχές που υπαγορεύονται σ' αυτό φανερώνουν τους σαφείς ιδεολογικούς και πολιτικούς του προσανατολισµούς που είναι διαποτισµένοι από τις αρχές του φιλελευθερισµού. ∆ραστηριοποιήθηκε και στρατιωτικά, όπου βαρύνεται µεν µε την καταστροφή στο Πέτα (4 Ιουλ. 1822), αλλά είναι κι αυτός που πρωτοστάτησε στην οργάνωση της άµυνας του Μεσολογγίου που αποδείχθηκε σωτήρια κατά την πρώτη πολιορκία της πόλης. Υιοθέτησε µια σταθερά αγγλόφιλη πολιτική, γιατί πίστευε, ότι η Αγγλία και λόγω των συµφερόντων της στην Ανατολή ήταν η µόνη δύναµη, που µπορούσε να αντιταχθεί στα επεκτατικά σχέδια της Ρωσίας και επειδή θεωρούσε ότι αντιπροσώπευε πρότυπο πολιτικής, οικονοµικής και κοινωνικής οργάνωσης. Με την ιδιότητά του ως αρχηγού του «αγγλικού κόµµατος» ζήτησε µε επιστολή του από τον Τζωρτζ Κάνιγκ να αντισταθεί στο ρωσικό σχέδιο για τη δηµιουργία τριών ηγεµονιών στην επαναστατηµένη Ελλάδα µε το επιχείρηµα ότι είναι προς το συµφέρον της Αγγλίας και της Ευρώπης η ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Οι απόψεις και οι ενέργειές του αυτές δηµιούργησαν αρκετές ζυµώσεις που κατέληξαν στη συνθήκη του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827). Η πολιτική του δράση συνεχίστηκε και µετά την άφιξη του Καποδίστρια όταν ανέλαβε και υπουργικά καθήκοντα. Αποσύρθηκε όµως το 1830 και αναδείχθηκε ηγέτης της αντιπολίτευσης. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της απολυταρχικής περιόδου της βασιλείας του Όθωνα παρέµεινε εκτός Ελλάδας ως πρεσβευτής. Υποχρεώθηκε, ωστόσο, ο Όθων να τον χρησιµοποιήσει ως πρωθυπουργό το 1841, 1844 και 1854, αλλά κάθε φορά τον υπονόµευε προκαλώντας άµεσα ή έµµεσα την παραίτησή του. Ο ίδιος έµεινε νοµιµόφρων προς τον βασιλιά και µόνο αργότερα µεταστράφηκε και είχε ανάµειξη στις διεργασίες που οδήγησαν στην έξωσή του το 1862.
Στο τέλος της σταδιοδροµίας του εκλέχτηκε πληρεξούσιος Ευρυτανίας στην Εθνοσυνέλευση του 1862 και πρόεδρος της επιτροπής σύνταξης του Συντάγµατος. Tυφλός και κατάκοιτος δεν πήρε ενεργό µέρος στις εργασίες της, διατήρησε όµως το ενδιαφέρον του για τα κοινά και τη σπάνια πνευµατική του διαύγεια ως το θάνατό του.
Μαυροµιχάλη Oικογένεια *
Ιστορική οικογένεια που κατά την παράδοση προερχόταν από τη Θράκη, όταν στα µέσα του 14ου αιώνα πιεζόµενη από τους Τούρκους κατέφυγε και εγκαταστάθηκε στη Μάνη. Από τα µέσα του 18ου αι. αναδείχθηκε σε σηµαντικό τοπικό παράγοντα, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στα προεπαναστατικά γεγονότα (Ορλωφικά) και στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (κατάληψη Καλαµάτας, µάχη Βαλτετσίου, πολιορκία Ναυπλίου και Ακροκορίνθου, αντιµετώπιση του Ιµπραήµ κ.ά.) πληρώνοντας βαρύ φόρο αίµατος.
Πετρόµπεης (Μάνη, 1773 Αθήνα, 1848)
Υπήρξε ηγετική µορφή της Πελοποννήσου, πρωταγωνιστής πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων. Το 1815 ανέλαβε το αξίωµα του µπέη της Μάνης. ∆ιακρίθηκε στις επιχειρήσεις κατά του ∆ράµαλη, στην άµυνα του Μεσολογγίου και στην απόκρουση του Ιµπραήµ. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου προσπάθησε να δηµιουργήσει κλίµα συνδιαλλαγής µεταξύ των εµπολέµων. Κατέλαβε υψηλά αξιώµατα (πρόεδρος Β' Εθνοσυνέλευσης, πρόεδρος Βουλευτικού και Εκτελεστικού και γερουσιαστής µετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου). Φυλακίστηκε µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, µετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και αποφυλακίστηκε το 1832.
Κυριακούλης (Μάνη Σπλάντζα Ηπείρου, 1822)
Aδελφός του Πετρόµπεη υπήρξε από τις ηρωικότερες µορφές της οικογένειας. Σκοτώθηκε σε σφοδρή µάχη µε 3.000 Τούρκους στην προσπάθειά του να ενισχύσει τους πολιορκηµένους στην Κιάφα Σουλιώτες. Στο πεδίο της µάχης, στα Στύρα της Εύβοιας, άφησε την τελευταία του πνοή και ο Ηλίας (Μάνη, 1795 - Στύρα, 1822), γιος του Πετρόµπεη, προικισµένος µε στρατηγικά προσόντα και απαράµιλλη γενναιότητα. Ανέλαβε την αρχηγία της εκστρατείας για την απελευθέρωση της Εύβοιας.
Μεταξάς Ανδρέας (Αργοστόλι, 1790 Αθήνα, 1860)
Πολιτικός και αγωνιστής την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης και της βασιλείας του Όθωνα. Συµµετείχε ενεργά και αποφασιστικά σε πολεµικές επιχειρήσεις την άνοιξη του 1821 όταν και τραυµατίστηκε. Μετά την άλωση της Τριπολιτσάς άρχισε την πολιτική του σταδιοδροµία. Εστάλη στο συνέδριο της Βερόνας για να αναπτύξει τα ελληνικά δίκαια, επέστρεψε όµως άπρακτος αφού δεν του δόθηκε άδεια αποβίβασης. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου τάχθηκε µε το µέρος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και αργότερα πρωτοστάτησε στην εκλογή του Καποδίστρια ως κυβερνήτη. Η Αντιβασιλεία του ανέθεσε υψηλά αξιώµατα (νοµάρχης Λακωνίας, πρεσβευτής στη Μαδρίτη), τον συνέλαβε όµως και για αντικυβερνητική δράση. Αποτέλεσε µαζί µε τον Κωνσταντίνο Ζωγράφο τον πολιτικό πυρήνα της Επανάστασης της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 και µε πρόταση του Μακρυγιάννη ορίστηκε πρωθυπουργός στην κυβέρνηση που διεξήγαγε εκλογές για Εθνοσυνέλευση. Το 1850 διορίστηκε πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη απ' όπου αναχώρησε το 1854 µετά την έναρξη του Kριµαϊκού πολέµου. Ο Όθων το 1859 ελπίζοντας να εκτονώσει την σε βάρος του κατάσταση κάλεσε τον Μεταξά να σχηµατίσει κυβέρνηση, ο οποίος όµως αντιµετωπίζοντας ανυπέρβλητες δυσχέρειες εγκατέλειψε την προσπάθειά του.
Μπότασης
Επώνυµο ιστορικής σπετσιώτικης οικογένειας ηπειρώτικης καταγωγής. Ήταν εγκατεστηµένοι από τα µέσα του 17ου αιώνα στο Κρανίδι και µετά το 1736 εγκαταστάθηκαν στις Σπέτσες. Ο Νικόλαος Μπότασης (Κρανίδι, 1730 - Σπέτσες, 1812) είναι ο γενάρχης. Ασχολήθηκε µε το εµπόριο και τη ναυτιλία, απέκτησε µεγάλη περιουσία και πήρε µέρος στα Ορλωφικά (1770). Στο ναυτικό αγώνα για την Ανεξαρτησία διακρίθηκαν οι Γκίκας Μπότασης (Σπέτσες, 1766 - Ναύπλιο, 1833), Παναγιώτης Μπότασης (Σπέτσες, 1784 Ναύπλιο, 1824), Νικόλαος Μπότασης (Σπέτσες, 1792 Αθήνα, 1842) και Θεοδόσιος Μπότασης (Σπέτσες, 1794 - 1836). Προοδευτικοί και φιλελεύθεροι διακρίθηκαν για την αγωνιστικότητα και τη γενναιοδωρία τους στην οικονοµική ενίσχυση του Αγώνα και ειδικότερα στην αύξηση της ναυτικής δύναµης του νησιού τους.
Μπάυρον, Τζώρτζ Γκόρντον Νόελ (Λονδίνο, 1788 Μεσολόγγι, 1824)
Aγγλος λυρικός ποιητής και φιλέλληνας. Αποδέχτηκε την πρόταση του Φιλελληνικού Κοµιτάτου του Λονδίνου να γίνει εκπρόσωπός του στην Ελλάδα, φόρτωσε το µπρίκι «Ηρακλής» µε όπλα, τρόφιµα και φαρµακευτικό υλικό και έφτασε στο Αργοστόλι τον Αύγουστο του 1823. Παρέµεινε για πέντε µήνες στο χωριό Μεταξάτα και τον Ιανουάριο του 1824 πήγε στο Μεσολόγγι. Εκεί έγινε δεκτός µε ενθουσιασµό απ' όλους τους Έλληνες και η παρουσία του τροφοδότησε ευεργετικά το φιλελληνικό κίνηµα. Επιχείρησε να οχυρώσει το Μεσολόγγι και να δηµιουργήσει πυρήνα πυροβολικού. Συγκρότησε σώµα Σουλιωτών µε το οποίο σχεδίαζε την κατάληψη της Ναυπάκτου, η απειθαρχία όµως που εκδηλώθηκε οδήγησε στη µαταίωση της επιχείρησης. ∆ιορίστηκε συνταγµατάρχης πυροβολικού, του απονεµήθηκε η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη, οι Μεσολογγίτες τον ανακήρυξαν πολίτη και ευεργέτη της πόλης τους και το Φιλελληνικό Κοµιτάτο τον εξέλεξε µέλος της επιτροπής για τη διαχείριση του πρώτου δανείου. Τα ποικίλα καθηµερινά προβλήµατα του προξενούσαν απογοήτευση που σε συνδυασµό µε το άσχηµο κλίµα επιδείνωσαν την ήδη κλονισµένη υγεία του. Στα µέσα Φεβρουαρίου 1824 αρρώστησε από ελονοσία και πέθανε στις 19 Απριλίου.
Μαυροβουνιώτης, Βάσ(σ)ος (Μαυροβούνιο, Ι795 Αττικοβοιωτία, 1847)
Μαυροβούνιος οπλαρχηγός του 1821 και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Καθιερώθηκε ως στρατιωτικό στέλεχος στην περιοχή της Εύβοιας, όπου πήρε µέρος σε διάφορες µάχες (Στύρα, Βρυσάκια, Πολιτικά, Βάθεια), ανέλαβε τη φύλαξη της Ύδρας και το 1825 συµµετείχε στον αγώνα κατά του Ιµπραήµ. Στις εµφύλιες συγκρούσεις συντάχθηκε µε την πλευρά του Κουντουριώτη και πολιτικά ήταν ενταγµένος στο γαλλικό κόµµα.
Μελετόπουλος, ∆ηµήτριος (Αίγιο, 1796Αθήνα, 1858)
Πρόκριτος της Βοστίτσας (Αιγίου) και αγωνιστής. Ήταν από τους λίγους Πελοποννήσιους προκρίτους που δέχθηκαν τις απόψεις τον Παπαφλέσσα για γρήγορη έναρξη του Αγώνα. Ως υπαρχηγός του Ανδρέα Λόντου κινήθηκε ιδιαίτερα στην Αχαΐα, και συµµετείχε στην πολιορκία της Πάτρας και στην καταδίωξη του ∆ράµαλη στην Aκράτα. Μετά την εισβολή του Ιµπραήµ τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη και αγωνίστηκε κατά των αιγυπτιακών στρατευµάτων. ∆ιετέλεσε δήµαρχος Αιγίου, νοµάρχης Αττικής και υπουργός εσωτερικών.
Μέξης, Χατζηγιάννης (Σπέτσες,17541844)
Πρόκριτος των Σπετσών, γνωστός για την προσφορά του στο ναυτικό αγώνα της Επανάστασης. Πρωτοστάτησε στην εξέγερση των Σπετσών, εργάστηκε για τη διάδοση του επαναστατικού µηνύµατος στα άλλα νησιά και διέθεσε τα καράβια του στην υπηρεσία των αγωνιζοµένων. Κράτησε µε επιτυχία την άµυνα των Σπετσών κατά τη διάρκεια της ναυµαχίας µεταξύ του ελληνικού στόλου υπό τον Μιαούλη και της τουρκικής αρµάδας (8 Σεπτ. 1822).
Μήλιος, Ζάχος (Χειµάρα,1805 Θήβα,1860)
Στρατιωτικός της επαναστατικής και της οθωνικής περιόδου. Το 1824 συνόδευσε τον αδελφό του Σπυροµήλιο στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου εναντίον του Οµέρ Βρυώνη στη ∆υτική Ελλάδα. Συµµετείχε σε µάχες κατά του Κιουταχή, πολέµησε στο Μεσολόγγι και έλαβε µέρος στην Έξοδο. Πολιτικά στοιχήθηκε αρχικά µε την παράταξη του Μαυροκορδάτου και µετά µε το ρωσικό κόµµα.
Μητροπέτροβας (Γαράντζα [Μέλπεια] Μεσσηνίας, Ι745 1838)
Ανέπτυξε πολεµική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια των Ορλωφικών και εργάστηκε για την προετοιµασία της Επανάστασης στη Μεσσηνία. Κατά τη διάρκεια του Αγώνα τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη και πήρε µέρος στη µάχη στο Βαλτέτσι και στην άλωση της Τριπολιτσάς. Φανατικός πολέµιος της Αντιβασιλείας πρωτοστάτησε στην ανταρσία των Μανιατών µετά την καταδίκη του Κολοκοτρώνη και στην εξέγερση της Μεσσηνίας για την οποία καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά δεν εκτελέστηκε λόγω της προχωρηµένης ηλικίας του.
Μίχος Αρτέµιος (Ιωάννινα,1803 Αθήνα,1873)
Αγωνιστής και αποµνηµονευµατογράφος. Κατέβηκε το 1822 στη νότια Ελλάδα και πολέµησε στο Μοριά και τη Ρούµελη. Ήταν στο Μεσολόγγι κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας και µετά την Έξοδο ακολούθησε τον Καραϊσκάκη και πήρε µέρος σε επιχειρήσεις στην Αττική και στην Ανατολική Στερεά υπό τον ∆. Υψηλάντη. Στο ανεξάρτητο κράτος υπηρέτησε στον τακτικό στρατό και ήταν από τους πρωταγωνιστές της αντικαθεστωτικής εξέγερσης τον Ναυπλίου του 1862. Έγραψε αποµνηµονεύµατα που αναφέρονται στην πολιορκία και την Έξοδο τον Μεσολογγίου, αλλά και σε άλλα συµβάντα ως το τέλος του Αγώνα.
Μπαϊρακτάρης (ή Σπύρου) Γιάννης (Σούλι, 1793 )
Αγωνιστής του 1821. Υπηρέτησε υπό τους Μποτσαραίους. Πολέµησε κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου και συνέχισε µετά την Έξοδο τον αγώνα στην Αράχοβα και την Αττική υπό τον Καραϊσκάκη.
Μπενιζέλος, Προκόπης (Αθήνα,17821850)
∆ηµογέροντας της Αθήνας. Εργάστηκε για την προετοιµασία του Αγώνα, πιάστηκε όµηρος, κλείστηκε στις φυλακές της Ακρόπολης όπου υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. ∆ραπέτευσε στην Yδρα και αργότερα συµµετέσχε στην εκστρατεία του Καραϊσκάκη στην Αττική. Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του κατάκοιτος εξαιτίας των βασανιστηρίων.
Mπενιζέλος Pούφος (Πάτρα, 17951868)
Αγωνιστής του 1821 και πολιτικός. Χρηµάτισε τρείς φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας: το 1863 ( δύο φορές ) και το 1865 1866. Συγκαταλέγεται στους πρωτεργάτες της Eπανάστασης στην Πάτρα και ήταν µέλος του Επαναστατιικού και Αχαϊκού ∆ιευθυντηρίου. Εργάστηκε για την οργάνωση της πολιορκίας του κάστρου της πόλης. Το 1828 διορίστηκε ∆ιοικητής Σύρου και Επίτροπος Ηλείας. Χρηµάτισε υπουργός Εσωτερικών και δήµαρχος της Πάτρας. Το 1832 µέλος της Γερουσίας και το 1835 σύµβουλος Επικρατείας. Με την έξωση του Όθωνα ανέλαβε µαζί µε τον ∆ηµήτριο Βούλγαρη και τον Κωνσταντίνο Κανάρη την προσωρινή διακυβέρνηση της χώρας.
Μπουκουβάλα Οικογένεια
Επώνυµο αρµατολικής οικογένειας των Αγράφων. Οι Μπουκουβαλαίοι καταδιωκόµενοι από τους Τουρκαλβανούς µετακινήθηκαν νοτιότερα. Από το 1822 και ύστερα έχασαν και τυπικά τα δικαιώµατά τους στα 'Aγραφα που περιήλθαν στον Καραϊσκάκη και σε άλλους οπλαρχηγούς. Μπούσγος, Βασίλης (Απόκουρο Ναυπακτίας 1796 Λιβαδειά, 1860) Υπηρέτησε προεπαναστατικά στην αυλή του Αλή πασά και το 1821 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Κατά την έκρηξη της Επανάστασης βρέθηκε στο Γαλαξείδι, ξεσήκωσε τους κατοίκους της Αράχοβας, πήρε µέρος στη µάχη για την κατάληψη της Λιβαδειάς και στη µάχη της Αλαµάνας µε τον Αθανάσιο ∆ιάκο. Συνέχισε την πολεµική του δραστηριότητα σε διάφορες περιοχές της Στερεάς Ελλάδας στο πλευρό του Ανδρούτσου, του Γκούρα και του Καραϊσκάκη και κατέλαβε στρατιωτικά αξιώµατα στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.
Νικηταράς (Νικήτας Σταµατελόπουλος) (Μεγάλη Αναστάσοβα Μεσσηνίας, 1787- Πειραιάς, 1849)
Από τους σηµαντικότερους οπλαρχηγούς του 1821, ανηψιός και στενός συνεργάτης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το 1805 µετά το θάνατο του αρµατολού πατέρα του, ακολούθησε τον Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το Φεβρουάριο του 1821 βρισκόταν στην Καλαµάτα, έτοιµος για την κήρυξη της Επανάστασης. Μετά την απελευθέρωση της Καλαµάτας ο Νικηταράς µε τον Παπαφλέσσα και τον Κολοκοτρώνη βάδισαν προς την Αρκαδία µε σκοπό την άλωση της Τριπολιτσάς. Λίγες µέρες µετά τη µάχη στο Βαλτέτσι απέκρουσε στα ∆ολιανά την επίθεση 6000 Τούρκων που άφησαν στο πεδίο της µάχης 300 νεκρούς και το σύνολο των πυροβόλων τους. Τότε ονοµάστηκε «Τουρκοφάγος». Το καλοκαίρι του 1822 µαζί µε άλλους οπλαρχηγούς συνέτριψε το ∆ράµαλη. Η δράση του συνεχίστηκε στην Αττική και την Πελοπόννησο. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου τάχθηκε µε το µέρος του Κολοκοτρώνη. Μετά την άφιξη του Καποδίστρια υπήρξε από τους στενούς συνεργάτες του. Αν και ανήκε στη ρωσόφιλη παράταξη δεν έλαβε ενεργό µέρος στις πολιτικές διαµάχες, ήταν όµως σαφής η αντίθεσή του προς τους Βαυαρούς. Το 1839 συνελήφθη ως µέλος της «Φιλορθόδοξης Εταιρείας» που στρεφόταν εναντίον του Όθωνα, δικάστηκε, αθωώθηκε, ο βασιλιάς όµως διέταξε τον περιορισµό του στην Αίγινα. Μετά την Επανάσταση του 1843 ονοµάστηκε υποστράτηγος και το 1847 γερουσιαστής. Πέθανε στον Πειραιά τυφλός και πάµφτωχος.
Νεόφυτος, ο Ταλαντίου (Νικόλαος Μεταξάς) (Αθήνα, 1762 1861)
Κληρικός, αγωνιστής του 1821 και πρώτος Μητροπολίτης Αθηνών. Πήρε αξιόλογη µόρφωση, το 1792 χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή Πεντέλης όπου χρηµάτισε και δάσκαλος. Το 1803 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ταλαντίου και άρχισε πλούσια και αξιόλογη εκκλησιαστική και εθνική δράση. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης διαδραµάτισε ενεργό ρόλο πρωτοστατώντας στον απελευθερωτικό αγώνα της επαρχίας Αταλάντης και συνδράµοντας τον Αθανάσιο ∆ιάκο στην Αλαµάνα. Συµµετείχε στην Α' Εθνοσυνέλευση, καθώς και στις υπόλοιπες και ήταν παρών σε όλες τις προσπάθειες της διοίκησης για τη ρύθµιση των εκκλησιαστικών πραγµάτων. Το 1833 ονοµάστηκε επίσκοπος Αθηνών και το 1850 µετά την έκδοση του «Συνοδικού Τόµου» από το Οικουµενικό Πατριαρχείο διορίστηκε πρώτος και µόνιµος πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και ονοµάστηκε µητροπολίτης Αθηνών αξίωµα που κατείχε ως το θάνατο του.
Νοταρά Οικογένεια
Μεγάλη ιστορική πελοποννησιακή οικογένεια µε δράση κυρίως στην Κορινθία. Απέκτησαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας µεγάλη οικονοµική και διοικητική δύναµη. Ισόβιοι δηµογέροντες στην επαρχία τους, καθοριστικοί παράγοντες της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής του τόπου συµµετείχαν ενεργά στις εθνικοπολιτικές επιδιώξεις των συµπατριωτών τους. Η οικογένεια εξέθρεψε στους κόλπους της αγίους της Ορθοδοξίας (Αγ. Γεράσιµος, Αγ. Μακάριος), λόγιους, κληρικούς και ιεράρχες, αγωνιστές, φιλικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς που έδρασαν στην ελληνική εξέγερση του 1770 (Ορλωφικά), στην προεπαναστατική περίοδο, στον Αγώνα και στα πρώτα χρόνια του ελληνικού βασιλείου. Ο Πανούτσος Νοταράς (Τρίκαλα Κορινθίας, 1752 1849) ήταν από τα περισσότερο αναπτυγµένα πνευµατικά και οικονοµικά µέλη της οικογένειας. Πρωταγωνιστής στα Ορλωφικά, µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818. Είχε επιφυλάξεις για την έναρξη του ένοπλου αγώνα το 1821 που τις απέβαλε όταν είδε τη ραγδαία εξάπλωσή του. Προσχώρησε στις επαναστατικές διαδικασίες µε την άφιξη του ∆. Υψηλάντη και η παρουσία του επηρέασε θετικά και άλλους Πελοποννήσιους κοτζαµπάσηδες. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος της Α Εθνοσυνέλευσης και µέλος της Επιτροπής σύνταξης του πρώτου Συντάγµατος. Υπήρξε έντιµος και αφιλοκερδής σε όλα τα αξιώµατα στα οποία υπηρέτησε. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου ήταν διαλλακτικός και µετριοπαθής και περιορίστηκε σε νουθεσίες και προτροπές προς τους αντιπάλους προσπαθώντας να τους συνδιαλλάξει. Παρουσιάστηκε για τελευταία φορά στο πολιτικό προσκήνιο µετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου και εκλέχθηκε πρόεδρος της πρώτης Βουλής του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Ο Παναγιώτης Νοταράς (Τρίκαλα Κορινθίας, 1803 Αθήνα, 1879) πήρε µέρος στην πολιορκία και την άλωση του Ακροκορίνθου, πολέµησε εναντίον του ∆ράµαλη και στη µάχη της 'Aµπλιανης οπότε του δόθηκε και ο βαθµός του αντιστράτηγου. Ο Ιωάννης (Γιαννάκης) Νοταράς (Τρίκαλα Κορινθίας, 1805 Ανάλατος Αττικής, 1827) γνωστός και ως «αρχοντόπουλο» διακρινόταν για τα πνευµατικά του προσόντα, την οµορφιά και τη γενναιότητά του. Συµµετείχε στην πολιορκία του Ακροκορίνθου και στην αναχαίτιση της στρατιάς του ∆ράµαλη. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου γνώρισε διώξεις από το Γκούρα και φυλακίστηκε στην Ύδρα. Πολέµησε εναντίον του Ιµπραήµ, στην Καστέλλα υπό το Γκόρντον και σκοτώθηκε στην καταστρεπτική µάχη του Αναλάτου στις 24 Απριλίου 1827.
Νέγρης, Θεόδωρος (Κων/πολη, 1790Ναύπλιο, 1824)
Πολιτικός, από τις πιο ικανές, αλλά και αµφιλεγόµενες προσωπικότητες του Αγώνα. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και ανέπτυξε επωφελή δραστηριότητα. Οι ενέργειές του όµως για ν' ανακαλύψει την Ανώτατη Αρχή έθεσαν σε κίνδυνο τους Φιλικούς οι οποίοι σχεδίασαν και την εκτέλεσή του. Αποβιβάστηκε τον Απρίλιο του 1821 στην Τήνο και δήλωσε την πρόθεσή του να παραµείνει στην επαναστατηµένη Ελλάδα. Ο ∆ηµήτριος Υψηλάντης εκτιµώντας τις πρώτες θετικές του ενέργειες ως φιλικού τον δέχτηκε, χωρίς όµως να του προσφέρει κάποιο αξίωµα. Στην Καλαµάτα, όπου τον αποµόνωσε, προσπάθησε να προσεταιριστεί τους στρατιωτικούς και να υπονοµεύσει κάθε προσπάθεια οργάνωσης τακτικού στρατού. Με τη µεσολάβηση του Μαυροκορδάτου επιτεύχθηκε η συγκατάθεση του ∆. Υψηλάντη για συµµετοχή του Νέγρη στη διοίκηση της Ρούµελης και του ανατέθηκε η οργάνωση της Ανατολικής Ελλάδας. Συγκάλεσε συνέλευση στα Σάλωνα όπου ψηφίστηκε στις 19 Νοεµβρίου 1821 η «Νοµική ∆ιάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος». Στο κείµενο αυτό, όπου εξέφρασε τις πολιτικές του πεποιθήσεις, διακρίνονται ορισµένες αρχές, ατελείς βέβαια, πολιτικής αυτοδιάθεσης και ατοµικών ελευθεριών. Ο ίδιος εκλέχθηκε πρόεδρος του Αρείου Πάγου, της ανώτατης νοµοθετικής, διοικητικής και δικαστικής αρχής. Πήρε µέρος στην Α' Εθνοσυνέλευση. Μετά την Β' Εθνοσυνέλευση αποσχίστηκε από το κόµµα του Μαυροκορδάτου και προσχώρησε στην πλευρά του Κολοκοτρώνη και του Ανδρούτσου διακηρύσσοντας δηµοκρατικές απόψεις. Όταν ο Κολοκοτρώνης δέχτηκε την αντιπροεδρία του Εκτελεστικού, ο Νέγρης παραµερίστηκε, προσκολλήθηκε στον Ανδρούτσο και µε την ελπίδα ότι θα κατάφερνε να υπερφαλαγγίσει τον Μαυροκορδάτο συγκάλεσε συνέλευση των αρχηγών της Στερεάς στα Σάλωνα όπου κλήθηκε και ο Μπάϋρον. H συνέλευση αυτή ξεκίνησε τις εργασίες της τον Απρίλιο του 1824, αλλά ο θάνατος του ποιητή µαταίωσε τα σχέδια των πρωτεργατών της και ο Νέγρης απογοητευµένος επέστρεψε στο Ναύπλιο όπου και πέθανε από τύφο αποµονωµένος και πάµφτωχος.
Νεόφυτος ο Καρύστου (Φύλλα Ευβοίας, 1790 Χαλκίδα, 1851)
Κληρικός, φιλικός και αγωνιστής του 1821. Ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα και συνέβαλε σηµαντικά στην εξάπλωση της Eπανάστασης στη νότια Εύβοια. Η ήττα στα Στύρα, ο θάνατος του Μαυροµιχάλη, η αποτυχηµένη πολιορκία της Καρύστου περιόρισαν τις ελπίδες του για απελευθέρωση της νότιας Εύβοιας, αλλά δεν έπαυσε σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα να φροντίζει για την αναζωπύρωση της Επανάστασης συγκεντρώνοντας πολεµοφόδια, χρήµατα και πολεµιστές.
Νικόδηµος, Κωνσταντίνος (Ψαρά, 1795/6 Αθήνα, 1879)
Πυρπολητής και αποµνηµονευµατογράφος του ναυτικού Αγώνα του 1821. Πήρε µέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις από τους πρώτους µήνες της Επανάστασης και σε όλη τη διάρκειά της διαδραµάτισε, ως κυβερνήτης πυρπολικού, πρωταγωνιστικό ρόλο σε επικίνδυνες αποστολές (ναυµαχία στο Τρίκκερι, εκστρατεία για την ανάκτηση των Ψαρών, ενίσχυση πολιορκηµένων στο Μεσολόγγι). Μετά την απελευθέρωση υπήρξε βασικό στέλεχος του Ναυτικού και κατέβαλε ιδιαίτερες προσπάθειες για την αναδιοργάνωσή του. Το 1826 δηµοσίευσε το «Υπόµνηµα περί της Νήσου Ψαρών» που είναι πολύτιµο για τα έγγραφα που περιέχει και γιατί αποτελεί προσωπική µαρτυρία ενός πυρπολητή.
Ξάνθος, Εµµανουήλ (Πάτµος, 1772 Αθήνα, 1851)
Eνας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Σπούδασε στην Πατµιάδα Σχολή και σταδιοδρόµησε ως εµπορικός υπάλληλος. Το 1813 στην Οδησσό συνδέθηκε φιλικά µε τον Νικόλαο Σκουφά και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ. Οι τρεις τους στις 14 Σεπτεµβρίου 1814 συνέστησαν τη Φιλική Εταιρεία. Το ∆εκέµβριο του ίδιου χρόνου εγκαταστάθηκε στην Κων/πολη όπου ως το 1818 εργάστηκε δραστήρια για την προσέλκυση µελών. Με συστατικές επιστολές από τον 'Aνθιµο Γαζή κατευθύνθηκε στην Πετρούπολη, όπου τον Ιανουάριο του 1820 συνάντησε τον Ι. Καποδίστρια, τον ενηµέρωσε για την Εταιρεία και του πρόσφερε την αρχηγία της. Μετά την άρνηση του Καποδίστρια στράφηκε προς τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος και ανέλαβε την ηγεσία της. Ο Ξάνθος συνέχισε να εργάζεται στη Ρωσία και τη Μολδοβλαχία για το συντονισµό της επαναστατικής προετοιµασίας και για τη συγκέντρωση χρηµάτων και εφοδίων. Με ειδικούς απεσταλµένους ενηµέρωσε τους φιλικούς της Ελλάδας για την έναρξη του Αγώνα και µετά την αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες κατέβηκε στην Πελοπόννησο. Το 1826 ανέλαβε να φυγαδεύσει από τις φυλακές της Αυστρίας τον Αλ. Υψηλάντη µετά από πρόταση του αδελφού του ∆ηµητρίου, αλλά ο ίδιος αρνήθηκε να τον ακολουθήσει. Εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι και ζούσε αθόρυβα και τόσο φτωχικά ώστε το 1832 η σύζυγος του µε αναφορά της στη ∆' Εθνοσυνέλευση ζητούσε «το έλεος του έθνους». Ο Ιωάννης Φιλήµων στο έργο του «∆οκίµιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας» το 1834, υπό την επίδραση του Αναγνωστόπουλου, τον κατηγόρησε για κακή διαχείριση των χρηµάτων της Εταιρείας. Ο Ξάνθος συνέταξε απολογητική απάντηση το 1837 και ο Φιλήµων σε άρθρο του στην εφηµερίδα «Αιών» το 1839 αποκατέστησε την αλήθεια. Το 1838 ο Όθων του απένειµε το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Φεύγοντας από τη Βουλή όπου είχε παρακολουθήσει µια συνεδρίαση έπεσε από σκάλα και τραυµατίστηκε θανάσιµα. Κηδεύτηκε στις 30 Νοεµβρίου 1851 µε τιµές στρατηγού. Τα «Αποµνηµονεύµατα περί της Φιλικής Εταιρείας» που έγραψε, παρά τη συντοµία τους, αποτελούν σηµαντική πηγή για την ιστορία της αφού είναι το µοναδικό κείµενο που προέρχεται τη γραφίδα ιδρυτικού της µέλους.
Ξόδιλος, Αθανάσιος (Βυτίνα Γορτυνίας, 1780 Κιονόβιο Βεσσαραβίας, µετά το 1846)
Φιλικός και αποµνηµονευµατογράφος. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1820, πήρε τον ανώτερο βαθµό του «ιερέα» και αναδείχθηκε σ' ένα από τα σηµαντικότερα στελέχη της, µεριµνώντας για τη στρατολόγηση αγωνιστών και προµηθεύοντας µε πολεµοφόδια για την Επανάσταση τον Αλεξ. Υψηλάντη. ∆ιέθεσε όλη τη σηµαντική περιουσία του για την Επανάσταση, µε αποτέλεσµα να υποφέρει οικονοµικά αργότερα. Έγραψε αποµνηµονεύµατα που περιέχουν διαφωτιστικές πληροφορίες για τη Φιλική Εταιρεία και για τα γεγονότα στη Βεσσαραβία και τη Μολδαβία κατά το 1821 στα οποία και ο ίδιος διαδραµάτισε σηµαντικό ρόλο.
Ολύµπιος, Γεωργάκης (Λιβάδι Ολύµπου, 1772 Μονή Σέκου Βλαχίας, 1821)
Φιλικός και αγωνιστής, από τους πιο άξιους συνεργάτες του Αλέξανδρου Υψηλάντn κατά τον Αγώνα στις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες. Εντάχθηκε στο αρµατολίκι του Ολύµπου, όπου διακρίθηκε ως καπετάνιος και εξαιτίας των τουρκικών πιέσεων αναγκάστηκε να εκπατριστεί και να πάει αρχικά στη Σερβία και στη συνέχεια στη Βλαχία. ∆ιακρίθηκε στο Ρωσοτουρκικό πόλεµο (180612), του απονεµήθηκε ο βαθµός του συνταγµατάρχη και ο τσάρος Αλέξανδρος τον συµπεριέλαβε στη στρατιωτική του ακολουθία στο συνέδριο της Βιέννης όπου γνωρίστηκε µε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1817 και συµπιερελήφθη στους «∆ώδεκα Αποστόλους» της. Ανέλαβε και πέτυχε να µυήσει τον εξόριστο αρχηγό των Σέρβων επαναστατών Καραγεώργη και το Βλάχο εθνικιστή Βλαντιµηρέσκου. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τον έθεσε επικεφαλής της έναρξης του Αγώνα στο Βουκουρέστι. ∆ιαδραµάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση και στη διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Όταν ο Βλαντιµηρέσκου διαχώρισε τη θέση του, προσπάθησε να τον πείσει να συνεχίσει τον κοινό αγώνα. H άρνησή του όµως να συµµορφωθεί οδήγησε στη σύλληψη, την καταδίκη και την εκτέλεσή του. Μετά τη διαφυγή του Αλέξ. Υψηλάντη στην Αυστρία εξακολούθησε τις επιθέσεις εναντίον των Τούρκων και κατέφυγε µε τον Ιωάννη Φαρµάκη στη µονή του Σέκου. Σε µια φάση της µάχης αποµονωµένος µε λίγους συντρόφους του πυροβόλησε ένα βαρέλι µε πυρίτιδα και ανατινάχθηκε µαζί µε τους διώκτες του.
Οικονόµου, Αντώνης ('Yδρα, 1785 Κουτσοπόδι 'Aργους, 1821)
Φιλικός και πρωτεργάτης της επαναστατικής εξέγερσης στην Ύδρα. Όταν µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στην Κων/πολη, εγκατέλειψε τα εµπορικά του σχέδια και γύρισε στην Ύδρα, όπου περίµενε την έναρξη του Αγώνα. Τη νύχτα της 27ης Μαρτίου 1821 κήρυξε, παρά την επιφυλακτικότητα των προκρίτων, την Eπανάσταση στην Ύδρα µέσα σε ακράτητο ενθουσιασµό του λαού και στη συνέχεια ανέλαβε την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση του νησιού. Η αριστοκρατική ηγεσία φαινόταν να έχει καταργηθεί και να έχει αντικατασταθεί από ένα λαϊκό πολίτευµα, ψυχή και νους του οποίου ήταν ο Οικονόµου. Η πρώτη ναυτική εκστρατεία του ενωµένου στόλου των νησιών για την απελευθέρωση της Χίου δεν καρποφόρησε (Απρίλιος 1821) και ο ίδιος θεωρήθηκε υπεύθυνος για την αποτυχία. Η προσπάθειά του να επιβάλει τους διεθνείς κανόνες δικαίου για ίση διανοµή της λείας από τη σύλληψη εχθρικών πλοίων προκάλεσε αντιδράσεις, πολλά πληρώµατα τον εγκατέλειψαν και τρεις πλοίαρχοι όρµησαν να τον φονεύσουν. Οι αντίπαλοι του τον συνέλαβαν και τον µετέφεραν στο Κρανίδι. Στις 16 ∆εκεµβρίου 1821 δολοφονήθηκε από στρατιωτική δύναµη που είχε σταλεί για να τον συλλάβει. Παρόλο που η εξουσία του διήρκεσε ενάµισι, περίπου, µήνα, η προσφορά του στην Eπανάσταση υπήρξε σηµαντική, καθώς «µε την τόλµη του ανυψώθηκε υπεράνω της παντοδύναµης αριστοκρατίας και οδήγησε το λαό στον αγώνα της ελευθερίας και της δόξας», όπως αναφέρει ο Σπ. Τρικούπης.
Οικονόµος ο εξ Οικονόµων, Κωνσταντίνος (Τσαριτσάνη Θεσσαλίας, 1780-Αθήνα, 1857)
Κληρικός, θεολόγος, φιλόλογος και δάσκαλος του Γένους. Φοίτησε στη σχολή των Αµπελακίων, χειροτονήθηκε ιερέας και αποδείχθηκε ιεροκήρυκας µε σπάνιες ρητορικές ικανότητες. Το 1806 θεωρήθηκε ύποπτος για συµµετοχή στην ανταρσία του παπά-Ευθύµιου Βλαχάβα και το 1809 προσλήφθηκε από τον Κωνσταντίνο Κούµα στο Φιλολογικό Γυµνάσιο Σµύρνης στο οποίο το 1814 ανέλαβε καθήκοντα σχολάρχη. Επηρεασµένος από τις ιδέες του Κοραή και ακολουθώντας τις επιλογές του Kούµα ευθυγραµµίστηκε απόλυτα µε το κίνηµα του ∆ιαφωτισµού. Μετά το κλείσιµο του Γυµνασίου, εξαιτίας της συστηµατικής επίθεσης της συντηρητικής παράταξης, µετακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου το 1819 διορίστηκε από τον Γρηγόριο τον Ε' ιεροκήρυκας και άρχισε να συµβιβάζεται µε τους αντιπάλους του ∆ιαφωτισµού. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση και άρχισαν οι διώξεις του ελληνικού πληθυσµού στην Κωνσταντινούπολη, κατέφυγε στην Οδησσό και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Πετρούπολη όπου υπηρέτησε την εθνική υπόθεση προσπαθώντας να πετύχει την παρέµβαση του τσάρου για τα θύµατα των διωγµών. Εγκατέλειψε την Ρωσία το 1832 και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1837. Από τα πρώτα χρόνια του Αγώνα είχε υποστηρίξει πως το κίνηµα για την εθνική ανεξαρτησία έπρεπε να κόψει κάθε σχέση µε τις ριζοσπαστικές ιδέες του ∆ιαφωτισµού και της Γαλλικής Επανάστασης που το καθιστούσαν ύποπτο στους χριστιανούς µονάρχες. Στο ανεξάρτητο κράτος έγινε από τους µαχητικότερους σηµαιοφόρους του συντηρητισµού υπερασπιζόµενος την αµετακίνητη προσήλωση στους κανόνες της Oρθοδοξίας. Και στο γλωσσικό ζήτηµα, ενώ παλιότερα ήταν οπαδός της κοραϊκής «µέσης οδού», εµφανίστηκε αργότερα οπαδός του αρχαϊσµού και αντιτάχθηκε κατηγορηµατικά στην πρόταση του Νεόφυτου Βάµβα να µεταφραστεί η Αγία Γραφή στην οµιλούµενη γλώσσα.
Παλαµήδης Ρήγας (Τρίπολη 1794 Αθήνα 1872)
Πολιτικός της Ελληνικής Επανάστασης και των πρώτων δεκαετιών του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Ο πατέρας του είχε χρηµατίσει δραγουµάνος του Τούρκου διοικητή της Τρίπολης, αλλά αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους, λόγω της συµµετοχής του σε οµάδα µε αντιτουρκικά φρονήµατα. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε αργότερα στην Κων/πολη, όπου και ο ίδιος µορφώθηκε. Επιστρέφοντας στην Αρκαδία, πήρε µέρος σε πολλές επαναστατικές επιχειρήσεις. Ο Ρήγας Παλαµήδης εκλέχτηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις της Επιδαύρου, Ερµιόνης, Τροιζήνας και 'Aργους. Υπηρέτησε ως γερουσιαστής, νοµάρχης, σύµβουλος Επικρατείας, υπουργός, πρόεδρος της Βουλής κ.λπ. Πήρε µέρος στο κίνηµα της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 και έγινε µέλος της επιτροπής που συνέταξε το Σύνταγµα. Επιχειρώντας να συγγράψει την ιστορία της Επανάστασης του 1821, συγκέντρωσε πολύτιµο υλικό για γεγονότα και πρόσωπα που έζησε ο ίδιος. Το υλικό αυτό υπάρχει και φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.
Πανουργιάς Ιωάννης (Nάκος) (Άµφισσα 1801 1863)
Γιος του οπλαρχηγού Πανουργιά Πανουργιά. Πήρε µέρος στη µάχη των Βασιλικών, της Αράχοβας µαζί µε τα παλικάρια του Γ. Καραϊσκάκη και σε πολλές άλλες, δίπλα στο Γ. ∆υοβουνιώτη, το ∆. Υψηλάντη κ.α. Ιδιαίτερη γενναιότητα έδειξε στην τελευταία µάχη του Αγώνα στην Πέτρα της Βοιωτίας (1829). Ο Ι. Πανουργιάς είχε και πολιτική δράση: Πληρεξούσιος της 'Aµφισσας στην Εθνοσυνέλευση του 1843 και ως το θάνατό του βουλευτής Παρνασσίδας. Το 1854 ως στρατιωτικός ηγέτης σώµατος εθελοντών µε το βαθµό του υποστρατήγου, τάχθηκε µε το µέρος των υπόδουλων της Θεσσαλίας και πολέµησε αποτελεσµατικά στην περιοχή του Αλµυρού. Ήταν ευρύτατα γνωστός µε το προσωνύµιο Νάκος.
Πανουργιάς Πανουργιάς (∆ρέµισα Φωκίδας 1759 ή 1767 Aµφισσα 1834)
Καταγόταν από σηµαντική οικογένεια κλεφταρµατολών. Στα δεκαέξι του χρόνια έγινε κλέφτης και αργότερα αρµατολός. Μυήθηκε νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και έδρασε κάτω από τις εντολές της µαζί µε τον Οδ. Ανδρούτσο, τον Αθ. ∆ιάκο, το Γ. ∆υοβουνιώτη κ.ά. Πολέµησε στην 'Aµφισσα, στη Γραβιά, στα Βασιλικά. Στην περίοδο των εµφυλίων, ο Π. Πανουργιάς τάχθηκε µε το µέρος των στρατιωτικών, γιατί πίστευε ότι αυτοί ήσαν ικανοί να κρατούν τα ηνία, όσο διαρκούσε ο Αγώνας. Ο Π. Πανουργιάς ήταν γενναίος, ακούραστος και αγνός πατριώτης. 'Eπαιξε ρόλο συµφιλιωτικό σε περιπτώσεις έξαρσης των παθών. Μετά το τέλος της Επανάστασης, ο Πανουργιάς αποσύρθηκε στην 'Aµφισσα, όπου και πέθανε.
Παπαδιαµαντόπουλος Ιωάννης (Κόρινθος 1766 Μεσολόγγι 1826)
Ο Ι. Παπαδιαµαντόπουλος πήγε στην Πάτρα, όπου πολύ γρήγορα έγινε µεγαλέµπορος, πλοιοκτήτης και τραπεζίτης. Μυήθηκε νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και ενίσχυσε τον Αγώνα µε τεράστια χρηµατικά ποσά. Πήρε µέρος στη σύσκεψη της Βοστίτσας και πρωτοστάτησε στην κήρυξη της Επανάστασης. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου και 'Aστρους (1821 και 1823). Ορίστηκε πρόεδρος επιτροπής για τη διεύθυνση των πολεµικών επιχειρήσεων στη ∆. Στερεά. Εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι, διέθεσε µεγάλα ποσά για τον ανεφοδιασµό και βοήθησε άγρυπνα στη διοργάνωση της άµυνας. Σκοτώθηκε στην Έξοδο, πολεµώντας ηρωϊκά. Εγγονός του ήταν ο ποιητής Ι. Παπαδιαµαντόπουλος (Ζαν Μορεάς) που εγκαταστάθηκε και διέπρεψε στη Γαλλία.
Παπανικολής ∆ηµήτριος (Ψαρά 1790 Αθήνα 1855)
Θαρραλέος µπουρλοτιέρης, µε πολλά ναυτικά ανδραγαθήµατα σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού Αγώνα. Στις 27 Μαΐου 1821, στην Ερεσσό της Μυτιλήνης,ανατίναξε τουρκικό δίκροτο που κατευθυνόταν στην Πελοπόννησο. Ο ∆. Παπανικολής πήρε µέρος σε πολλές ναυµαχίες, όπως εκείνη του Γέροντα τον Αύγουστο του 1824. Επίσης έδρασε στα παράλια της Μ. Ασίας και της Αττικής. Μετά την απελευθέρωση εκλέχτηκε πληρεξούσιος των Ψαριανών στην Εθνοσυνέλευση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843. Επίσης διορίστηκε πρόεδρος του Ναυτοδικείου το 1846, θέση που διατήρησε ως το θάνατό του. Το 1927 το ελληνικό κράτος προµηθεύτηκε από τη Γαλλία υποβρύχιο που ονοµάστηκε «Παπανικολής».
Παπάς Εµµανουήλ (∆οβίστα Σερρών 1772 Ύδρα 1821)
Πρωτεργάτης στην εξέγερση της Χαλκιδικής µε εντολές της Φιλικής Εταιρείας, της οποίας ήταν επίλεκτο µέλος. Οι Τούρκοι κινητοποίησαν ισχυρές δυνάµεις από την Πόλη και τη Θεσ/νίκη, µε αποτέλεσµα να πνίξουν στο αίµα την εξέγερση σε όλα τα επαναστατηµένα µέρη της Χαλκιδικής. Παράλληλα, του δήµευσαν την περιουσία στις Σέρρες, του έκαψαν το σπίτι και συνέλαβαν πολλούς συγγενείς του. Μετά την αποτυχία, µπαίνει σε πλοίο µε µερικούς πιστούς συντρόφους του και κατευθύνεται στην Ύδρα για να συνεχίσει από εκεί την επιθετική του δράση εναντίον των Τούρκων. Πέθανε από συγκοπή, λίγο πριν φθάσει στον προορισµό του και ενταφιάστηκε εκεί.
Παπαφλέσ(σ)ας (Πολιανή Μεσσηνίας 1786 Μανιάκι Μεσσηνίας 1825)
Το πραγµατικό του όνοµα, Γρηγόριος ∆ικαίος. Έγινε µοναχός σε διάφορα µοναστήρια του Μοριά και αφού ήρθε σε σύγκρουση µε τους Τούρκους, πέρασε στη Ζάκυνθο κι από εκεί στην Kωνσταντινούπολη. Έγινε αρχιµανδρίτης, µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και έφθασε ως τις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες εκτελώντας εντολές της. Το 1820 έφθασε στην Πελοπόννησο ως πρόδροµος του ∆. Υψηλάντη για την προετοιµασία της Επανάστασης. Συγκάλεσε σε σύσκεψη προκρίτους και οπλαρχηγούς στη Βοστίτσα (2629 Ιαν. 1821). Έφυγε για τη Μάνη όπου συνεργάστηκε µε τους οπλαρχηγούς Θ. Κολοκοτρώνη, Νικηταρά, Περραιβό, Αναγνωσταρά κ.ά. Ξεσήκωνε τα πλήθη, τα ενθουσίαζε και τους άναβε τη φλόγα της εξέγερσης. Με την εισβολή του Ιµπραήµ, έστησε ενέδρα στο Μανιάκι µε 1.500 παλικάρια. Οι υπέρτεροι εχθροί νίκησαν και ο Παπαφλέσσας έπεσε µαχόµενος ηρωικά.
Περραιβός Χριστόφορος (Πούρλες Ολύµπου 1774 Αθήνα 1863)
Νεαρός έφτασε στο Βουκουρέστι για ευρύτερες σπουδές. Εκεί, συνδέθηκε µε το Ρήγα Βελεστινλή, συνεργάστηκε και ταξίδεψε µαζί του στην Τεργέστη. Συνελήφθη από την αυστριακή αστυνοµία µαζί µε το Ρήγα και τους άλλους συντρόφους, αλλά προφασιζόµενος τον ανίδεο, φυγαδεύτηκε στην Κέρκυρα µε τη βοήθεια του γάλλου προξένου. Πέρασε στην Πάργα, συνδέθηκε µε τους Σουλιώτες και τους βοήθησε ηθικά και υλικά στους αγώνες τους εναντίον του Αλή Πασά. Yστερα από πολλές περιπλανήσεις, το 1817 βρέθηκε στη Μόσχα όπου µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Εργάστηκε πρόθυµα για τους σκοπούς της σε διάφορα µέρη και έφτασε στη Μάνη όπου συνεργάστηκε µε τους Μαυροµιχαλαίους για την προετοιµασία της Επανάστασης. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος στη Γ' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και στη ∆ του 'Aργους. Μετά την απελευθέρωση έγραψε «Αποµνηµονεύµατα», «Σύντοµον βιογραφίαν του αοιδίµου Ρήγα Φεραίου του Θετταλού» και άλλα κείµενα σχετικά µε τη διαφωτιστική, πολεµική και πολιτική του δράση
Περρούκας (ή Μπερρούκας)
Αυτό το επώνυµο έφεραν τρία αδέλφια: Ιωάννης, Χαράλαµπος και ∆ηµήτριος. Eδρασαν κατά την προεπαναστατική περίοδο στην περιοχή της Αργολίδας και πρόσφεραν πολύτιµες υπηρεσίες στην προετοιµασία της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Χαράλαµπος (17931824), φιλικός, εκλέχτηκε µέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, πληρεξούσιος του 'Aργους, στη Β Εθνοσυνέλευση του 'Aστρους, καθώς και υπουργός Οικονοµίας µετά την απελευθέρωση. Ο ∆ηµήτριος σπούδασε νοµικά και ξένες γλώσσες. Πληρεξούσιος του 'Aργους στην Α Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, στην ∆' του 'Aργους και γερουσιαστής. Επίσης χρηµάτισε µέλος της επιτροπής που κατάρτισε το Σύνταγµα του 1844. Στενός συνεργάτης του Καποδίστρια, ήλθε σε σύγκρουση µε την παράταξη του Γ. Κουντουριώτη, η οποία τον είχε αποκηρύξει. ∆ολοφονήθηκε από αγνώστους, το 1851, στο σπίτι του στο 'Aργος.
Πετιµεζαίοι ή Πετµεζαίοι
Μέλη της οµώνυµης ιστορικής οικογένειας που καταγόταν από την Ήπειρο, αλλά κατέφυγε στην Αχαΐα λόγω των τουρκικών διώξεων. Οι σπουδαιότεροι: Αθανάσιος, Αναγνώστης, Βασίλειος, Θρασύβουλος, Κωνσταντίνος, Νικόλαος. Αυτοί και αρκετοί άλλοι πρόσφεραν µεγάλες υπηρεσίες στην πατρίδα πριν, κατά και µετά την Επανάσταση του 1821. Ο Αναγνώστης (Σουδενά Καλαβρύτων 1765Βασιλικά Κορίνθου 1822), φιλικός και αγωνιστής του 1821. Πολέµησε µε το Θ. Κολοκοτρώνη και άλλους οπλαρχηγούς. Σκοτώθηκε σε τουρκική ενέδρα µαζί µε το δεκαεφτάχρονο γιο του. Ο Βασίλειος (Σουδενά Καλαβρύτων 1785Αίγιο 1872), φιλικός και αγωνιστής, στρατιωτικός και πολιτικός. Πληρεξούσιος στις Eθνοσυνελεύσεις, στρατηγός, βουλευτής, γερουσιαστής, διετέλεσε ακόµη επίτιµος υπασπιστής του Γεωργίου Α΄. Ο Κωνσταντίνος (Σουδενά Καλαβρύτων 17641825), κλεφταρµατολός, φιλικός, αγωνιστής του 1821. Φιλικός, µε πλούσια δράση, εκλέχθηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου και Aστρους. Στους εµφύλιους πολέµους συντάχθηκε µε τους στρατιωτικούς, προκαλώντας την οργή των πολιτικών. Ο Νικόλαος (Σουδενά Καλαβρύτων 1790Καλάβρυτα 1865), φιλικός, αγωνιστής του 21, στρατιωτικός, πολιτικός. Συνδέθηκε µε το Θ. Κολοκοτρώνη και συµπολέµησε µε τον Οδ. Ανδρούτσο. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος στην Εθνοσυνέλευση του 1844 και επανειληµµένα βουλευτής.
Πετρουλάκης ∆ηµήτριος (Ράχη Μάνης, 1800Αθήνα,1870)
Καταγόταν από ισχυρή µανιάτικη οικογένεια. Πήρε µέρος στην Eπανάσταση του 1821. Πολέµησε σκληρά εναντίον του Ιµπραήµ, στις κρίσιµες ώρες του Αγώνα. Μετά την απελευθέρωση υποστήριξε τον Ι. Καποδίστρια και αργότερα τον Όθωνα, ως αξιωµατικός της Βασιλικής Φάλαγγας. Αποφασιστική υπήρξε η συµµετοχή του στην Eπανάσταση της Θεσσαλίας του 1854, καθώς και στην Κρητική εξέγερση του 186669. Το 1850 εκλέχθηκε βουλευτής Μάνης.
Πλαπούτας (ή Κολιόπουλος) ∆ηµήτριος (Παλούµπα, Γορτυνίας, 17861864)
Φιλικός και οπλαρχηγός του 1821, στενός συνεργάτης του Θ. Κολοκοτρώνη. Με τους διωγµούς των Τούρκων, πήγε στη Ζάκυνθο και κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό ως εκατόνταρχος. Επιστρέφοντας στο Μοριά, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στον ξεσηκωµό της Γορτυνίας. Μετά την απελευθέρωση υποστήριξε τον Ι. Καποδίστρια και πήρε το βαθµό του συνταγµατάρχη. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος Γορτυνίας στην ∆' Εθνοσυνέλευση του 'Aργους (1824). Το 1832 ταξίδεψε στο Μόναχο µαζί µε τον Κ. Μπότσαρη και Α. Μιαούλη για να υποβάλουν χαιρετισµό στον πρίγκιπα Όθωνα, µέλλοντα βασιλιά της Ελλάδας. Το έτος 1833 τον κατηγόρησαν, µαζί µε το Θ. Κολοκοτρώνη ως ύποπτο συνωµοσίας εναντίον της αντιβασιλείας, πριν από την ενηλικίωση του Όθωνα. Οι δύο αγωνιστές κλείστηκαν στις φυλακές του Ναυπλίου, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο, µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Με την ενηλικίωση του βασιλιά, τους δόθηκε χάρη και αποφυλακίστηκαν. Eγινε γερουσιαστής και αποσύρθηκε στη γενέτειρά του µε το βαθµό του αντιστράτηγου. Πέθανε ειρηνικά στον οικογενειακό πύργο, που σώζεται ακόµη και αποτελεί αξιοθέατο σηµείο για τους επισκέπτες.
Πολυζωίδης Αναστάσιος (Μελένικο Μακεδονίας, 1802 Αθήνα 1873)
Η εύπορη οικογένειά του φρόντισε για την άρτια µόρφωσή του στην Ελλάδα και στην Αυστρία. Σπούδασε ιατρική και θεωρητικές επιστήµες. Σχετίστηκε µε εξέχουσες προσωπικότητες του ∆ιαφωτισµού, που του θέρµαναν τον πόθο για ελευθερία, αφύπνιση, ανθρωπισµό και δηµοκρατία. Παρά την επιθυµία του, δεν πρόλαβε να συναντηθεί µε τον Αλ. Υψηλάντη και να καταταγεί στον Ιερό Λόχο, διότι η καταστροφή είχε ήδη συντελεστεί. Μαζί µε γερµανούς φιλέλληνες έφθασε στην Ακαρνανία κι από εκεί στο µαχόµενο Μεσολόγγι. Χρηµάτισε γραµµατέας του Μαυροκορδάτου, επεξεργάστηκε το κείµενο του «Προσωρινού Πολιτεύµατος», και συνέταξε τη διακήρυξη της Α΄ Εθνοσυνέλευσης. Μετά την απελευθέρωση, η Αντιβασιλεία τον διόρισε πρόεδρο του Πρωτοδικείου Ναυπλίου. Στη δίκη του Κολοκοτρώνη, µαζί µε το δικαστή Γεώργιο Τερτσέτη, αρνήθηκε να ψηφίσει τη θανατική καταδίκη των Θ. Kολοκοτρώνη και Πλαπούτα. Απολύθηκε, φυλακίστηκε, δικάστηκε για απείθεια, αλλά τελικά αθωώθηκε. Με την ενηλικίωση του Όθωνα, έγινε αρεοπαγίτης και αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου. Ως υπουργός Εσωτερικών θέσπισε το νοµοθέτηµα για την ελευθεροτυπία.
Πραίδης Γεώργιος (Μουδανιά Μ. Ασίας , 1791 Αθήνα,1873)
Μορφώθηκε στη γενέτειρά του και στην Κων/πολη και σπούδασε νοµικά στη Γερµανία και Γαλλία. Στη Βλαχία, όπου έζησε πριν την Επανάσταση, µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Μαζί µε άλλους Έλληνες σπουδαστές, έφθασε στο Μεσολόγγι το Μάρτιο του 1821. Έγινε γραµµατέας του Αλ. Μαυροκορδάτου και τον αντικαθιστούσε σε σηµαντικές συσκέψεις, όταν εκείνος απουσίαζε. Βοήθησε πολύ στην άµυνα του Μεσολογγίου, κατά το διάστηµα της πρώτης πολιορκίας του. Ο Γ. Πραΐδης µετά την απελευθέρωση, έγινε στενός συνεργάτης του Ι. Καποδίστρια. Με τις νοµικές γνώσεις, την ευθύτητα, την ειλικρίνεια και τη φιλοπατρία του πρόσφερε πολύτιµες υπηρεσίες στην κυβέρνηση και το έθνος. Από το 1830 όµως, έγινε οξύτατος επικριτής της καποδιστριακής πολιτικής. Η αντιβασιλεία τον διόρισε υπουργό ∆ικαιοσύνης. Μεταπήδησε στο δικαστικό κλάδο και µετά την Eπανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843, εργάστηκε για την οργάνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ρούφος Kανακάρης Αθανάσιος (Πάτρα 1760 Ερµιόνη 1823 )
Πρόκριτος της Πάτρας. Φιλικός µε πολιτική δράση. Χρηµάτισε επανειληµµένα Βεκίλης (αντιπρόσωπος ) του Μοριά στην Υψηλή Πύλη. Το 1821 στην Πόλη µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και µε την έκρηξη της Eπανάστασης έσπευσε στην Πάτρα. Μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, µέλος της επιτροπής σύνταξης του «Προσωρινού Πολιτεύµατος της Επιδαύρου», µέλος του Εκτελεστικού Σώµατος και αντιπρόεδρος. Επέδειξε µετριοπάθεια σε δύσκολες στιγµές του Αγώνα για τον οποίο διέθεσε και ολόκληρη την περιουσία του.
Ραµπώ (Raybaud) Φρανσουά Μαξίµ (17951894)
Γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας, που πήρε µέρος στο αγώνα του 1821. Τον Ιούλιο του 1821 αναχώρησε από τη Μασσαλία µαζί µε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο κι άλλους Ευρωπαίους εθελοντές για το Μεσολόγγι. Στην Ελλάδα ονοµάστηκε υπασπιστής του Μαυροκορδάτου και υπηρέτησε στο γενικό επιτελείο του τακτικού στρατού. Παρευρέθηκε στο στρατόπεδο του ∆ηµήτρη Υψηλάντη στην Τριπολιτσά στην τελευταία φάση της πολιορκίας. Συµµετέσχε στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο και µετά την µάχη του Πέτα επέστρεψε στη Γαλλία. Επανήλθε στην Ελλάδα το 1825 συνοδεύοντας εθελοντές και πολεµοφόδια, ξανά το 1826 και το 1828 µε σκοπό να εγκαταστήσει τυπογραφείο και να εκδώσει εφηµερίδα. Το τυπογραφείο του, σε συνεννόηση µε τον Καποδίστρια το εγκατέστησε στην Πάτρα όπου εξέδιδε τη γαλλόφωνη εφηµερίδα « Ταχυδρόµος της Ανατολής ».
Ράγκος Γιαννάκης (Συντέκινο Βάλτου 1790 Αιτωλικό 1870 )
Αγωνιστής του 1821 από τους κυριότερους οπλαρχηγούς της ∆υτικής Στερεάς Ελλάδας. Από το 1821 ως το 1825 πρωταγωνίστησε σε σειρά µαχών στην Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο. Σηµαντική ήταν η παρουσία του στην περιοχή Μακρυνόρους και στην 'Aρτα, καθώς και στην Πελοπόννησο εναντίον του Ιµπραήµ. Ο Ράγκος ενεργούσε µε γνώµονα τα προσωπικά του τοπικά συµφέροντα και άλλαζε µε µεγάλη ευκολία και διορατικότητα τους πολιτικούς του προστάτες. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια ο Ράγκος αποτραβήχτηκε στο Αιτωλικό και κατά την οθωνική περίοδο πήρε µέρος στα αντιοθωνικά κινήµατα της Στερεάς και στα λυτρωτικά κινήµατα.
Σανταρόζα (SANTAROSA) Ανιµπάλε (1783 1825)
Ιταλός επαναστάτης και λόγιος από τους πρωτεργάτες του απελευθερωτικού κινήµατος του Πεδεµοντίου (1821) και από τους σηµαντικότερους φιλέλληνες. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης του Πεδεµοντίου, ο Σανταρόζα κατέφυγε στο Παρίσι και µετά στο Λονδίνο. Ο φιλελληνισµός του τον οδήγησε στην απόφαση να έρθει στην Ελλάδα και το ∆εκέµβριο του 1824 έφθασε στο Ναύπλιο. Η ελληνική διοίκηση δείχνει επιφυλακτική απέναντί του, µη θέλοντας να παρουσιάζει στην Ευρώπη του Μέττερνιχ τον Ελληνικό Αγώνα συνδεδεµένο µε τα επαναστατικά κινήµατα της Ιταλίας. Το 1825 ακολούθησε τους Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και Γεώργιο Κουντουριώτη στη Μεσσηνία. Αµέσως µετά κλήθηκε για ενίσχυση στη Σφακτηρία όπου σε επίθεση των Αιγυπτιακών δυνάµεων βρήκε το θάνατο ( 29 Απριλίου 1825 ).
Σαχίνης Γεώργιος (Ύδρα 1789Αθήνα 1864)
Αγωνιστής, από τους ικανότερους πλοιάρχους του ελληνικού ναυτικού κατά την Eπανάσταση του 1821. Είχε εκπαιδευτεί στην Κέρκυρα και από νεαρή ηλικία είχε επιδοθεί στο ναυτικό επάγγελµα. Με την έκρηξη του Αγώνα εντάχθηκε στη ναυτική υδραϊκή δύναµη υπό τον Ανδρέα Μιαούλη. Πήρε µέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις και χρησιµοποιήθηκε επίσης εξαιτίας της γλωσσοµάθειάς του πολλές φορές από την Ελληνική Κυβέρνηση στις διαπραγµατεύσεις µε τον εχθρικό στόλο ή το στόλο των ξένων δυνάµεων . Αξιοµνηµότευτη υπήρξε η δράση του στον Ιόνιο και Ιταλικό κόλπο. Το 1823 έγινε διοικητής Σύρου και Μυκόνου και το 1836 ορίστηκε αρχηγός της ναυτικής µοίρας του Αιγαίου. ∆ιετέλεσε υπασπιστής του βασιλιά Όθωνα και διευθυντής του Ναυτικού ∆ιευθυντηρίου Πόρου.
Σαχτούρης Γεώργιος (Ύδρα 1783 1841 )
Εξέχουσα µορφή του Ναυτικού Αγώνα του 1821. Αντιναύαρχος του υδραϊκού στόλου, από τους τολµηρότερους αγωνιστές στις θαλάσσιες επιχειρήσεις. Πήρε µέρος στην επιχείρηση για την απελευθέρωση της Χίου και το 1824 µετά την καταστροφή των Ψαρών στην επιχείρηση ανακατάληψης του νησιού. Αποφασιστική υπήρξε η συµβολή του στις ναυµαχίες της Μυκάλης, του Γέροντα και του Καφηρέα. Συµµετείχε (1826 ) στον ανεφοδιασµό των πολιορκηµένων στο Μεσολόγγι και στην επιχείρηση της Αλεξάνδρειας ( 1827 ) για την πυρπόληση του Αιγυπτιακού στόλου. Ο Καποδίστριας τού ανέθεσε την αρχηγία της µοίρας των ακτών της Μεσσηνίας και τον αποκλεισµό της θαλάσσιας περιοχής από τον Αµβρακικό ως την Κρήτη. Στην οθωνική περίοδο ήταν διοικητής του πολεµικού ναυστάθµου του Πόρου.
Σέκερης Παναγιώτης (Τρίπολη,1783 Ναύπλιο,1854)
Eµπορος, ηγετικό στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας. Το 1818 εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία και µε τον ενθουσιασµό του βοήθησε να γίνει γνωστή στους κύκλους των µεγαλεµπόρων της Πόλης, οι οποίοι και την στήριξαν οικονοµικά και διευκόλυναν την επέκτασή της. Μετά τον θάνατο του Σκουφά, όταν αποκαλύφθηκαν όλα τα σχετικά µε την «Ανωτάτη Αρχή», ορκίστηκε ότι θα προσφέρει για τους σκοπούς της Εταιρείας την περιουσία και τη ζωή του. Με τις δωρεές του συνέβαλε στην εξόρµηση στη Μακεδονία, Ήπειρο, Πελοπόννησο και στα νησιά για την προώθηση της επαναστατικής ιδέας. Με την έκρηξη της Eπανάστασης διέφυγε στην Οδησσό, οικονοµικά εξαντληµένος, όµως συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο αγωνιζόµενο έθνος. Το 1830 ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, όπου πέθανε πάµφτωχος.
Σκουζές Παναγής (17771847)
Ασχολήθηκε µε το ναυτικό επάγγελµα και απέκτησε µεγάλη περιουσία, µέρος της οποίας διέθεσε για αγορές ακινήτων στην Αττική. Το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και µε την έκρηξη του αγώνα εφοδίαζε τους Αθηναίους µε όπλα. Το 1822 εκλέχτηκε ∆ηµογέροντας και πρόσφερε µεγάλες υπηρεσίες κατά την πολιορκία της Αθήνας από τον Κιουταχή και σε όλες τις µάχες για την υπεράσπισή της. Το 1834 ίδρυσε το « Γραφείο Π. Σκουζέ » ένα από τα πρώτα πιστωτικά ιδρύµατα της χώρας. Στα Αποµνηµονεύµατά του δίνει το χρονικό της σκλαβωµένης Αθήνας από το 1772 έως το 1796.
Σπυροµήλιος (Χειµάρρα, 1800 Αθήνα, 1880 )
Στρατιωτικός, αγωνιστής του 1821 µε σηµαντική συµµετοχή στη Β' πολιορκία του Μεσολογγίου. Πολιτικός την εποχή του Όθωνα και αποµνηµονευµατογράφος. Σπούδασε τη στρατιωτική τέχνη στη Νεάπολη της Ιταλίας. Έλαβε µέρος στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ναύπλιο και την Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Έγινε αρχηγός της προσωπικής φρουράς του ∆.Υψηλάντη. Ως Καποδιστριακός γνώρισε διώξεις από την Αντιβασιλεία του Όθωνα. Στο διάστηµα 184044 ήταν διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και συµµετέσχε ενεργά στα γεγονότα της 3ης Σεπτεµβρίου 1843. Για την ανάµειξή του στα απελευθερωτικά κινήµατα του 1854 διώχτηκε από το «Υπουργείο Κατοχής » του Μαυροκορδάτου. Ως το 1876 ανέλαβε ξανά τέσσερες φορές του Υπουργείο Στρατιωτικών, ονοµάστηκε σύµβουλος Επικρατείας (186872) και πρόεδρος της Βουλής (1872 ). Στα Αποµνηµονεύµατα του κατέγραψε τα ιστορικά γεγονότα της β' πολιορκίας του Μεσολογγίου.
Στορνάρης (ή Στουρνάρης) Νικόλαος (Περιοχή Ασπροποτάµου 1775 Μεσολόγγι 1826)
Αρµατολός και οπλαρχηγός του 1821, ανήκε σε µια από τις πιο ισχυρές αρµατολικές οικογένειες της ∆υτικής Στερεάς. Τον Ιούλιο του 1821 επικεφαλής άλλων οπλαρχηγών και κατοίκων της επαρχίας Ασπροποτάµου κήρυξε την Eπανάσταση στην Πόρτα, στην Πρέβεντα, στην Καλαµπάκα κ.α. και σύντοµα απέκτησε τον έλεγχο της περιοχής. Oταν ηττήθηκε στην Πόρτα και πολλοί από τους άνδρες του τον εγκατέλειψαν, αναγκάστηκε να συµβιβαστεί µε τον εχθρό για να προφυλάξει τα χωριά από πιθανές καταστροφές. Το 1823 πήγε στο Μεσολόγγι. Πήρε µέρος στη Συνέλευση των οπλαρχηγών της ∆υτικής Στερεάς και εκλέχτηκε µέλος του πολεµικού συµβουλίου. Με την προέλαση του Κιουταχή προς το Μεσολόγγι ανέλαβε την αρχηγία των ενόπλων δυνάµεων της πόλης. Παρέµεινε στο Μεσολόγγι όλο το διάστηµα της B πολιορκίας ως επικεφαλής σώµατος της Φρουράς και σκοτώθηκε κατά την Έξοδο.
Στράτος Γιαννάκης (Βάλτος Ακαρνανίας 17931848)
Οπλαρχηγός του 1821 και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες εναντίον των Τούρκων στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα και Ήπειρο. Το 1826 τοποθετήθηκε Φρούραρχος στο Ιτς Καλέ Ναυπλίου και το 1828 ως διοικητής της Γ Χιλιαρχίας πολέµησε για την ανακατάληψη της Στερεάς. Πήρε µέρος στις επιχειρήσεις του Αυγουστίνου Καποδίστρια στο Αντίρριο και του ∆ηµ. Υψηλάντη στη Θήβα.
Στράτος Σωτήριος ( Βάλτος Ακαρνανίας 17901865 )
Οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Πολέµησε στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα. Στα χρόνια του Oθωνα εντάχτηκε στην Βασιλική Φάλαγγα. Μετά την Eπανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 πολιτεύθηκε στο Βάλτο και εκλέχτηκε πληρεξούσιος στην Α Εθνοσυνέλευση.Το 1854 πήρε µέρος στα λυτρωτικά κινήµατα των υποδούλων της Θεσσαλίας και της Ηπείρου.
Σισίνης Γεώργιος (Γαστούνη 1769 1831 )
Προεστός της Γαστούνης και φιλικός από τους πρωτεργάτες της Ελληνικής Eπανάστασης του 1821 στην Πελοπόννησο. Συνέβαλε σηµαντικά στην πολιορκία της Πάτρας από τους Έλληνες και σε όλη τη διάρκεια της Eπανάστασης παρέµεινε ο πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της επαρχίας του. Χρηµάτισε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις και εκλέχτηκε Πρόεδρος της Γ Εθνικής Συνέλευσης (1827 ) και της ∆ Εθνοσυνέλευσης του 'Αργους. ∆ιορίστηκε γερουσιαστής από τον Ιωάννη Καποδίστρια (1829 ) και σύντοµα ανέλαβε την προεδρία της Γερουσίας. Μεγάλη συµµετοχή στην Eπανάσταση είχαν οι δύο γιοι του Χρύσανθος και Μιχαήλ.
Τζαβέλας Κίτσος (Σούλι, 1800Αθήνα, 1855)
Ηγετική µορφή της Ελληνικής Eπανάστασης. Πρωθυπουργός της Ελλάδας (1847 1848). To 1822 πολέµησε στην 1η πολιορκία του Μεσολογγίου και σε άλλες µάχες, στο πλευρό του Μάρκου Μπότσαρη και στη συνέχεια του Καραϊσκάκη. ∆ιακρίθηκε σε µάχες εναντίον του Ιµπραήµ (1825 ) και τον Αύγουστο του 1825 µπήκε στο πολιορκούµενο Μεσολόγγι. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο. Πολέµησε στην Αττική και µετά την άφιξη του Καποδίστρια πήρε µέρος στην εκκαθάριση της Ρούµελης από τους Τούρκους. Το 1828, ύστερα από πολλές συγκρούσεις µε τους Τούρκους, κατόρθωσε να απελευθερώσει µεγάλο τµήµα της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας. Το 1829 έλαβε µέρος στην εκστρατεία για την κατάληψη του Αντίρριου, της Ναυπάκτου και του Μεσολογγίου. ∆ιετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών το 1844 και το 1849. Μετά το θάνατο του Ιωάννη Κωλέττη ανέλαβε Πρωθυπουργός (18471848 ). Ονοµάστηκε γερουσιαστής και έλαβε µέρος στην εξέγερση των αλύτρωτων περιοχών το 1854.
Τοµπάζης Εµµανουήλ (Ύδρα, 17841831)
Πρόκριτος της Ύδρας, ναυµάχος της Ελληνικής Επανάστασης και αρµοστής της Κρήτης (1823 24 ). Από µικρός ασχολήθηκε µε το ναυτικό επάγγελµα. Αντιτάχτηκε στην αρχή στον ξεσηκωµό της Ύδρας, αλλά στη συνέχεια πήρε ενεργό µέρος στις επιχειρήσεις. Σηµαντικότερη ήταν η συµµετοχή του στη ναυµαχία της Πάτρας. Ως πληρεξούσιος των Υδραίων συµµετείχε στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου (1822) και'Aστρους (1823). Το 1823 διορίστηκε αρµοστής της Κρήτης µετά από πρόταση των Κρητικών. Η παρουσία του αναζωογόνησε την Κρητική Eπανάσταση και εξοµάλυνε τις αντιθέσεις των Σφακιανών µε τους άλλους Κρητικούς οπλαρχηγούς.Oµως δε µπόρεσε να γεφυρώσει τις εσωτερικές αντιθέσεις, ενώ η αποβίβαση µεγάλων Τουρκοαιγυπτιακών δυνάµεων καθιστούσε προβληµατική την εξέλιξη της Κρητικής Eπανάστασης, αφού δε µπορούσε να εξασφαλίσει την πειθαρχία των οπλαρχηγών. Το 1824 επέστρεψε στην Ελλάδα. Πήρε µέρος στην επιχείρηση των Ψαρών και στη Ναυµαχία του Γέροντα (1824).
Τοµπάζης Ιάκωβος (Γιακουµάκης) (Ύδρα, 17221829)
Φιλικός, ναύαρχος της ναυτικής µοίρας της Ύδρας. Από την εφηβική του ηλικία ασχολήθηκε µε τη ναυτιλία και γρήγορα έγινε πλοιοκτήτης. Μυήθηκε το 1818 στη Φιλική Εταιρεία και ανέπτυξε µεγάλη δραστηριότητα για την προετοιµασία της Eπανάστασης. Με την έναρξη της Eπανάστασης δραστηριοποιήθηκε και διέθεσε τα πλοία του στον Αγώνα. Έλαβε µέρος στη ναυτική εκστρατεία στη Χίο και στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Επειδή η αντιµετώπιση των ισχυρών τουρκικών πλοίων παρουσίαζε δυσχέρειες αποφασίστηκε η χρήση πυρπολικών. Λέγεται µάλιστα ότι είναι ο πρώτος που πρότεινε τη χρήση των πυρπολικών. ∆ιεύθυνε την επιχείρηση πυρπόλησης τουρκικού δίκροτου στη Ερεσό από τον Παπανικολή. Ανέπτυξε δράση στη θαλάσσια περιοχή της Σάµου, καθώς και στις νότιες και δυτικές πελοποννησιακές ακτές. Για την Eπανάσταση εκτός από τα πλοία του διέθεσε και όλη τη χρηµατική περιουσία του.
Τσακάλωφ Αθανάσιος (Γιάννενα,1788 Μόσχα, 1851
Eνας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Γιος του Νικηφόρου Τεκελή. Aναγκάστηκε να καταφύγει στη Ρωσία πριν τελειώσει τις σπουδές του κι από εκεί στο Παρίσι αφού προηγουµένως άλλαξε το επώνυµό του σε Τσακάλωφ. Το 1813 επέστρεψε στην Ρωσία και συναντήθηκε στην Οδησσό µε τον Νικόλαο Σκουφά και τον Εµµανουήλ Ξάνθο. Λίγο αργότερα 1814 ίδρυσαν τη Φιλική Εταιρεία.Oταν το 1821 ανέλαβε την ηγεσία ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο Τσακάλωφ έσπευσε στη Μολδοβλαχία, από την Πίζα όπου βρισκόταν, για να συµµετάσχει στον αγώνα και συνόδευσε το ∆. Υψηλάντη στην Ελλάδα ως υπασπιστής του. Ο Τσακάλωφ µε σηµαντική συµβολή στην προετοιµασία του Αγώνα, δεν αναµίχθηκε στο πολιτικά πράγµατα και δεν ανέλαβε διοικητικές ή άλλες θέσεις. Μόνο µετά την άφιξη του Καποδίστρια τον βρίσκουµε υπάλληλο του Γενικού Φροντιστηρίου και πληρεξούσιο της Ηπείρου στη ∆ Eθνοσυνέλευση του 'Aργους (1829 ). Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα, όπου και πέθανε το 1851 χωρίς καµιά ανάµειξη στα κοινά.
Τσαµαδός Αναστάσιος (Ύδρα, 1774 Σφακτηρία, 1825 )
Ναυµάχος της Ελληνικής Επανάστασης. Από µικρός ασχολήθηκε µε το ναυτικό επάγγελµα και µε την κήρυξη της Επανάστασης µετέτρεψε το πλοίο του σε πολεµικό. Το 1821 µε την υδραϊκή ναυτική µοίρα έλαβε µέρος στις επιχειρήσεις του Αιγαίου και στον Παγασητικό. Αλλά και στα επόµενα χρόνια συµµετείχε σε όλες σχεδόν τις ναυτικές εκστρατείες στο Αιγαίο, τα Πελοποννησιακά παράλια και τον Κορινθιακό. Το 1825 κατέπλευσε στο Νεόκαστρο µε τρόφιµα και πολεµικό υλικό και κατόρθωσε να εφοδιάσει το φρούριο που πολιορκούσε ο Ιµπραήµ. O Tσαµαδός σκοτώθηκε στη Σφακτηρία κατά την επίθεση των δυνάµεων του Iµπραήµ.
Τσόκρης ∆ηµήτριος (17961875)
Οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821.Έµπορος στην Κωνσταντινούπολη, ήρθε αµέσως στην Ελλάδα µε την έκρηξη της Eπανάστασης και τάχθηκε υπό τις διαταγές του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Πήρε µέρος στην πολιορκία του Ναυπλίου και σε µάχες εναντίον του ∆ράµαλη. Αξιοµνηµόνευτη ενέργειά του ήταν η πυρπόληση του Αργολικού κάµπου και η καταστροφή των αποθηκευµένων σιτηρών της Αργολίδας. Στο διάστηµα 182526 αγωνίστηκε εναντίον του Ιµπραήµ στα περισσότερα Πελοποννησιακά µέτωπα. Υπέρµαχος της πολιτικής Καποδίστρια, µετά το θάνατο του Κυβερνήτη εκτέλεσε χρέη Προέδρου του έκτακτου στρατοδικείου και καταδίκασε σε θάνατο το Γεώργιο Μαυροµιχάλη. Από την Αντιβασιλεία διώχθηκε και φυλακίστηκε, ενώ αποκαταστάθηκε το 1847. Αντιοθωνιστής, αναµίχθηκε στη Ναυπλιακή επανάσταση του 1862 και εξορίστηκε. Ύστερα από την έξωση του Όθωνα επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1864 έγινε υπασπιστής του Γεωργίου Α.
Τσώρτς (Church) Σερ Ρίτσαρντ (1784 1873 )
Βρετανός στρατηγός, αρχιστράτηγος των Ελληνικών στρατιωτικών δυνάµεων ξηράς (1827). Έλαβε µέρος στους Ναπολεόντειους πολέµους. Το 1809 συµµετέσχε στην κατάληψη των νησιών Ζακύνθου, Κεφαλονιάς, Ιθάκης και Κυθήρων που βρίσκονταν υπό Γαλλική κυριαρχία. Ιδρυσε στη Ζάκυνθο σύνταγµα ελαφρού πεζικού και ως επικεφαλής του αγωνίστηκε το 1810 στη Λευκάδα όπου και τραυµατίστηκε σοβαρά. Πρωτοστάτησε στην καταστολή των απελευθερωτικών κινηµάτων στη νότια Ιταλία και Σικελία. Το 1827 έφθασε στην Ερµιονίδα και ο ερχοµός του χαιρετίστηκε µεν από τους Έλληνες, όµως οι προσδοκίες τους διαψεύστηκαν. Χωρίς ιδιαίτερες στρατηγικές ικανότητες, η συµπόρευσή του µε τον Κόχραν για κατά µέτωπο επίθεση εναντίον του Κιουταχή, παρά την αντίθεση του Καραϊσκάκη, οδήγησαν στην πανωλεθρία των Ελλήνων στον Ανάλατο, στην παράδοση της Ακρόπολης και στην καταστολή της Eπανάστασης στην Στερεά Ελλάδα. Μετά τη ναυµαχία του Ναβαρίνου εξεστράτευσε στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα και κατόρθωσε να συγκροτήσει στρατόπεδο στο ∆ραγαµέστο. Ο διορισµός του Αυγουστίνου Καποδίστρια ως πληρεξουσίου τοποτηρητή του αδελφού του στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα προκάλεσε τη δυσαρέσκειά του και παραιτήθηκε. Παρέµεινε όµως στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου και πέθανε.
Υψηλάντης Αλέξανδρος (Κωνσταντινούπολη 1792Βιέννη 1828)
Στρατιωτικός και επαναστάτης, ηγέτης της Φιλικής Εταιρείας στην τελευταία φάση της και αρχηγός της Ελληνικής Eπανάστασης του 1821. Πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ανατράφηκε σε περιβάλλον που διαπνεόταν από έντονο πατριωτισµό και έλαβε εκλεκτή µόρφωση. Στην Πετρούπολη όπου ακολούθησε τον πατέρα του φοίτησε στη Σχολή Σώµατος Βασιλικών Ακολούθων και στη συνέχεια υπηρέτησε στα σώµατα της αυτοκρατορικής φρουράς µε διακρίσεις στα πεδία των µαχών. Τον Μάρτιο του 1820 στην Πετρούπολη ο Εµµανουήλ Ξάνθος του πρόσφερε την αρχηγία της Φιλικής Eταιρείας την οποία αποδέχθηκε αφού πρώτα συµβουλεύτηκε τον Ιωάννη Καποδίστρια και αφού έγιναν δεκτοί από τον Ξάνθο οι όροι που έθεσε. Με αρχηγό τον Υψηλάντη έγινε δυνατό να υπερνικηθούν οι αµφιβολίες και η κρίση εµπιστοσύνης για την άγνωστη «Αρχή» και να αναπτερωθεί το ηθικό και ο ενθουσιασµός των στελεχών. Με την ενθάρρυνση του Καποδίστρια πείσθηκε ότι έπρεπε να επισπευσθεί η προπαρασκευή της Eπανάστασης και τον Ιούνιο του 1820 εγκαταστάθηκε στη Οδησσό. Ενέκρινε το «Σχέδιο Γενικό» της Eπανάστασης που είχαν συντάξει οι Παπαφλέσσας και Λεβέντης και το οποίο προέβλεπε εξέγερση Σέρβων και Μαυροβουνίων, επανάσταση της Μολδοβλαχίας και εµπρησµό του τουρκικού στόλου στο ναύσταθµο της Κωνσταντινούπολης. Στην Ελλάδα η Eπανάσταση θα άρχιζε από την Πελοπόννησο αφού θα έφτανε εκεί ο Υψηλάντης. Τελικά για διαφόρους λόγους αποφασίστηκε η έναρξη της Eπανάστασης στη Μολδοβλαχία. Με την κυκλοφορία της προκήρυξής του «Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος» ο Υψηλάντης κήρυξε στο Ιάσιο στις 24 Φεβρουαρίου 1821 την Ελληνική Eπανάσταση. Με επιστολή του στον αυτοκράτορα Αλέξανδρο υπέβαλε την παραίτησή του από το ρωσικό στρατό και αναγγέλλοντας την Ελληνική Eπανάσταση ζήτησε την αρωγή του. Αµέσως µετά επιδόθηκε στη δηµιουργία στρατού και συγκρότησε τον Ιερό Λόχο.
Υψηλάντης ∆ηµήτριος (Κωνσταντινούπολη, 1793 Ναύπλιο, 1832 )
Αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη και ηγετική µορφή της Επανάστασης του 1821. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, στις παραδουνάβιες Ηγεµονίες και στο Παρίσι. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Τον Ιούνιο του 1821 έφθασε στην Ελλάδα (Yδρα) για να αναλάβει την ηγεσία του Αγώνα ως πληρεξούσιος του αδελφού του. Από την Ύδρα άρχισε την οργανωτική του προσπάθεια και συνέταξε την πρώτη του ∆ιακήρυξη που την απηύθυνε στους «Οµογενείς Φιλελευθέρους Έλληνες». Από την Ύδρα πέρασε στο 'Αστρος όπου στη συνάντηση µε ανώτερους κληρικούς και µέλη τη Πελοποννησιακής Γερουσίας δηµιουργήθηκαν και τα πρώτα νέφη στις σχέσεις Υψηλάντηπροκρίτων εξ αιτίας της οικειότητάς του µε τον Παπαφλέσσα, τον Κολοκοτρώνη και τον Αναγνωσταρά. Μετά την άρνηση των προκρίτων να δεχθούν τις προτάσεις του εγκαταστάθηκε στα Τρίκορφα απ' όπου διηύθυνε την πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στα Τρίκορφα οργάνωσε πολιτικό επιτελείο µε το Νεόφυτο Βόµβα και άλλους φιλικούς, ενώ συνεχιζόταν η κρίση στα πολιτικά πράγµατα. Στις 20 ∆εκεµβρίου 1821 άρχισε τις εργασίες της η A Εθνική Συνέλευση και στις 15 Ιανουαρίου 1822 ο ∆ηµήτριος Υψηλάντης εκλέχθηκε πρόεδρος του Bουλευτικού. Τον Ιανουάριο 1822 ο ∆ηµήτριος Υψηλάντης σπεύδει στο Aργος για την ενίσχυση του φρουρίου από τις επιθέσεις του ∆ράµαλη και για την ενέργεια του αυτή επικρίθηκε από τους αντιπάλους του. Στη B Εθνική Συνέλευση ( 'Αστρος 1823 ) παρέµεινε ασυµβίβαστος στις προσπάθειες των προκρίτων να µονοπωλήσουν την εξουσία και µε το κύρος του προσπάθησε κατά τον εµφύλιο να κατευνάσει τους αντιµαχόµενους. ∆ιακρίθηκε ως στρατιωτικός κατά την επίθεση του Ιµπραήµ εναντίον των Μύλων του 'Αργους (1825). Κορυφαία στιγµή του Υψηλάντη θεωρείται η στάση του µετά την απόφαση της τρίτης Εθνικής Συνέλευσης να ζητήσει τη µεσίτευση της Αγγλίας για την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Στην επιστολή διαµαρτυρίας του, η Εθνική Συνέλευση αντέδρασε µε τον αποκλεισµό του «από κάθε πολιτικό και στρατιωτικό υπούργηµα» για να αποκατασταθεί αργότερα µε την επανάληψη των εργασιών της στην Τροιζήνα (1827). Kατά την ανασύνταξη των ενόπλων δυνάµεων από τον Ιωάννη Καποδίστρια του ανατέθηκε η αρχηγία του στρατού της Ανατολικής Ελλάδας. Τον Οκτώβριο του 1828 πραγµατοποίησε νικηφόρες επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων στη Βοιωτία και το Σεπτέµβριο στην Πέτρα Βοιωτίας διηύθυνε την τελευταία µάχη του Αγώνα, που έληξε µε θριαµβευτική νίκη των Ελλήνων. Πέθανε 5 Αυγούστου 1832 στο Ναύπλιο.
Φαβιέρος Κάρολος Βαρόνος (17821855)
Γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας που πρόσφερε τις υπηρεσίες του κατά την Ελληνική Επανάσταση. Η Ελληνική Eπανάσταση πρόσφερε στον Φαβιέρο την ευκαιρία να υπηρετήσει τις δηµοκρατικές αρχές του. Περιόδευσε στην Ευρώπη για στρατολόγηση φιλελλήνων και στα µέσα του 1825 δέχθηκε πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης για την οργάνωση τακτικού στρατού στο Ναύπλιο. Η εκστρατεία στην Εύβοια για να εξασφαλίσει την τροφοδοσία των ανδρών του απέτυχε.Συνεργάσθηκε µε τον Καραϊσκάκη εναντίον των Τούρκων στην Αττική, όµως η έλλειψη συνεννόησης οδήγησε σε ήττα στο Χαϊδάρι. Πέτυχε τον ανεφοδιασµό των πολιορκούµενων στην Ακρόπολη και έµεινε εγκλωβισµένος ως την παράδοσή της. Για την προσφορά του κατά την Γ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας πολιτογραφήθηκε Έλληνας. Ο Φαβιέρος ήταν άνθρωπος της δράσης και χαρακτηριζόταν από αισθήµατα αφοσίωσης, διαύγεια πνεύµατος, γενναιοφροσύνη, ελευθερία και τόλµη στην έκφραση των απόψεών του. ∆ιακρίθηκε επίσης για την εντιµότητα και αφιλοκέρδειά του.
Φωτοµαράς Νάσος (; Κόρινθος 1841)
Το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στα 182022 αγωνίστηκε στο Σούλι εναντίον του Aλή και των σουλτανικών στρατευµάτων. Μετά την αποχώρηση των Σουλιωτών κατέφυγε στην Κέρκυρα και από εκεί πέρασε στην Πελοπόννησο. Το 1824 διορίστηκε φρούραρχος Παλαµιδίου. Το 1831 ήταν πρόεδρος του στρατοδικείου που διεξήγαγε τη δίκη του Γεωργίου Μαυροµιχάλη για τη δολοφονία του Καποδίστρια.
Φωτήλας Ασηµάκης (Καλάβρυτα, 17611835)
Πρόκριτος των Καλαβρύτων, φιλικός και από τους εξέχοντες Πελοποννήσιους αρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης. Το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Υποστηρικτής της άµεσης κήρυξης του Αγώνα επισήµανε στις συσκέψεις των αρχιερέων και προκρίτων τους κινδύνους από την οποιαδήποτε αναβολή. Πήρε µέρος στην πρώτη σοβαρή πολεµική επιχείρηση του Αγώνα στα Καλάβρυτα τα οποία ύστερα από πενθήµερη πολιορκία παραδόθηκαν. Ο Ασηµάκης Φωτήλας πήρε ενεργό µέρος και στα πολιτικά πράγµατα της Ελλάδας. Πληρεξούσιος στην Α Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου διετέλεσε αντιπρόεδρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και µέλος του Εκτελεστικού Σώµατος. Στην περίοδο της εµφύλιας διαµάχης επέδειξε µετριοπάθεια, αρνούµενος να συµπράξει στη δίωξη αντικυβερνητικών και προτιµώντας να παραιτηθεί. Το 1825 έπαψε να µετέχει στα πολιτικά πράγµατα, συνέχισε όµως να ενισχύει ηθικά και υλικά τον Αγώνα και να εκλέγεται πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις.
Χατζηπέτρου (ή Χατζηπέτρος)
Φιλικός, οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης και στρατιωτικός της Οθωνικής περιόδου. Στη Βιέννη ασχολήθηκε µε το εµπόριο και το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Το 1821 πρωτοστάτησε στην εξέγερση στην Καλαµπάκα και στον Ασπροπόταµο. Έδρασε στη Θεσσαλία και τη Στερεά και το 1825 πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο Μεσολόγγι ως την ηρωική έξοδο. Στη συνέχεια πολέµησε στην κεντρική Στερεά Ελλάδα και την Αττική. Το 1854 κατά την εξέγερση των αλυτρώτων τέθηκε επικεφαλής των επαναστατών της Θεσσαλίας. Μετά την έξωση του Όθωνα πρωταγωνίστησε σε συνωµοτική κίνηση που απέβλεπε στην εκλογή του Λουδοβίκου ως βασιλιά της Ελλάδας. Αποκαλύφθηκε και φυλακίστηκε. Αργότερα έγινε υπασπιστής του Γεωργίου του Α΄.
Χάστινγκς (HASTINGS) (17941828)
Βρετανός αξιωµατικός του ναυτικού από τους πιο ένθερµους φιλέλληνες, µε πλούσια δράση στα τελευταία χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Το 1822 ήρθε στην Ελλάδα και αµέσως προσπάθησε να πείσει τους Έλληνες να βελτιώσουν τη µαχητική ικανότητα του στόλου. Αγωνίστηκε στην Πελοπόννησο και την Κρήτη. Το 1824 επέστρεψε στην Αγγλία, όπου επιµελήθηκε την κατασκευή ατµοκίνητου πολεµικού που είχε παραγγείλει η Ελλάδα. Ως κυβερνήτης του πλοίου, για το οποίο ο ίδιος χορήγησε σηµαντικό ποσό, κατέπλευσε το Σεπτέµβριο του 1826 στο Ναύπλιο. Στη συνέχεια έδρασε στο Φάληρο και τον Πειραιά καθώς και στον Παγασητικό, στο Τρίκκερι, στην Αλεξάνδρεια, στο Mεσολόγγι και στον Kορινθιακό. Επιτυχής η είσοδος του στον Κορινθιακό και η νίκη του στο κόλπο της Ιτέας. Πέθανε στη Ζάκυνθο και τάφηκε στον Πόρο.
Αναγνωσταράς ('Aγριλος Αρκαδίας 1760 Σφακτηρία 1825)
Φιλικός και αγωνιστής. Αρχηγός κλεφτών στα 1785 στην επαρχία Λεονταρίου καταφεύγει στα Επτάνησα και υπηρετεί µε το βαθµό του ταγµατάρχη στο γαλλικό στρατό. Μαζί µε τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη, τον Κολοκοτρώνη και τους Κουµουνδουράκηδες απελευθέρωσαν την 23η Μαρτίου 1821 την Καλαµάτα. Πήρε µέρος στην πολιορκία της Τρίπολης και στη µάχη στο Βαλτέτσι. Στον εµφύλιο πήρε το µέρος των Κουντουριώτηδων. Πέθανε στη Σφακτηρία (16 Απριλίου 1825) στη µάχη εναντίον των Αιγυπτίων.
Αναγνωστόπουλος Παναγιώτης (Ανδρίτσαινα περ.1790 Αθήνα 1854)
Το 1816 µυήθηκε από τον Σκουφά στη Φιλική Εταιρεία και το 1818 συγκαταλέγεται στα σηµαντικά στελέχη της. Το 1819 ανέλαβε τη συγκέντρωση χρηµάτων για τον αγώνα, στο Iάσιο και το Βουκουρέστι. Eφοδιασµένος µε συστατική επιστολή του Πατριάρχη Γρηγόριου του Ε' προσπάθησε να εξοµαλύνει τις προσωπικές αντεγκλήσεις και δυσχέρειες στις Παραδουνάβιες ηγεµονίες. Συνεργάστηκε µε τον ∆ηµήτριο Υψηλάντη και µαζί ήρθαν στην Ελλάδα µε πλαστά διαβατήρια. Πολέµησε στην Τριπολιτσά, το Ναύπλιο, την Ακροκόρινθο και τη Στερεά σε συνεργασία µε τον Υψηλάντη και τον Νικηταρά. Στην Γ' Εθνοσυνέλευση αντιτάχθηκε στο ψήφισµα για αγγλική προστασία. Ανέλαβε διοικητικές θέσεις στην περίοδο του Καποδίστρια και του Όθωνα. Πέθανε το 1854 από τη χολέρα που είχε µεταδοθεί στην Αθήνα από τα αγγλογαλλικά στρατεύµατα.
Αναγνωστόπουλος Πάνος (; 1842)
∆ηµογέροντας από τη Νεµνίτσα της Αρκαδίας. Βοήθησε τον επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο στη σύσταση του στρατοπέδου Βερβαίνων και διακρίθηκε κυρίως στα ∆ερβενάκια. Αντίπαλος του Κολοκοτρώνη στον Εµφύλιο πόλεµο. Τιµήθηκε από την κυβέρνηση µε τον βαθµό του αντιστράτηγου, επειδή πρόδωσε το σχέδιο για την απαγωγή του Κολοκοτρώνη από τις φυλακές της Ύδρας.
Αποστόλης Νικολής (Ψαρά, 1770 Αίγινα 1827)
Ναυµάχος από τα Ψαρά, αγωνίστηκε µε τον Λάµπρο Κατσώνη. Μυήθηκε το 1818 στη Φιλική Εταιρεία από τον Χρυσοσπάθη και το 1820 διορίσθηκε «έφορός» της στα Ψαρά. Τον Απρίλιο του 1821 είκοσι ψαριανά πλοία ήταν έτοιµα για τον Αγώνα και ο Αποστόλης ως διοικητής αυτής της ναυτικής µοίρας συνέβαλε αποφασιστικά τόσο στον αποκλεισµό των ∆αρδανελίων, όσο και στην παρεµπόδιση του τουρκικού στόλου για αποστολή δυνάµεων στην Πελοπόννησο. Το 1824 µετά την καταστροφή των Ψαρών συνέχισε τον Αγώνα στο Αιγαίο. Βοήθησε, στη διάρκεια του αποκλεισµού, το Μεσολόγγι και διέθεσε όλη του την περιουσία για τον Αγώνα. Υπήρξε από τους πιο ανιδιοτελείς αγωνιστές.
Ανδρούτσος Οδυσσέας (Ιθάκη 1788 ή 1789 Αθήνα 1825)
H θανάτωση του πατέρα του από τους Τούρκους, για τη δράση του στο πλευρό του Κατσώνη, καθώς και η παραµονή του στην αυλή του Αλή Πασά, επηρέασαν καθοριστικά το χαρακτήρα του, έγινε καχύποπτος, ευερέθιστος, σκληρός, αλλά αποφασιστικός και µεγαλόψυχος. Ανέλαβε το αρµατολίκι της Ρούµελης και συνδέθηκε µε ονοµαστούς κλεφταρµατολούς. Μετά τον ηρωικό θάνατο του ∆ιάκου, ανέλαβε να αναχαιτίσει τους Τούρκους στο Xάνι της Γραβιάς ώστε να µη φτάσει τουρκική βοήθεια στην Τριπολιτσά. Γι αυτή τη νίκη του ανακηρύχθηκε αρχιστράτηγος της Ανατολικής Στερεάς. Oµως, έπεσε θύµα των αντιπάλων του που τον κατηγόρησαν ως «ανάξιων της αρχηγίας», τον υποβίβασαν σε χιλίαρχο και τέλος τον καθαίρεσαν. Για δεύτερη φορά κατηγορήθηκε ως ύποπτος συνεννόησης µε τους Τούρκους, ενώ κατά τον Σπηλιάδη «ηπάτα τους Τούρκους». Παραδόθηκε στον παλιό συνεργάτη και πρωτοπαλίκαρό του, Γιάννη Γκούρα, µε την πίστη ότι δε θα τιµωρηθεί, φυλακίστηκε στην Ακρόπολη, όπου θανατώθηκε αφού σκηνοθετήθηκε προσπάθεια απόδρασής του.
Βέικος Λάµπρος (; 1827)
Σουλιώτης αγωνιστής. Μετά την πτώση και τον θάνατο του Αλή Πασά ο Βέικος έλαβε µέρος στον αγώνα των Ρουµελιωτών. Στη διάρκεια του εµφυλίου ο Βέικος και άλλοι Ρουµελιώτες µε 3000 άνδρες έφτασαν στη Βοστίτσα (Aίγιο) για να βοηθήσουν την κυβέρνηση Κουντουριώτη. Ενίσχυσε την άµυνα του Μεσολογγίου και αρνήθηκε τις προτάσεις του Κιουταχή να µεσολαβήσει για σύναψη συµφωνίας µε τους πολιορκηµένους. Mετά την Έξοδο έλαβε µέρος σε όλες γενικώς τις επιχειρήσεις της Αττικής και σκοτώθηκε στη µάχη του Αναλάτου.
Γερµανός Παλαιών Πατρών (∆ηµητσάνα 1771 Ναύπλιο 1826)
Ιεράρχης, φιλικός και εξέχουσα φυσιογνωµία του Αγώνα µε δράση κοινωνική και πνευµατική. Φοίτησε αρχικά στην περίφηµη Σχολή της γενέτειράς του ∆ηµητσάνας και µετά στο Aργος και τη Σχολή της Σµύρνης. Στη µυστική συνέλευση της Βοστίτσας (26 έως 30 Ιανουαρίου) τάχθηκε υπέρ της αναβολής του Αγώνα και ήρθε σε σύγκρουση µε τον Παπαφλέσσα του οποίου το πάθος και τον επαναστατικό ενθουσιασµό θεωρούσε επικίνδυνα. Στις 23 Μαρτίου στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου της Πάτρας ευλόγησε τη σηµαία και τα όπλα των αγωνιστών και είχε ρόλο διαπραγµατευτικό µεταξύ Τούρκων και Ελλήνων κατά την παράδοση της Τριπολιτσάς. Με εντολή της Α Εθνοσυνέλευσης ανέλαβε, χωρίς επιτυχία, διπλωµατική αποστολή στην Ιταλία για να εξασφαλίσει την οικονοµική βοήθεια του Πάπα προς το αγωνιζόµενο έθνος. Tην περίοδο των εµφυλίων συγκρούσεων προσπάθησε να συνδιαλλάξει τους αντιπάλους και είχε ενεργή συµµετοχή στις εργασίες της Γ Εθνοσυνέλευσης (1826) ως «πρόεδρος της επιτροπής της Συνελεύσεως». Η δράση του διακόπηκε από το θάνατό του, στις 30 Μαΐου 1826, µετά από ολιγοήµερη ασθένεια. Τα Αποµνηµονεύµατά του θεωρούνται µια από τις καλύτερες ιστορικές πηγές για την Eλληνική Επανάσταση.
Γκούρας Ιωάννης (Παρνασσίδα 1791 Αθήνα 1826)
Αγωνιστής που διακρίθηκε για τη στρατηγική ικανότητα και την ανδρεία του. Με την έκρηξη της Επανάστασης στρατολόγησε 700 περίπου άνδρες από την περιοχή της Παρνασσίδας και στις 27 Μαρτίου κατέλαβαν τα Σάλωνα (Aµφισσα) µαζί µε τον Πανουργιά και Γαλαξιδιώτες οπλαρχηγούς. Στις 8 Μάιου πολέµησε µε τον Οδ. Ανδρούτσο στο Χάνι της Γραβιάς· πήρε µέρος το Νοέµβριο του 1821 στις εργασίες της συνέλευσης των Σαλώνων, καρπός της οποίας ήταν η «Νοµική ∆ιάταξης της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος» Την περίοδο του εµφυλίου πολέµου τάχθηκε µε το µέρος του Κωλέττη και του Κουντουριώτη και στράφηκε εναντίον των παλαιών συναγωνιστών του. Με εντολή της κυβέρνησης Κουντουριώτη ως αρχηγός «των στρατοπέδων της Ανατολικής Ελλάδος» συνέλαβε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και πρωτοστάτησε στα γεγονότα που οδήγησαν στην εκτέλεσή του. Υπεύθυνος για την άµυνα ολόκληρης της Αττικής σκοτώθηκε το 1826 κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τον Κιουταχή.
Γοβγίνας ή (Γοβιός) Αγγελής (Λίµνη Ευβοίας 1780 Βρυσάκια Ευβοίας 1822)
Οπλαρχηγός του 1821, φίλος του Οδυσσέα. Ανδρούτσου µε τον οποίο συνδέθηκε στενά όταν ήταν στην υπηρεσία του Αλή Πασά. Με την έκρηξη της Eπανάστασης ακολούθησε τον Ανδρούτσο και πολέµησε µαζί του στο Χάνι της Γραβιάς (8 Mαΐου 1821). Έδρασε στην Εύβοια ως αρχηγός των επαναστατικών σωµάτων της περιοχής και αντιµετώπισε στα Βρυσάκια τον Οµέρ Βρυώνη (15 Ιουνίου 1821) αναγκάζοντάς τον να αποσυρθεί. Σκοτώθηκε σε ενέδρα των Τούρκων στις 28 Μαρτίου του 1822 στην ίδια περιοχή µε τον αδερφό του Αναγνώστη.
∆εληγιάννης Αναγνώστης (1771 1856)
Πολιτικός της Ελληνικής Επανάστασης από τα Λαγκάδια της Γορτυνίας, πρώτος από τους οκτώ γιους του Ιωάννη ∆εληγιάννη, προκρίτου µε σηµαντική επιρροή σε όλη την Πελοπόννησο. Υπήρξε µέλος της Γερουσίας που προήλθε από την "Πράξη των Καλτετζών" και αντέδρασε, µαζί µε τους υπόλοιπους προκρίτους, στο σχέδιο του ∆.Υψηλάντη να θέσει την Eπανάσταση υπό ενιαία στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, γεγονός που προκάλεσε την αρχή των εµφυλίων συγκρούσεων. Κατά την Α Εθνοσυνέλευση διορίστηκε µέλος του Εκτελεστικού Σώµατος και αργότερα ενεπλάκη στις εµφύλιες διαµάχες. Με την επικράτηση της κυβερνητικής παράταξης υπέστη διώξεις και περιορίστηκε µε τους αδελφούς του στο Aργος και το Ναύπλιο. Επανήλθε στην πολιτική ζωή µετά το τέλος του εµφυλίου και εκλέχτηκε µέλος της «∆ιοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος» από την Γ Εθνοσυνέλευση. Την περίοδο του Καποδίστρια εντάχθηκε στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο και τελείωσε την πολιτική του ζωή ως µέλος της Γερουσίας που ιδρύθηκε µε την ψήφιση του Συντάγµατος του 1844.
∆εληγιάννης Κανέλλος (Λαγκάδια Γορτυνίας 1780 Αθήνα 1862)
Αγωνιστής του 1821, φιλικός, πολιτικός και συγγραφέας "Αποµνηµονευµάτων". Στις 23 Μαρτίου µαζί µε τους αδελφούς του και τους Πλαπουταίους κήρυξε την Επανάσταση στη Γορτυνία και πήρε µέρος στις πολιορκίες της Καρύταινας, της Τριπολιτσάς και της Πάτρας. Αποσύρθηκε από την ενεργό πολεµική δράση µετά την ήττα των κυβερνητικών, µε τους οποίους συµπαρατάχθηκε και επανήλθε όταν ο Ιµπραήµ απείλησε την Πελοπόννησο. Μετά την απελευθέρωση εντάχθηκε στο «γαλλικό κόµµα» και αναµίχθηκε στην πολιτική ζωή. Εκλέχθηκε πρώτος πρόεδρος της Ελληνικής Βουλής µετά την ψήφιση του Συντάγµατος του 1844. Τα "Αποµνηµονεύµατά" του, παρόλο το πάθος και την υπερβολή που τα διακρίνουν, είναι χρήσιµη πηγή για την κατανόηση του εσωτερικού αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης.
∆ιάκος Αθανάσιος (1786 - 1821)
Αγωνιστής του 1821. H ηρωική του αντίσταση στην Αλαµάνα και ο µαρτυρικός του θάνατος στη Λαµία έγιναν θρύλος στη συνείδηση του λαού µας. Σε νεαρή ηλικία µόνασε ως δόκιµος και µετά διάκος στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόµου της Αρτοτίνας. Μερικά χρόνια πριν την Επανάσταση υπηρέτησε στο σώµα των «Τσοχανταρέων» (σωµατοφυλάκων) του Αλή Πασά. Μετά το 1820 εκλέχθηκε αρχηγός στο αρµατολίκι της Ρούµελης, στη θέση του καταδιωκόµενου Ανδρούτσου, µε τον οποίο είχε στενό σύνδεσµο. Την εποχή αυτή µυείται στη Φιλική Εταιρεία. Το 1821 ύψωσε τη σηµαία της Επανάστασης στη Λιβαδειά (30 Μαρτίου 1 Απριλίου) και εκκένωσε µαζί µε τους ∆ουβουνιώτη και Πανουργιά την Ανατολική Στερεά από τους Τούρκους. Στη γέφυρα της Αλαµάνας στις 22 Απριλίου 1821 προσπάθησε να ανακόψει την πορεία του Οµέρ Βρυώνη και του Κιοσέ Μεχµέτ προς την Πελοπόννησο. Το βάρος της σύγκρουσης έπεσε στον Αθανάσιο ∆ιάκο που έλεγχε το δρόµο από τη ∆αµάστα. Μετά από πολύωρη µάχη, τραυµατισµένος στο δεξί χέρι αιχµαλωτίστηκε από τους Τούρκους, µεταφέρθηκε στη Λαµία όπου θανατώθηκε µε ανασκολοπισµό. Η θυσία του ενίσχυσε το φρόνηµα των αγωνιζοµένων και η δράση του ενέπνευσε πολλούς
∆υοβουνιώτης Ιωάννης (∆ύο Βουνού Οίτης 1757 Σάλωνα 1831)
Το πραγµατικό του όνοµα ήταν Ξήκης Ιωάννης και το επώνυµο ∆υοβουνιώτης προέρχεται από τον τόπο καταγωγής του. Προεπαναστατικά ήταν αρµατολός στη Λοκρίδα και το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Με την έκρηξη της Επανάστασης απελευθέρωσε την Μπουδονίτσα (13 Απριλίου 1821) και συνεργάστηκε µε το ∆ιάκο σε κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Στο ∆υοβουνιώτη οφείλεται το σχέδιο άµυνας στη µάχη των Βασιλικών (26 Αυγούστου 1821) που οδήγησε σε λαµπρή νίκη των Ελλήνων
Ζαίµης Ανδρέας (Κερπινή Καλαβρύτων 1791 Αθήνα 1840)
Πρόκριτος Καλαβρύτων, φιλικός, οπλαρχηγός και πολιτικός. Γιος του Ασηµάκη Ζαΐµη, ίσως ο σηµαντικότερος εκπρόσωπος της επιφανούς οικογένειάς του. Μυήθηκε από τον Ανδρέα Λόντο στη Φιλική Εταιρεία το 1819 και συµµετείχε ενεργά στην προετοιµασία του αγώνα. Μαζί µε τον Παλαιών Πατρών Γερµανό ύψωσε τη σηµαία της Επανάστασης στην Πάτρα και πήρε µέρος στην πολιορκία του κάστρου της πόλης. Ανέπτυξε πολιτική δράση ως µέλος του «Αχαϊκού ∆ιευθυντηρίου» και συµµετείχε µε δικό του στρατιωτικό σώµα στην απόκρουση του ∆ράµαλη και τη λύση της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου (∆εκέµβριος 1822). Την περίοδο του εµφυλίου, παρά τη διαλλακτική του στάση, αναγκάστηκε να αποσυρθεί, προσωρινά, µετά την επικράτηση των κυβερνητικών. Επανέρχεται στο προσκήνιο των στρατιωτικών επιχειρήσεων όταν ο Ιµπραήµ απειλεί την Πελοπόννησο. Υπήρξε µέλος της Α' Εθνοσυνέλευσης, του «Εκτελεστικού Σώµατος», αλλά και πρόεδρος της «∆ιοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος». Στα χρόνια του Καποδίστρια συµµετείχε στο «Πανελλήνιο». Περάτωσε την πολιτική του σταδιοδροµία στην περίοδο του Όθωνα ως αντιπρόεδρος του «Συµβουλίου Επικρατείας» και πρόεδρος του Υπουργικού Συµβουλίου.
Ησαίας (∆εσφίνα Παρνασσίδας 1778 Χαλκοµάτα Φθιώτιδας)
Φιλικός και αγωνιστής, ιεράρχης, επίσκοπος Σαλώνων. Ακολούθησε το µοναχικό και κληρικό βίο και χειροτονήθηκε επίσκοπος Σαλώνων από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε το 1818 στην Κωνσταντινούπολη. Πιθανότατα τότε µυήθηκε και στην Φιλική Εταιρεία. Από την επισκοπική του έδρα αγωνίστηκε για την προετοιµασία της Επανάστασης στη Φωκίδα και αναδείχτηκε σε έναν από τους πρωτεργάτες της εξέγερσης στην Ανατολική Στερεά. Στις 27 Μαρτίου 1821 χοροστάτησε στην επίσηµη δοξολογία που έγινε στον Όσιο Λουκά για την έναρξη του Αγώνα. Όταν οι οπλαρχηγοί της Στερεάς αποφάσισαν να ανακόψουν τα στρατεύµατα του Κιοσέ Μεχµέτ και του Οµέρ Βρυώνη στην πεδιάδα του Σπερχειού (Αλαµάνα) πολέµησε ως απλός στρατιώτης στο σώµα του Πανουργιά που οχυρώθηκε στη Χαλκοµάτα. Στη µάχη που έγινε ο επίσκοπος έπεσε στα χέρια των Τούρκων και αποκεφαλίστηκε.
Κανάρης Κων/νος (Ψαρά περίπου 1790 Αθήνα 1877)
Αγωνιστής, πολιτικός, από τις ηρωικότερες µορφές της Επανάστασης. Η καταγωγή του και ο τόπος γέννησής του δεν είναι απόλυτα εξακριβωµένα από τους ιστορικούς, το βέβαιο είναι ότι η οικογένειά του κατοικούσε στα Ψαρά γύρω στα 1770. Με την κήρυξη της Επανάστασης εγκατέλειψε τα εµπορικά πλοία, εντάχθηκε στο ψαριανό στόλο και ειδικεύτηκε στα πυρπολικά. Τη νύχτα της 6ης προς την 7η Ιουνίου 1822 έκανε το πρώτο του κατόρθωµα πυρπολώντας την τουρκική ναυαρχίδα στη Χίο. Ο Aγγλος ιστορικός της Επανάστασης Τόµας Γκόρντον γράφει ότι η πράξη αυτή ήταν ένα «από τα πιο καταπληκτικά στρατιωτικά κατορθώµατα που αναφέρει η ιστορία». Τον Οκτώβριο του 1822, στην Τένεδο αυτή τη φορά, πυρπόλησε ένα τεράστιο τουρκικό δίκροτο προκαλώντας το θαυµασµό όλων. Ακολούθησαν κι άλλες ηρωικές επιχειρήσεις στη Σάµο και τη Μυτιλήνη µε αποκορύφωµα τη δράση του Κανάρη κατά του αιγυπτιακού στόλου στο λιµάνι της Αλεξάνδρειας. Mετά την απελευθέρωση ο Καποδίστριας του ανέθεσε την αρχηγία του στολίσκου των πυρπολικών τιµώντας τη δράση και τον ηρωισµό του. Μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη ο Κανάρης αποσύρθηκε στη Σύρο και επανήλθε στο δηµόσιο βίο την περίοδο του Όθωνα µε το βαθµό του ναυάρχου που του απένειµε ο βασιλιάς. Μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 ανέλαβε δύο φορές το Υπουργείο Ναυτικών και στην Εθνοσυνέλευση που ψήφισε το Σύνταγµα του 1864 υπήρξε ηγέτης των «Ορεινών». Έγινε τρεις φορές πρωθυπουργός σε κρίσιµες για τη χώρα στιγµές και πέθανε ως πρωθυπουργός στις 2 Σεπτεµβρίου του 1877
Καραϊσκάκης Γεώργιος (Μαυροµάτι Καρδίτσας 1780 Φάληρο Αττικής 1827)
Σπουδαίος στρατιωτικός, ηγέτης της Επανάστασης. Γεννήθηκε στο µοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο χωριό Μαυροµάτι (κατ' άλλους στο Μουζάκι) Καρδίτσας και ήταν γιος της καλόγριας Ζωής Ντιµισκή και του αρµατολού ∆ηµήτρη Καραϊσκου. Σε ηλικία δεκαπέντε χρονών ακολούθησε τον δρόµο της κλεφτουριάς και αργότερα υπηρέτησε στα στρατιωτικά σώµατα του Αλή Πασά, ο οποίος αναγνώρισε τις εξαιρετικές του στρατιωτικές του ικανότητες. Με την έκρηξη της Επανάστασης, τον Ιανουάριο του 1821 πήρε µέρος στη σύσκεψη της Λευκάδας µαζί µε άλλους οπλαρχηγούς που ήθελαν να προετοιµάσουν την εξέγερση στη Στερεά Ελλάδα και ύψωσε τη σηµαία της Επανάστασης στα χωριά των Τζουµέρκων. Αν και συγκρούστηκε µε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο για την ηγεσία των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Στερεά, συνεργάστηκε µαζί του κατά την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, οπότε ο Καραϊσκάκης έστειλε τµήµα του στρατιωτικού του σώµατος για να ενισχύσει την άµυνα της πόλης. Στη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου κατηγορήθηκε από τον Μαυροκορδάτο για συνεργασία µε τους Τούρκους και αποσύρθηκε προσωρινά από την ενεργό δράση. Το Μάιο του 1825 επανήλθε και συνέδραµε τους Μεσολογγίτες κατά τη δεύτερη πολιορκία της πόλης παρενοχλώντας τους Τούρκους στην περιοχή. Το 1826 διορίστηκε αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας και οργάνωσε το «Στρατόπεδο της Ελευσίνας» µε στόχο να ανακουφίσει την Αθήνα από την πολιορκία των Tούρκων. ∆εύτερος στόχος του Kαραϊσκάκη ήταν να αναζωπυρώσει την επανάσταση στη Pούµελη και στις συγκρούσεις που ακολούθησαν νίκησε πολλές φορές τους Tούρκους στη ∆όµβραινα, το ∆ίστοµο και την Aράχωβα. Tο 1827 έσπευσε στην Eλευσίνα για να βοηθήσει την πολιορκούµενη Aθήνα. ∆ιαφώνησε όµως µε τους Kόχραν και Tσωρτς για την τακτική που θα ακολουθούσαν κατά των Tούρκων. Tραυµατίστηκε σε αψιµαχία στο Nέο Φάληρο και πέθανε στις 23 Aπριλίου 1827, ανήµερα της γιορτής του.
Καρατάσος Tσάµης (∆ιχαλεύρι Nάουσας 1798 Bελιγράδι 1861)
Aγωνιστής του 1821, γιος του Aναστάσιου Kαρατάσου, αρµατολού της Mακεδονίας. Tην περίοδο της Eπανάστασης έδρασε στις Bόρειες Σποράδες και την Eύβοια. Tον Aύγουστο του 1828 αγωνίστηκε για την αποκατάσταση της ελληνικής κυριαρχίας στην Aνατολική Στερεά Eλλάδα. Φανατικός αντικαποδιστριακός πρωτοστάτησε σε αποτυχηµένες εξεγέρσεις κατά του κυβερνήτη και µε την εγκαθίδρυση της βασιλείας έγινε υπασπιστής του Oθωνα. Συµµετείχε ενεργά ως «αρχιστράτηγος της Mακεδονίας» στο απελευθερωτικό κίνηµα της Xαλκιδικής τον Aπρίλιο του 1854.
Καψάλης Χρήστος (Μεσολόγγι 1751 1826)
Πρόκριτος του Μεσολογγίου που το βράδυ της ηρωικής «Εξόδου» ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη στην οποία είχαν καταφύγει άρρωστοι και γυναικόπαιδα. H θυσία του Μεσολογγίου ευαισθητοποίησε την Ευρώπη και ενίσχυσε το φιλελληνικό ρεύµα.
Κόδρινγκτον σερ Έντουαρντ (17701851)
Aγγλος ναύαρχος, αρχηγός του συµµαχικού στόλου που νίκησε τον τουρκοαιγυπτιακό στη Ναυµαχία του Ναβαρίνου (1827). Ο Κόδρινγκτον κατατάχτηκε νεότατος (13 ετών) στο πολεµικό ναυτικό της χώρας του, πήρε µέρος στους Ναπολεόντειους πολέµους και στις επιχειρήσεις κατά των ΗΠΑ (1812 15). Μετά την απόφαση της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας (1827) για άµεση διακοπή των εχθροπραξιών ανάµεσα στην Ελλάδα και την Οθωµανική Αυτοκρατορία, ανέλαβε την αρχηγία του συµµαχικού στόλου, κατευθύνθηκε προς την Πελοπόννησο και διεξήγαγε σειρά διαπραγµατεύσεων µε τον Ιµπραήµ πασά, του οποίου οι παρασπονδίες, καθώς και απρόβλεπτα γεγονότα οδήγησαν στη ναυµαχία του Ναβαρίνου (8 Οκτωβρίου 1827). Η καταστροφή του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου συνέβαλε στην αίσια έκβαση του αγώνα των Ελλήνων. Ο Κόδρινγκτον κατηγορήθηκε ότι υπερέβη τις διαταγές του αγγλικού ναυαρχείου, κατόρθωσε όµως να δικαιολογήσει την πρωτοβουλία του. Το 1828 έπλευσε στην Αλεξάνδρεια και πέτυχε την υπογραφή συµφωνίας για οριστική αποχώρηση των Αιγυπτίων από τα πελοποννησιακά εδάφη.
Κολοκοτρώνης Θεόδωρος (Ραµαβούνι Μεσσηνίας 1770 Αθήνα 1843)
Η σηµαντικότερη ηγετική φυσιογνωµία της Επανάστασης. Το όνοµα του Κολοκοτρώνη συνδέθηκε µε τις σηµαντικότερες φάσεις του Αγώνα στην Πελοπόννησο. Ο πατέρας του Κωνσταντής Κολοκοτρώνης πήρε µέρος στην ένοπλη εξέγερση του Ελληνισµού, που υποκινήθηκε από την Αικατερίνη Β' της Ρωσίας το 1770, και σκοτώθηκε σε συγκρούσεις µαζί µε δύο αδελφούς του. Τα γεγονότα αυτά υπήρξαν καθοριστικά για τη διαµόρφωση του χαρακτήρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. 'Aρχισε τη δράση του το 1805, όταν πήρε µέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του ρωσικού στόλου την περίοδο του ρωσοτουρκικού πολέµου. Αργότερα υπηρέτησε στο ελληνικό στρατιωτικό σώµα που οργάνωσαν οι 'Aγγλοι και τιµήθηκε µε το βαθµό του ταγµατάρχη για τη δράση του εναντίον των Γάλλων. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και άρχισε µε πάθος να προετοιµάζει τον Αγώνα στην Πελοπόννησο. Με την έναρξη της Επανάστασης αναδείχτηκε η στρατιωτική ιδιοφυία του Κολοκοτρώνη. Η παράδοση της Καλαµάτας (23 Μαρτίου 1821), η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεµβρίου 1821), οι νίκες στο Βαλτέτσι, τα Βέρβενα και τα ∆ολιανά εδραίωσαν το κύρος του ως στρατιωτικού ηγέτη, παράλληλα όµως προκάλεσαν και τις πρώτες αντιδράσεις µερίδας των τοπικών αρχόντων. Η αντίδραση αυτή κορυφώθηκε µε την έλευση του ∆. Υψηλάντη που επεδίωξε να οργανώσει πολιτικά την Επανάσταση, και πήρε τη µορφή ανοικτής ρήξης µεταξύ στρατιωτικών και προκρίτων. Ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε να συνδιαλλάξει τις αντιµαχόµενες µερίδες και να αποτρέψει την κατάρρευση της νεαρής Επανάστασης. Στις 26 Ιουλίου 1822 η ιστορική νίκη του στα ∆ερβενάκια οδήγησε στον αποδεκατισµό της στρατιάς του ∆ράµαλη, διέσωσε τον Αγώνα στην Πελοπόννησο και επικύρωσε, για µια ακόµα φορά, τις εξαιρετικές στρατιωτικές ικανότητες του "Γέρου" του Μοριά. Οι επιτυχίες αυτές δεν απέτρεψαν τη συνεχιζόµενη και κλιµακούµενη αντιπαράθεση µεταξύ στρατιωτικών και κυβερνητικών, της οποίας θύµα υπήρξε και ο Κολοκοτρώνης. Στις ένοπλες συγκρούσεις ο γιος του Πάνος και ο ίδιος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν στο Ναύπλιο. Ο Κολοκοτρώνης αµνηστεύθηκε από την κυβέρνηση την περίοδο που ο Ιµπραήµ αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο και µαζί µε τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη προσπάθησε να εµποδίσει την ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους και να εµψυχώσει το δοκιµαζόµενο πληθυσµό. Ως το τέλος της Επανάστασης ο Κολοκοτρώνης συνέχισε να διαδραµατίζει ενεργό ρόλο στα στρατιωτικά και πολιτικά πράγµατα της εποχής. Υποστήριξε θερµά τον Καποδίστρια και δέχτηκε µε ενθουσιασµό την εκλογή του Όθωνα. Η διαφωνία του µε τα µέτρα και την πολιτική της Αντιβασιλείας κατέληξε στη δίωξη και την πολύκροτη δίκη του µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Καταδικάστηκε σε θάνατο µαζί µε το ∆ηµ. Πλαπούτα παρά τις διαφωνίες των Τερτσέτη και Πολυζωίδη. Με την ενηλικίωση του Όθωνα πήρε χάρη, ονοµάστηκε στρατηγός και έλαβε το αξίωµα του συµβούλου της Επικρατείας. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κολοκοτρώνης υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα "Αποµνηµονεύµατά" του που κυκλοφόρησαν το 1851 µε τον τίτλο ''∆ιήγησις συµβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836''. Τα "Αποµνηµονεύµατα" του Κολοκοτρώνη αποτέλεσαν και αποτελούν πολύτιµη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.
Κόρακας Μιχάλης (Πόµπιο Ηρακλείου Κρήτης 1797 1882)
Αγωνιστής του 1821, από τους σπουδαιότερους οπλαρχηγούς των µετέπειτα κρητικών επαναστάσεων. Με την έναρξη του αγώνα στη Μεγαλόνησο (Μάϊος 1821) εντάχθηκε στα ένοπλα τµήµατα της Μεσσαράς υπό το Μιχάλη Κουρµούλη. Το 1827 αγωνίστηκε εναντίον των δυνάµεων του Κιουταχή στην Αττική. ∆ιορίστηκε υπασπιστής του ∆ηµητρίου Καλλέργη και αργότερα αναδείχτηκε σε έναν από τους σπουδαιότερους ηγέτες της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης.
Κουντουριώτης Γεώργιος (Ύδρα 1782 1858)
Ένας από τους σηµαντικότερους πολιτικούς άνδρες της Επανάστασης , πήρε µέρος στη Β Εθνική Συνέλευση του 'Aστρους και το ∆εκέµβριο του 1823 διορίστηκε πρόεδρος του Εκτελεστικού Σώµατος. Στη θέση αυτή παρέµεινε σε όλη τη διάρκεια του Εµφυλίου πολέµου στον οποίο η ανάµειξή του υπήρξε καθοριστική και η σύγκρουσή του µε τον Κολοκοτρώνη επέφερε βαρύτατο πλήγµα στον Αγώνα. Στις αρχές του 1825 ανέλαβε την ευθύνη των επιχειρήσεων εναντίον του Ιµπραήµ, η απειρία του όµως είχε ως συνέπεια διαδοχικές αποτυχίες που οδήγησαν στην παραίτησή του. Ανήκε στην αντικαποδιστριακή παράταξη. Το 1837 διορίστηκε από τον Όθωνα αντιπρόεδρος του Συµβουλίου Επικρατείας και µετά το 1843 πρόεδρος της Γερουσίας. Το 1848 σχηµάτισε κυβέρνηση ανίκανη να αντιµετωπίσει τα εσωτερικά και εξωτερικά προβλήµατα και αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Κανάρη. Ως τον θάνατό του ήταν αφοσιωµένος στον Oθωνα.
Κουντουριώτης Λάζαρος (Ύδρα 1769 1852)
Σηµαντική πολιτική µορφή του αγώνα του 1821 και ένας από τους κυριότερους οικονοµικούς ενισχυτές του ιδιαίτερα κατά την πρώτη περίοδο. Από τον Όθωνα διορίστηκε γερουσιαστής.
Κουρµούλης ∆ηµήτριος (Μεσσαρά Κρήτης 1765 Ύδρα 1824)
Αγωνιστής του 1821. Πολέµησε στην εξέγερση της Κρήτης το 1824. Μετά την καταστολή της πέρασε στην Κάσο και µετά την καταστροφή του νησιού διέφυγε στην Πελοπόννησο. Σύντοµα πέρασε στην Αττική και υπό τις διαταγές του Γκούρα αγωνίστηκε εναντίον του Οµέρ Βρυώνη. Αργότερα εντάχθηκε στο σώµα του ∆ηµητρίου Καλλέργη και πήρε µέρος σε πολλές συγκρούσεις. Σκοτώθηκε στη µάχη του Αναλάτου.
Κουρµούλης Μιχάλης (Μεσσαρά Κρήτης 1765 Ύδρα 1824)
Οπλαρχηγός του 1821. Στην προεπαναστατική περίοδο ως µουσουλµάνος είχε υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό. ∆ιέθετε µεγάλη δύναµη στη Μεσσαρά και ως «κρυπτοχριστιανός» εξυπηρετούσε τα συµφέροντα των οµογενών του. Αµέσως µετά την έκρηξη της Eπανάστασης πρωτοστάτησε στον ξεσηκωµό της Κρήτης. Το 1823 τοποθετήθηκε από τον Εµµανουήλ Τοµπάζη υπαρχηγός του ελληνικού στρατού και αντιστάθηκε στις επιδροµές του Χουσεΐν Πασά. Μετά την υποταγή της Κρήτης ακολούθησε τον Τοµπάζη στην Ύδρα.
Κουτσονίκας Λάµπρος ( Eύβοια 1879)
Aγωνίστηκε ως µπουλουκτσής στην Επανάσταση. Το 1831 διορίστηκε από τον Αυγουστίνο Καποδίστρια πεντακοσίαρχος και αργότερα ονοµάστηκε συνταγµατάρχης της φάλαγγας. Έγραψε το δίτοµο έργο ''Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως''.
Κόχραν Τόµας (1775 1860)
'Aγγλος ναύαρχος. Το 1793 κατατάχτηκε στο βρετανικό ναυτικό, αναδείχτηκε κυβερνήτης καταδροµικών πλοίων και έδρασε µε επιτυχία στους Ναπολεόντειους Πολέµους. Το 1806 εκλέχτηκε αντιπρόσωπος στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά λόγω της ανάµειξής του σε χρηµατιστηριακή απάτη διαγράφτηκε από το ναυτικό και έχασε τη βουλευτική του ιδιότητα. Το 1818 ανέλαβε τη διοργάνωση και την αρχηγία του χιλιανού ναυτικού. Το 1820 πέρασε στην υπηρεσία του Περού και το 1823 τέθηκε επικεφαλής του στόλου στη Βραζιλία. Η συµβολή του στους απελευθερωτικούς αγώνες των χωρών αυτών εδραίωσε τη φήµη του ως ικανού ναυάρχου. Το 1825 υπέγραψε συµφωνητικό µε την ελληνική επιτροπή που τότε διαπραγµατευόταν στο Λονδίνο τη σύναψη δανείου για να αναλάβει την αρχηγία του ελληνικού στόλου. Το 1827 µε κυβερνητική απόφαση ορίστηκε «πρώτος στόλαρχος πασών των ελληνικών ναυτικών δυνάµεων» στη θέση του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη. Ωστόσο, ο Κόχραν στάθηκε ανίκανος να εκτιµήσει τη σοβαρότητα της ελληνικής κατάστασης. Οδήγησε στην καταστροφή τις ελληνικές δυνάµεις στον Ανάλατο, στην παράδοση των πολιορκηµένων στην Ακρόπολη και στην καταστολή της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Το ίδιο αποτυχηµένες ήταν και οι ναυτικές του επιχειρήσεις.
Κρεββατάς Παναγιώτης (Μυστράς 1785 Σκάλα Λακωνίας 1822)
Πρόκριτος του Μυστρά, φιλικός και αγωνιστής του 1821, µε σηµαντική συµµετοχή στα στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα κατά τα δύο πρώτα χρόνια του Αγώνα. Μυήθηκε το 1819 στη Φιλική Εταιρεία, πήρε ενεργό µέρος στο ξεσηκωµό της Πελοποννήσου, συµµετείχε στη Συνέλευση των Καλτετζών και ήταν µέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Μετά την εισβολή του ∆ράµαλη στην Κορινθία τάχτηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη.
Κριεζής Αντώνιος (Τροιζήνα 1796 Αθήνα 1865)
Αγωνιστής του 1821 και πρωθυπουργός της Ελλάδας (1849 54). Τον Ιούλιο του 1821 πήρε µέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις στη Σάµο και στη ναυµαχία των Σπετσών. Tο 1825 ακολούθησε τον Κανάρη στο λιµάνι της Αλεξάνδρειας στην απόπειρα πυρπόλησης του αιγυπτιακού στόλου και βοήθησε στον Αγώνα της Κρήτης. Το 1826 ο Καποδίστριας του ανέθεσε την αρχηγία της ναυτικής µοίρας και το 1829 συνετέλεσε στην παράδοση των Τούρκων της Βόνιτσας. Το 1836 έγινε υπουργός των Ναυτικών, θέση στην οποία παρέµεινε ως το 1843. Το 1849 διαδέχτηκε τον Κανάρη στην πρωθυπουργία.
Κριεζώτης Νικόλαος (Βίρα Καρυστίας 1785 Σµύρνη 1853
Οπλαρχηγός του 1821. Πήρε το βάπτισµα του πυρός στα Βρυσάκια, όπου διακρίθηκε για τον ηρωισµό του και λίγο αργότερα ως οπλαρχηγός ανέλαβε, µετά από απαίτηση των κατοίκων της Καρυστίας, την εκκαθάριση της περιοχής από τους Τούρκους. Συνεργάστηκε µε το Βάσο Μαυροβουνιώτη και µαζί µε τον Μανιάτη Ηλία Μαυροµιχάλη έδωσε ηρωική µάχη στα Στύρα. Αναγνωρισµένος ως αρχηγός από τους αγωνιστές της Εύβοιας πήρε, µετά τη νίκη του στο Κουντουρλοµετόχι της Χαλκίδας, και επίσηµα τον τίτλο του αρχηγού της Καρυστίας. Κατά τον εµφύλιο ο Κριεζώτης τάχθηκε µε το µέρος των κυβερνητικών και πήρε µέρος στις επιχειρήσεις εναντίον των αντιπάλων του. Το 1825 πολέµησε στις σηµαντικότερες µάχες της Ανατολικής Στερεάς υπό την ηγεσία του Καραϊσκάκη. Στα τέλη του 1825 µαζί µε άλλους οπλαρχηγούς οργάνωσαν εκστρατεία στο Λίβανο για να βοηθήσουν τον Εµίρη Μπεσίρ. Μετά το θάνατο του Γκούρα, ύστερα από πρόταση του Καραϊσκάκη, ο Κριεζώτης ανέλαβε µαζί µε 300 άνδρες να εισχωρήσει στην Ακρόπολη χωρίς να γίνει αντιληπτός. Ο Κριεζώτης πήρε µέρος στις διαµάχες που ξέσπασαν µετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη και ακολούθησε τον Ιωάννη Κωλέττη και τους Ρουµελιώτες οπλαργηχούς. Πήρε ενεργό µέρος στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου του 1843. Το 1844 εκλέχτηκε βουλευτής και συνέχισε την αντιδυναστική πολιτική του.
Κριτοβουλίδης Καλλίνικος (Χανιά 1792 Αθήνα 1868)
Φιλικός και αγωνιστής στην Κρήτη κατά την Επανάσταση του 1821, λόγιος και αποµνηµονευµατογράφος. Το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Πήρε ενεργό µέρος στην εξέγερση της Μεγαλονήσου και ασχολήθηκε κυρίως µε διοικητικά θέµατα. Μετά την καταστολή της Επανάστασης κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Συµµετείχε στην επιχείρηση της Γραµβούσας και µετά την επιτυχή έκβασή της τοποθετήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση µέλος της τριµελούς διοικητικής Επιτροπής Κρήτης. Μετά το 1830 εγκαταστάθηκε οριστικά στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και ανέλαβε υπηρεσία σε διάφορες θέσεις. Έγραψε και δηµοσίευσε ''Αποµνηµονεύµατα του περί της αυτονοµίας της Ελλάδος πολέµου των Κρητών''.
Κωλέττης Ιωάννης (Συρράκο Ηπείρου 1773 Αθήνα 1847)
Πολιτικός αρχηγός του «γαλλικού» κόµµατος. Πρωτοστάτησε στους πολιτικούς αγώνες ιδιαίτερα κατά την Eπανάσταση και κατά την Οθωνική περίοδο διετέλεσε πρωθυπουργός (184447). Σπούδασε ιατρική στην Πίζα και προσλήφθηκε ως γιατρός από το γιο του Αλή Πασά Μουχτάρ. Μυήθηκε το 1819 στην Φιλική Εταιρεία. Οργάνωσε το 1821 επανάσταση στο Συρράκο και µετά την αποτυχία της κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Ήταν από τις ισχυρότερες προσωπικότητες της εποχής του και επηρέασε τις πολιτικές εξελίξεις της επαναστατικής και Οθωνικής περιόδου. Συνέβαλε στη συγκρότηση του ελληνικού κράτους προσπαθώντας να υιοθετήσει ένα σύστηµα διακυβέρνησης δυτικού τύπου ταλαντευόµενος όµως συνεχώς από τη µια µεριά ανάµεσα στη γαλλική επίδραση και τους θεσµούς δυτικής προέλευσης και από την άλλη στο ντόπιο στρατιωτικό στοιχείο και τις παραδοσιακές δοµές. Θεωρείται ο πατέρας της «Μεγάλης Ιδέας».
Λασσάνης Γεώργιος (Κοζάνη 1793 Αθήνα 1870)
Λόγιος, φιλικός, ιερολοχίτης, αγωνιστής του 1821, από τα εξέχοντα στελέχη της Φιλικής Εταιρείας και τους πιστότερους συνεργάτες του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Σπούδασε στη Λειψία, ταξίδεψε στη Βουδαπέστη, στη Μολδαβία και στη Μόσχα όπου µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και κατέληξε στην Οδησσό το 1818, όπου ανέπτυξε πολύπλευρη πνευµατική και πατριωτική δραστηριότητα. Το 1820 συνεργάστηκε στενά µε τον Yψηλάντη, έγινε σύµβουλος και γραµµατέας του. Aκολούθησε τον Yψηλάντη όταν πέρασε τον Προύθο και µετά την επίσηµη κήρυξη της Επανάστασης (24 Φεβρ. 1821) ονοµάστηκε χιλίαρχος του ελληνικού στρατεύµατος. Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Iερού Λόχου. Mετά τη µάχη του ∆ραγατσανίου ο Λασσάνης κατέφυγε µε τους αδελφούς Yψηλάντη στην Aυστρία όπου φυλακίστηκε. Στάθηκε στο πλευρό του Yψηλάντη ως την τελευταία στιγµή του. Ήρθε στην Eλλάδα το 1828. Πολέµησε στο Σεβενίκο, στο Mαρτίνο, στη Θήβα και στην Πέτρα Bοιωτίας. Yπηρέτησε ως γενικός επιθεωρητής του στρατού της Aνατολ. Eλλάδας, διορίστηκε πρώτος νοµάρχης Aττικοβοιωτίας, διετέλεσε γραµµατέας οικονοµικών (183637). Πήρε το βαθµό του συνταγµατάρχη και το 1868 ονοµάστηκε υποστράτηγος. Έγραψε δύο θεατρικά έργα, ένα δράµα µε τίτλο"ο αρνησίθρησκος του Mοριά" και ποιήµατα πατριωτικού περιεχοµένου. Iδιαίτερη σηµασία έχουν τα πολιτικά κείµενα και τα ιστορικά δοκίµιά του.
Λάτρις Ικέσιος (Σµύρνη 1799 1881)
Αγωνιστής του 1821, δηµοσιογράφος και λόγιος. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στη Μασσαλία και ήρθε στην Ελλάδα για να πάρει µέρος στον Αγώνα. Υπηρέτησε ως γραµµατέας του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, συνόδευσε τον Τοµπάζη στην Κρήτη και τον Φαβιέρο στη Χίο. Επί Καποδίστρια ορίστηκε κυβερνητικός επίτροπος στο επιτελείο του Γάλλου στρατηγού Μαιζόν, αργότερα διοικητής Σίφνου, Μήλου, Θήρας και διευθυντής της νοµαρχίας Λακωνίας.
Λαχανάς Κωνσταντίνος (Σάµος 1789 Χαλκίδα 1842)
Φιλικός και αγωνιστής του 1821, πρωτοστάτης στην εξέγερση της Σάµου. Από νέος ασχολήθηκε µε τη ναυτιλία. Σε κάποιο ταξίδι του στη Μασσαλία κατατάχτηκε στο γαλλικό στρατό, πήρε µέρος στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο και διακρίθηκε στη ναυµαχία του Αµπουκίρ (1798). Όταν επέστρεψε στη γενέτειρά του συγκρούσθηκε µε το αριστοκρατικό κόµµα των προκρίτων.
Λιδωρίκης
Eπώνυµο οικογενείας από τη ∆ωρίδα. Μέλη της ανέπτυξαν εθνική δραστηριότητα στα προεπαναστατικά χρόνια, αγωνίστηκαν στην Επανάσταση του 1821 και αναδείχτηκαν στην πολιτική και στα γράµµατα στα νεότερα χρόνια. Ως Γενάρχης της αναφέρεται ο κοτζαµπάσης της περιφέρειας Λιδωρικίου Αναγνώστης Λιδωρίκης (1767 1827). Ο γιος του Αναστάσιος Λιδωρίκης (1797 1845) ήταν από τους αξιολογότερους αγωνιστές της Κεντρικής Στερεάς Ελλάδας, και αντιπροσώπευε τη ∆ωρίδα στις εθνοσυνελεύσεις. Ο άλλος του γιος Παναγιώτης Λιδωρίκης (1800 1860) έδρασε κυρίως ως γερουσιαστής κατά τη βασιλεία του Όθωνα.
Λογοθέτης Ιωάννης (µέσα 18ου αιώνα 1826)
Φιλικός, από τους σηµαντικότερους προκρίτους της Βοιωτίας, που διαδραµάτισε ενεργό ρόλο στα πολιτικά πράγµατα των πρώτων χρόνων της Επανάστασης. Έµπορος µε ευρύτατη δραστηριότητα σε ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Πήρε το οφίκιο του λογοθέτη και το κράτησε ως επίθετο. Όλοι σχεδόν οι περιηγητές της προεπαναστατικής εικοσαετίας φιλοξενήθηκαν στο αρχοντικό του. Το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Εργάστηκε για τη διάδοση της επαναστατικής ιδέας στην περιοχή του και διέθεσε σηµαντικά ποσά. Το 1821 εκλέχτηκε πληρεξούσιος Λειβαδιάς, αργότερα ορίστηκε µέλος του Εκτελεστικού. Το 1824 χρηµάτισε Έπαρχος της Αίγινας.
Λογοθέτης Λυκούργος (Καρλόβασι Σάµου 1772 Αθήνα 1850)
Πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Σάµου κατά την Επανάσταση, από τις σηµαντικότερες µορφές του Αγώνα. Το πραγµατικό του όνοµα ήταν Γεώργιος Παπλωµατάς. Υπηρέτησε στην αυλή του ηγεµόνα της Βλαχίας Αλέξανδρου Σούτσου και πήρε το αξίωµα του «λογοθέτη». Μυήθηκε το 1820 στη Φιλική Εταιρεία και πήρε το ψευδώνυµο Λογοθέτης. Αναγνωρίστηκε ως αρχηγός του απελευθερωτικού αγώνα της Σάµου και οδήγησε την Επανάσταση του νησιού σε επιτυχία. ∆εν είχε όµως την ίδια τύχη το εγχείρηµά του στη Χίο στις 10 Μαρτίου 1822. Κλήθηκε στην Πελοπόννησο για να απολογηθεί και κρατήθηκε δέσµιος ως το ∆εκέµβριο. Ο Καποδίστριας αναγνώρισε το Λογοθέτη αρχηγό της Σάµου και τον διόρισε µέλος του «Πανελληνίου». Όταν η Σάµος το 1832 έµεινε έξω από τα σύνορα της Ελλάδας έφυγε από το νησί και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα
Λόντος Ανδρέας (Βοστίτσα Αιγίου 1786 Αθήνα 1846)
Πρόκριτος, φιλικός και πολιτικός. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Πολέµησε στην Α πολιορκία του Μεσολογίου. Αναµίχθηκε ενεργώς στα πολιτικά πράγµατα σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Πρωτοστάτησε στην προετοιµασία του κινήµατος της 3ης Σεπτεµβρίου και µετά την επιτυχία του ανέλαβε το Υπουργείο Στρατιωτικών στην κυβέρνηση του Ανδρέα Μεταξά.
Λουριώτης Ανδρέας (Γιάννενα 1789 Αθήνα 1854)
Πολιτικός, στενός φίλος και συνεργάτης του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, κυρίως στη διαπραγµάτευση των δύο εξωτερικών δανείων του 1824 και του 1825.
Μαυρογένους Μαντώ (Τεργέστη 1796/7 Πάρος 1840)
Καταγόταν από οικογένεια που είχε αναλάβει υψηλά αξιώµατα στη Βλαχία και στη συνέχεια απέκτησε µεγάλη περιουσία στη Βιέννη και την Τεργέστη. Η Eπανάσταση την βρήκε στην Τήνο απ' όπου πήγε στη Μύκονο και τέθηκε επικεφαλής των επαναστατηµένων συµπατριωτών της. Ξένοι ιστορικοί και περιηγητές εξαίρουν τη συµµετοχή της στα πεδία των µαχών, κάτι που δεν προκύπτει από ελληνικές πηγές. Με επιστολές της προς τους γυναικείους κυρίως φιλελληνικούς κύκλους της Ευρώπης συνέβαλε στην τόνωση του φιλελληνικού ρεύµατος. Εργάστηκε ιδιαίτερα για την ηθική ενίσχυση των αγωνιστών και διέθεσε ολόκληρη την οικογενειακή της περιουσία για τις ανάγκες του Αγώνα. Κατέληξε έτσι να ζητάει από την Εθνοσυνέλευση του 1827 κατοικία στο Ναύπλιο που της την παραχώρησε ο Ι. Καποδίστριας ως αναγνώριση της προσφοράς της. Πέθανε ξεχασµένη και πάµφτωχη στην Πάρο το 1840 έχοντας υποβάλει λίγο πιο πριν επιστολή στον Όθωνα µε την οποία ζητούσε οικονοµική ενίσχυση για το σύνολο της προφοράς της στον Αγώνα.
Μαγγίνας Αναστάσιος (Τάτζης Αστακός Ακαρνανίας 1792 1880)
Κατά την Eπανάσταση έδρασε κυρίως ως πολιτικό και διοικητικό στέλεχος. Το 1823 συστοιχήθηκε πολιτικά µε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Επί Καποδίστρια διορίστηκε µέλος του Πανελληνίου και αργότερα έγινε γερουσιαστής. Έγινε υπουργός Οικονοµικών στην κυβέρνηση ∆. Βούλγαρη.
Μακρυγιάννης (Αβορίτι ∆ωρίδας 1797 Αθήνα 1880)
Αγωνιστής του 1821, στρατιωτικός και δραστήριο πολιτικό πρόσωπο µετά από τη δηµιουργία του ελεύθερου ελληνικού κράτους, αυτοδίδακτος συγγραφέας Αποµνηµονευµάτων. Το πραγµατικό του όνοµα ήταν Ιωάννης Τριανταφυλλοδηµήτρης. Το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και από τότε αφοσιώθηκε στον Αγώνα. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες. Κατά τους εµφύλιους τάχθηκε στο πλευρό των κυβερνητικών και µετά εισέβαλε στην Πελοπόννησο και έµεινε εκεί για να οργανώσει την άµυνα εναντίον του Ιµπραήµ. Υπερασπίστηκε ηρωικά την Ακρόπολη, όπου τραυµατίστηκε τρεις φορές. Η επαναστατική του δράση κλείνει µε τη συµµετοχή του στις επιχειρήσεις του Πειραιά το 1827. Με τον ερχοµό του Καποδίστρια διορίστηκε «Γενικός αρχηγός Σπάρτης». ∆υσανασχετώντας για την απραξία της θέσης άρχισε να γράφει τα «Αποµνηµονεύµατα» (1829). Χαιρέτησε µε θερµά λόγια την άφιξη του Όθωνα, γρήγορα όµως απογοητεύτηκε και στράφηκε στην καλλιέργεια της γης. Ως δηµοτικός σύµβουλος έπεισε το δηµοτικό συµβούλιο της Αθήνας το 1837 να υποβάλει στον Όθωνα αναφορά για την παραχώρηση Συντάγµατος. Η πράξη του αυτή οδήγησε στην παύση του, διάλυση του δηµοτικού συµβουλίου και στον κατ' οίκον περιορισµό του ίδιου. Απ' το παλάτι θεωρήθηκε ως ο κύριος οργανωτής της συνωµοτικής κίνησης που οδήγησε στην Eπανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843. Το Μάρτιο του 1853 δικάστηκε από στρατοδικείο για έσχατη προδοσία και καταδικάστηκε σε θάνατο. Αποφυλακίστηκε αργότερα µε τη µεσολάβηση του ∆ηµητρίου Καλλέργη. Μετά την έξωση του Όθωνα του ξαναδόθηκε ο τίτλος του αντιστρατήγου (1864).
Μαµούρης Γιάννης (∆ρεµίστα Παρνασσίδας 1797 Αθήνα 1867)
Αγωνιστής του 1821 και στρατιωτικό στέλεχος της καποδιστριακής και οθωνικής περιόδου. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες του Αγώνα. ∆ιακρίθηκε στην πολιορκία της Ακρόπολης από τον Κιουταχή.
Μπότσαρης
Επώνυµο µιας από τις σηµαντικότερες οικογένειες του Σουλίου όπου και εγκαταστάθηκαν τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα. Ως τόπος καταγωγής αναφέρεται το χωριό ∆ράγανη της Παραµυθιάς, ενώ, σύµφωνα µε την οικογενειακή παράδοση, η φάρα κατάγεται από τα λείψανα της στρατιάς του Γεωργίου Καστριώτη (Σκεντέρµπεη). Η δράση της οικογένειας είναι συνδεδεµένη µε τους πολέµους των Σουλιωτών εναντίον του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και µε τον Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Ορισµένες διαπραγµατεύσεις όµως του Γιώργη και του Κίτσου Μπότσαρη µε τον Αλή έβλαψαν τους συµπατριώτες τους και µείωσαν το γόητρο της οικογενείας στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αι. Ηρωικές σελίδες έγραψαν και τα γυναικεία µέλη της φάρας. Η Λένω Μπότσαρη (1785-1804) αφού αγωνίστηκε στη µονή Σέλτσου ρίχτηκε και πνίγηκε στα νερά του Αχελώου για να αποφύγει την αιχµαλωσία και την ταπείνωση. Ο Μάρκος Μπότσαρης (Σούλι, 1790 Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου, 1823) υπήρξε ηγετική µορφή της Επανάστασης. Στα τέλη του 1820 διαπραγµατεύτηκε µε τον Αλή Πασά την απελευθέρωση του Σουλίου, ορίστηκε αρχιστράτηγος και έδωσε λαµπρά δείγµατα οργανωτικών και στρατηγικών ικανοτήτων. Στις 3 Ιουλίου 1821 αντιµετώπισε νικηφόρα στο Κοµπότι της Αρτας ισχυρή τουρκική δύναµη, αγωνίστηκε στη µάχη του Πέτα, που κατέληξε σε καταστροφή, και βρέθηκε µεταξύ των υπερασπιστών του Μεσολογγίου στην πρώτη του πολιορκία (Οκτ. ∆εκ. 1822) όπου παρασύροντας τους Τούρκους σε πλαστές συνοµιλίες έδωσε χρόνο στους πολιορκηµένους να ενισχύσουν τις οχυρώσεις. Τον Ιούλιο του 1822 ξεκίνησε να αντιµετωπίσει τους Τουρκαλβανούς στο Καρπενήσι και σχεδίασε νυχτερινή αιφνιδιαστική επίθεση, οι Τούρκοι αντέδρασαν αποφασιστικά και ο Μπότσαρης ήταν από τους πρώτους νεκρούς. Κηδεύτηκε στο Μεσολόγγι και ο θάνατός του συγκλόνισε το µαχόµενο Ελληνισµό και την ευρωπαϊκή κοινή γνώµη.
Μπουµπουλίνα, Λασκαρίνα (Κωνσταντινούπολη,1776Σπέτσες, 1825)
Ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης, από τις λίγες γυναίκες που διαδραµάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Το 1788 παντρεύτηκε τον ∆ηµ. Γιάννουζα και το 1801 τον ∆. Μπούµπουλη, πλούσιο Σπετσιώτη πλοιοκτήτη. Μετά το θάνατό του, το 1811, αύξησε την περιουσία του και ναυπήγησε το πλοίο «Αγαµέµνων» µε δεκαοκτώ πυροβόλα. Αυτό, άλλα τρία µικρότερα και πολλά χρήµατα, τα διέθεσε για τον Ελληνικό Αγώνα. Συµµετείχε ενεργά σε πολλές επιχειρήσεις, όπως στην πολιορκία του Ναυπλίου, και µπήκε από τους πρώτους στην Τριπολιτσά. Κατά τον εµφύλιο πόλεµο συντάχθηκε µε τους στρατιωτικούς και τον Κολοκοτρώνη. Στο πατρικό της σπίτι στις Σπέτσες σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια (ενδο)οικογενειακής διαµάχης. Το όνοµά της ξεπέρασε από τον πρώτο χρόνο του Αγώνα τα σύνορα του ελληνικού χώρου και ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες.
Μιαούλης Ανδρέας (1796 Αθήνα,1835)
Ναύαρχος της Eλληνικής Eπανάστασης, γιος του ∆ηµητρίου Βώκου, γνωστός όµως µε το παρωνύµιο Μιαούλης. Ασχολήθηκε µε τη ναυτιλία από τα εφηβικά του χρόνια και έδρασε σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις που του προσπόρισαν σηµαντικά κέρδη µε τα οποία απέκτησε πλοία µεγάλης χωρητικότητας. Αναγνωρίστηκε ναύαρχος των Υδραίων από τα τέλη του 1821. Το πρώτο του ανδραγάθηµα πραγµατοποιήθηκε στη ναυµαχία της Πάτρας στις 20/2/1822 και στη συνέχεια διακρίθηκε στη Χίο, στο Ναύπλιο, στα Ψαρά και στη ναυµαχία του Γέροντα (1824), τη µεγαλύτερη ναυτική σύγκρουση κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Προσπάθησε να αποτρέψει την απόβαση του Ιµπραήµ στην Πελοπόννησο (1825) και να ενισχύσει το Μεσολόγγι κατά τη B' πολιορκία του. Ο Καποδίστριας, που τον εκτιµούσε ιδιαίτερα, του ανέθεσε την αρχηγία του στόλου του Αιγαίου, αλλά στη συνέχεια υπήρξε από τους πρωτεργάτες της αντικαποδιστριακής κίνησης και έφτασε στο σηµείο να διατάξει την πυρπόληση των ελληνικών πλοίων στο λιµάνι του Πόρου, ενέργεια που τον στιγµάτισε. Ορίστηκε µέλος της επιτροπής που µετέβη στο Μόναχο για να προσφέρει την αφοσίωση του έθνους στον Oθωνα, από τον οποίο διορίστηκε αρχηγός του Ναυτικού ∆ιευθυντηρίου και γενικός επιθεωρητής του στόλου. Πέθανε στην Αθήνα και τάφηκε στον Πειραιά στην Ακτή που ονοµάστηκε έκτοτε Ακτή Μιαούλη.
Μαυροκορδάτος, Αλέξανδρος (Κωνσταντινούπολη, 1791 Αίγινα, 1865)
Από τις σηµαντικότερες πολιτικές προσωπικότητες της Επανάστασης. Γιός του λόγιου αξιωµατούχου στις παραδουνάβιες Ηγεµονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου απέκτησε επιµεληµένη µόρφωση κατάλληλη για να αναλάβει δηµόσια αξιώµατα. Έφτασε στο Μεσολόγγι τον Ιούλιο του 1821 συνοδευόµενος από οµογενείς και φιλέλληνες µε στόχο την επέκταση της Eπανάστασης, την οργάνωση και πολιτική ενοποίηση των εξεγερµένων τόπων και τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στο πλαίσιο µιας «Εθνικής ∆ιοίκησης». Συνέβαλε στη συγκρότηση τοπικού πολιτεύµατος στη ∆υτική Ελλάδα και στη σύγκληση της Α Εθνοσυνέλευσης. Αναδείχθηκε πρόεδρός της και πρόεδρος της επιτροπής που συνέταξε το προσωρινό πολίτευµα της Ελλάδας. Οι πολιτικές αρχές που υπαγορεύονται σ' αυτό φανερώνουν τους σαφείς ιδεολογικούς και πολιτικούς του προσανατολισµούς που είναι διαποτισµένοι από τις αρχές του φιλελευθερισµού. ∆ραστηριοποιήθηκε και στρατιωτικά, όπου βαρύνεται µεν µε την καταστροφή στο Πέτα (4 Ιουλ. 1822), αλλά είναι κι αυτός που πρωτοστάτησε στην οργάνωση της άµυνας του Μεσολογγίου που αποδείχθηκε σωτήρια κατά την πρώτη πολιορκία της πόλης. Υιοθέτησε µια σταθερά αγγλόφιλη πολιτική, γιατί πίστευε, ότι η Αγγλία και λόγω των συµφερόντων της στην Ανατολή ήταν η µόνη δύναµη, που µπορούσε να αντιταχθεί στα επεκτατικά σχέδια της Ρωσίας και επειδή θεωρούσε ότι αντιπροσώπευε πρότυπο πολιτικής, οικονοµικής και κοινωνικής οργάνωσης. Με την ιδιότητά του ως αρχηγού του «αγγλικού κόµµατος» ζήτησε µε επιστολή του από τον Τζωρτζ Κάνιγκ να αντισταθεί στο ρωσικό σχέδιο για τη δηµιουργία τριών ηγεµονιών στην επαναστατηµένη Ελλάδα µε το επιχείρηµα ότι είναι προς το συµφέρον της Αγγλίας και της Ευρώπης η ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Οι απόψεις και οι ενέργειές του αυτές δηµιούργησαν αρκετές ζυµώσεις που κατέληξαν στη συνθήκη του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827). Η πολιτική του δράση συνεχίστηκε και µετά την άφιξη του Καποδίστρια όταν ανέλαβε και υπουργικά καθήκοντα. Αποσύρθηκε όµως το 1830 και αναδείχθηκε ηγέτης της αντιπολίτευσης. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της απολυταρχικής περιόδου της βασιλείας του Όθωνα παρέµεινε εκτός Ελλάδας ως πρεσβευτής. Υποχρεώθηκε, ωστόσο, ο Όθων να τον χρησιµοποιήσει ως πρωθυπουργό το 1841, 1844 και 1854, αλλά κάθε φορά τον υπονόµευε προκαλώντας άµεσα ή έµµεσα την παραίτησή του. Ο ίδιος έµεινε νοµιµόφρων προς τον βασιλιά και µόνο αργότερα µεταστράφηκε και είχε ανάµειξη στις διεργασίες που οδήγησαν στην έξωσή του το 1862.
Στο τέλος της σταδιοδροµίας του εκλέχτηκε πληρεξούσιος Ευρυτανίας στην Εθνοσυνέλευση του 1862 και πρόεδρος της επιτροπής σύνταξης του Συντάγµατος. Tυφλός και κατάκοιτος δεν πήρε ενεργό µέρος στις εργασίες της, διατήρησε όµως το ενδιαφέρον του για τα κοινά και τη σπάνια πνευµατική του διαύγεια ως το θάνατό του.
Μαυροµιχάλη Oικογένεια *
Ιστορική οικογένεια που κατά την παράδοση προερχόταν από τη Θράκη, όταν στα µέσα του 14ου αιώνα πιεζόµενη από τους Τούρκους κατέφυγε και εγκαταστάθηκε στη Μάνη. Από τα µέσα του 18ου αι. αναδείχθηκε σε σηµαντικό τοπικό παράγοντα, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στα προεπαναστατικά γεγονότα (Ορλωφικά) και στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (κατάληψη Καλαµάτας, µάχη Βαλτετσίου, πολιορκία Ναυπλίου και Ακροκορίνθου, αντιµετώπιση του Ιµπραήµ κ.ά.) πληρώνοντας βαρύ φόρο αίµατος.
Πετρόµπεης (Μάνη, 1773 Αθήνα, 1848)
Υπήρξε ηγετική µορφή της Πελοποννήσου, πρωταγωνιστής πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων. Το 1815 ανέλαβε το αξίωµα του µπέη της Μάνης. ∆ιακρίθηκε στις επιχειρήσεις κατά του ∆ράµαλη, στην άµυνα του Μεσολογγίου και στην απόκρουση του Ιµπραήµ. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου προσπάθησε να δηµιουργήσει κλίµα συνδιαλλαγής µεταξύ των εµπολέµων. Κατέλαβε υψηλά αξιώµατα (πρόεδρος Β' Εθνοσυνέλευσης, πρόεδρος Βουλευτικού και Εκτελεστικού και γερουσιαστής µετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου). Φυλακίστηκε µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, µετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και αποφυλακίστηκε το 1832.
Κυριακούλης (Μάνη Σπλάντζα Ηπείρου, 1822)
Aδελφός του Πετρόµπεη υπήρξε από τις ηρωικότερες µορφές της οικογένειας. Σκοτώθηκε σε σφοδρή µάχη µε 3.000 Τούρκους στην προσπάθειά του να ενισχύσει τους πολιορκηµένους στην Κιάφα Σουλιώτες. Στο πεδίο της µάχης, στα Στύρα της Εύβοιας, άφησε την τελευταία του πνοή και ο Ηλίας (Μάνη, 1795 - Στύρα, 1822), γιος του Πετρόµπεη, προικισµένος µε στρατηγικά προσόντα και απαράµιλλη γενναιότητα. Ανέλαβε την αρχηγία της εκστρατείας για την απελευθέρωση της Εύβοιας.
Μεταξάς Ανδρέας (Αργοστόλι, 1790 Αθήνα, 1860)
Πολιτικός και αγωνιστής την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης και της βασιλείας του Όθωνα. Συµµετείχε ενεργά και αποφασιστικά σε πολεµικές επιχειρήσεις την άνοιξη του 1821 όταν και τραυµατίστηκε. Μετά την άλωση της Τριπολιτσάς άρχισε την πολιτική του σταδιοδροµία. Εστάλη στο συνέδριο της Βερόνας για να αναπτύξει τα ελληνικά δίκαια, επέστρεψε όµως άπρακτος αφού δεν του δόθηκε άδεια αποβίβασης. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου τάχθηκε µε το µέρος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και αργότερα πρωτοστάτησε στην εκλογή του Καποδίστρια ως κυβερνήτη. Η Αντιβασιλεία του ανέθεσε υψηλά αξιώµατα (νοµάρχης Λακωνίας, πρεσβευτής στη Μαδρίτη), τον συνέλαβε όµως και για αντικυβερνητική δράση. Αποτέλεσε µαζί µε τον Κωνσταντίνο Ζωγράφο τον πολιτικό πυρήνα της Επανάστασης της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 και µε πρόταση του Μακρυγιάννη ορίστηκε πρωθυπουργός στην κυβέρνηση που διεξήγαγε εκλογές για Εθνοσυνέλευση. Το 1850 διορίστηκε πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη απ' όπου αναχώρησε το 1854 µετά την έναρξη του Kριµαϊκού πολέµου. Ο Όθων το 1859 ελπίζοντας να εκτονώσει την σε βάρος του κατάσταση κάλεσε τον Μεταξά να σχηµατίσει κυβέρνηση, ο οποίος όµως αντιµετωπίζοντας ανυπέρβλητες δυσχέρειες εγκατέλειψε την προσπάθειά του.
Μπότασης
Επώνυµο ιστορικής σπετσιώτικης οικογένειας ηπειρώτικης καταγωγής. Ήταν εγκατεστηµένοι από τα µέσα του 17ου αιώνα στο Κρανίδι και µετά το 1736 εγκαταστάθηκαν στις Σπέτσες. Ο Νικόλαος Μπότασης (Κρανίδι, 1730 - Σπέτσες, 1812) είναι ο γενάρχης. Ασχολήθηκε µε το εµπόριο και τη ναυτιλία, απέκτησε µεγάλη περιουσία και πήρε µέρος στα Ορλωφικά (1770). Στο ναυτικό αγώνα για την Ανεξαρτησία διακρίθηκαν οι Γκίκας Μπότασης (Σπέτσες, 1766 - Ναύπλιο, 1833), Παναγιώτης Μπότασης (Σπέτσες, 1784 Ναύπλιο, 1824), Νικόλαος Μπότασης (Σπέτσες, 1792 Αθήνα, 1842) και Θεοδόσιος Μπότασης (Σπέτσες, 1794 - 1836). Προοδευτικοί και φιλελεύθεροι διακρίθηκαν για την αγωνιστικότητα και τη γενναιοδωρία τους στην οικονοµική ενίσχυση του Αγώνα και ειδικότερα στην αύξηση της ναυτικής δύναµης του νησιού τους.
Μπάυρον, Τζώρτζ Γκόρντον Νόελ (Λονδίνο, 1788 Μεσολόγγι, 1824)
Aγγλος λυρικός ποιητής και φιλέλληνας. Αποδέχτηκε την πρόταση του Φιλελληνικού Κοµιτάτου του Λονδίνου να γίνει εκπρόσωπός του στην Ελλάδα, φόρτωσε το µπρίκι «Ηρακλής» µε όπλα, τρόφιµα και φαρµακευτικό υλικό και έφτασε στο Αργοστόλι τον Αύγουστο του 1823. Παρέµεινε για πέντε µήνες στο χωριό Μεταξάτα και τον Ιανουάριο του 1824 πήγε στο Μεσολόγγι. Εκεί έγινε δεκτός µε ενθουσιασµό απ' όλους τους Έλληνες και η παρουσία του τροφοδότησε ευεργετικά το φιλελληνικό κίνηµα. Επιχείρησε να οχυρώσει το Μεσολόγγι και να δηµιουργήσει πυρήνα πυροβολικού. Συγκρότησε σώµα Σουλιωτών µε το οποίο σχεδίαζε την κατάληψη της Ναυπάκτου, η απειθαρχία όµως που εκδηλώθηκε οδήγησε στη µαταίωση της επιχείρησης. ∆ιορίστηκε συνταγµατάρχης πυροβολικού, του απονεµήθηκε η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη, οι Μεσολογγίτες τον ανακήρυξαν πολίτη και ευεργέτη της πόλης τους και το Φιλελληνικό Κοµιτάτο τον εξέλεξε µέλος της επιτροπής για τη διαχείριση του πρώτου δανείου. Τα ποικίλα καθηµερινά προβλήµατα του προξενούσαν απογοήτευση που σε συνδυασµό µε το άσχηµο κλίµα επιδείνωσαν την ήδη κλονισµένη υγεία του. Στα µέσα Φεβρουαρίου 1824 αρρώστησε από ελονοσία και πέθανε στις 19 Απριλίου.
Μαυροβουνιώτης, Βάσ(σ)ος (Μαυροβούνιο, Ι795 Αττικοβοιωτία, 1847)
Μαυροβούνιος οπλαρχηγός του 1821 και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Καθιερώθηκε ως στρατιωτικό στέλεχος στην περιοχή της Εύβοιας, όπου πήρε µέρος σε διάφορες µάχες (Στύρα, Βρυσάκια, Πολιτικά, Βάθεια), ανέλαβε τη φύλαξη της Ύδρας και το 1825 συµµετείχε στον αγώνα κατά του Ιµπραήµ. Στις εµφύλιες συγκρούσεις συντάχθηκε µε την πλευρά του Κουντουριώτη και πολιτικά ήταν ενταγµένος στο γαλλικό κόµµα.
Μελετόπουλος, ∆ηµήτριος (Αίγιο, 1796Αθήνα, 1858)
Πρόκριτος της Βοστίτσας (Αιγίου) και αγωνιστής. Ήταν από τους λίγους Πελοποννήσιους προκρίτους που δέχθηκαν τις απόψεις τον Παπαφλέσσα για γρήγορη έναρξη του Αγώνα. Ως υπαρχηγός του Ανδρέα Λόντου κινήθηκε ιδιαίτερα στην Αχαΐα, και συµµετείχε στην πολιορκία της Πάτρας και στην καταδίωξη του ∆ράµαλη στην Aκράτα. Μετά την εισβολή του Ιµπραήµ τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη και αγωνίστηκε κατά των αιγυπτιακών στρατευµάτων. ∆ιετέλεσε δήµαρχος Αιγίου, νοµάρχης Αττικής και υπουργός εσωτερικών.
Μέξης, Χατζηγιάννης (Σπέτσες,17541844)
Πρόκριτος των Σπετσών, γνωστός για την προσφορά του στο ναυτικό αγώνα της Επανάστασης. Πρωτοστάτησε στην εξέγερση των Σπετσών, εργάστηκε για τη διάδοση του επαναστατικού µηνύµατος στα άλλα νησιά και διέθεσε τα καράβια του στην υπηρεσία των αγωνιζοµένων. Κράτησε µε επιτυχία την άµυνα των Σπετσών κατά τη διάρκεια της ναυµαχίας µεταξύ του ελληνικού στόλου υπό τον Μιαούλη και της τουρκικής αρµάδας (8 Σεπτ. 1822).
Μήλιος, Ζάχος (Χειµάρα,1805 Θήβα,1860)
Στρατιωτικός της επαναστατικής και της οθωνικής περιόδου. Το 1824 συνόδευσε τον αδελφό του Σπυροµήλιο στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου εναντίον του Οµέρ Βρυώνη στη ∆υτική Ελλάδα. Συµµετείχε σε µάχες κατά του Κιουταχή, πολέµησε στο Μεσολόγγι και έλαβε µέρος στην Έξοδο. Πολιτικά στοιχήθηκε αρχικά µε την παράταξη του Μαυροκορδάτου και µετά µε το ρωσικό κόµµα.
Μητροπέτροβας (Γαράντζα [Μέλπεια] Μεσσηνίας, Ι745 1838)
Ανέπτυξε πολεµική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια των Ορλωφικών και εργάστηκε για την προετοιµασία της Επανάστασης στη Μεσσηνία. Κατά τη διάρκεια του Αγώνα τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη και πήρε µέρος στη µάχη στο Βαλτέτσι και στην άλωση της Τριπολιτσάς. Φανατικός πολέµιος της Αντιβασιλείας πρωτοστάτησε στην ανταρσία των Μανιατών µετά την καταδίκη του Κολοκοτρώνη και στην εξέγερση της Μεσσηνίας για την οποία καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά δεν εκτελέστηκε λόγω της προχωρηµένης ηλικίας του.
Μίχος Αρτέµιος (Ιωάννινα,1803 Αθήνα,1873)
Αγωνιστής και αποµνηµονευµατογράφος. Κατέβηκε το 1822 στη νότια Ελλάδα και πολέµησε στο Μοριά και τη Ρούµελη. Ήταν στο Μεσολόγγι κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας και µετά την Έξοδο ακολούθησε τον Καραϊσκάκη και πήρε µέρος σε επιχειρήσεις στην Αττική και στην Ανατολική Στερεά υπό τον ∆. Υψηλάντη. Στο ανεξάρτητο κράτος υπηρέτησε στον τακτικό στρατό και ήταν από τους πρωταγωνιστές της αντικαθεστωτικής εξέγερσης τον Ναυπλίου του 1862. Έγραψε αποµνηµονεύµατα που αναφέρονται στην πολιορκία και την Έξοδο τον Μεσολογγίου, αλλά και σε άλλα συµβάντα ως το τέλος του Αγώνα.
Μπαϊρακτάρης (ή Σπύρου) Γιάννης (Σούλι, 1793 )
Αγωνιστής του 1821. Υπηρέτησε υπό τους Μποτσαραίους. Πολέµησε κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου και συνέχισε µετά την Έξοδο τον αγώνα στην Αράχοβα και την Αττική υπό τον Καραϊσκάκη.
Μπενιζέλος, Προκόπης (Αθήνα,17821850)
∆ηµογέροντας της Αθήνας. Εργάστηκε για την προετοιµασία του Αγώνα, πιάστηκε όµηρος, κλείστηκε στις φυλακές της Ακρόπολης όπου υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. ∆ραπέτευσε στην Yδρα και αργότερα συµµετέσχε στην εκστρατεία του Καραϊσκάκη στην Αττική. Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του κατάκοιτος εξαιτίας των βασανιστηρίων.
Mπενιζέλος Pούφος (Πάτρα, 17951868)
Αγωνιστής του 1821 και πολιτικός. Χρηµάτισε τρείς φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας: το 1863 ( δύο φορές ) και το 1865 1866. Συγκαταλέγεται στους πρωτεργάτες της Eπανάστασης στην Πάτρα και ήταν µέλος του Επαναστατιικού και Αχαϊκού ∆ιευθυντηρίου. Εργάστηκε για την οργάνωση της πολιορκίας του κάστρου της πόλης. Το 1828 διορίστηκε ∆ιοικητής Σύρου και Επίτροπος Ηλείας. Χρηµάτισε υπουργός Εσωτερικών και δήµαρχος της Πάτρας. Το 1832 µέλος της Γερουσίας και το 1835 σύµβουλος Επικρατείας. Με την έξωση του Όθωνα ανέλαβε µαζί µε τον ∆ηµήτριο Βούλγαρη και τον Κωνσταντίνο Κανάρη την προσωρινή διακυβέρνηση της χώρας.
Μπουκουβάλα Οικογένεια
Επώνυµο αρµατολικής οικογένειας των Αγράφων. Οι Μπουκουβαλαίοι καταδιωκόµενοι από τους Τουρκαλβανούς µετακινήθηκαν νοτιότερα. Από το 1822 και ύστερα έχασαν και τυπικά τα δικαιώµατά τους στα 'Aγραφα που περιήλθαν στον Καραϊσκάκη και σε άλλους οπλαρχηγούς. Μπούσγος, Βασίλης (Απόκουρο Ναυπακτίας 1796 Λιβαδειά, 1860) Υπηρέτησε προεπαναστατικά στην αυλή του Αλή πασά και το 1821 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Κατά την έκρηξη της Επανάστασης βρέθηκε στο Γαλαξείδι, ξεσήκωσε τους κατοίκους της Αράχοβας, πήρε µέρος στη µάχη για την κατάληψη της Λιβαδειάς και στη µάχη της Αλαµάνας µε τον Αθανάσιο ∆ιάκο. Συνέχισε την πολεµική του δραστηριότητα σε διάφορες περιοχές της Στερεάς Ελλάδας στο πλευρό του Ανδρούτσου, του Γκούρα και του Καραϊσκάκη και κατέλαβε στρατιωτικά αξιώµατα στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.
Νικηταράς (Νικήτας Σταµατελόπουλος) (Μεγάλη Αναστάσοβα Μεσσηνίας, 1787- Πειραιάς, 1849)
Από τους σηµαντικότερους οπλαρχηγούς του 1821, ανηψιός και στενός συνεργάτης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το 1805 µετά το θάνατο του αρµατολού πατέρα του, ακολούθησε τον Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το Φεβρουάριο του 1821 βρισκόταν στην Καλαµάτα, έτοιµος για την κήρυξη της Επανάστασης. Μετά την απελευθέρωση της Καλαµάτας ο Νικηταράς µε τον Παπαφλέσσα και τον Κολοκοτρώνη βάδισαν προς την Αρκαδία µε σκοπό την άλωση της Τριπολιτσάς. Λίγες µέρες µετά τη µάχη στο Βαλτέτσι απέκρουσε στα ∆ολιανά την επίθεση 6000 Τούρκων που άφησαν στο πεδίο της µάχης 300 νεκρούς και το σύνολο των πυροβόλων τους. Τότε ονοµάστηκε «Τουρκοφάγος». Το καλοκαίρι του 1822 µαζί µε άλλους οπλαρχηγούς συνέτριψε το ∆ράµαλη. Η δράση του συνεχίστηκε στην Αττική και την Πελοπόννησο. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου τάχθηκε µε το µέρος του Κολοκοτρώνη. Μετά την άφιξη του Καποδίστρια υπήρξε από τους στενούς συνεργάτες του. Αν και ανήκε στη ρωσόφιλη παράταξη δεν έλαβε ενεργό µέρος στις πολιτικές διαµάχες, ήταν όµως σαφής η αντίθεσή του προς τους Βαυαρούς. Το 1839 συνελήφθη ως µέλος της «Φιλορθόδοξης Εταιρείας» που στρεφόταν εναντίον του Όθωνα, δικάστηκε, αθωώθηκε, ο βασιλιάς όµως διέταξε τον περιορισµό του στην Αίγινα. Μετά την Επανάσταση του 1843 ονοµάστηκε υποστράτηγος και το 1847 γερουσιαστής. Πέθανε στον Πειραιά τυφλός και πάµφτωχος.
Νεόφυτος, ο Ταλαντίου (Νικόλαος Μεταξάς) (Αθήνα, 1762 1861)
Κληρικός, αγωνιστής του 1821 και πρώτος Μητροπολίτης Αθηνών. Πήρε αξιόλογη µόρφωση, το 1792 χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή Πεντέλης όπου χρηµάτισε και δάσκαλος. Το 1803 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ταλαντίου και άρχισε πλούσια και αξιόλογη εκκλησιαστική και εθνική δράση. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης διαδραµάτισε ενεργό ρόλο πρωτοστατώντας στον απελευθερωτικό αγώνα της επαρχίας Αταλάντης και συνδράµοντας τον Αθανάσιο ∆ιάκο στην Αλαµάνα. Συµµετείχε στην Α' Εθνοσυνέλευση, καθώς και στις υπόλοιπες και ήταν παρών σε όλες τις προσπάθειες της διοίκησης για τη ρύθµιση των εκκλησιαστικών πραγµάτων. Το 1833 ονοµάστηκε επίσκοπος Αθηνών και το 1850 µετά την έκδοση του «Συνοδικού Τόµου» από το Οικουµενικό Πατριαρχείο διορίστηκε πρώτος και µόνιµος πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και ονοµάστηκε µητροπολίτης Αθηνών αξίωµα που κατείχε ως το θάνατο του.
Νοταρά Οικογένεια
Μεγάλη ιστορική πελοποννησιακή οικογένεια µε δράση κυρίως στην Κορινθία. Απέκτησαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας µεγάλη οικονοµική και διοικητική δύναµη. Ισόβιοι δηµογέροντες στην επαρχία τους, καθοριστικοί παράγοντες της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής του τόπου συµµετείχαν ενεργά στις εθνικοπολιτικές επιδιώξεις των συµπατριωτών τους. Η οικογένεια εξέθρεψε στους κόλπους της αγίους της Ορθοδοξίας (Αγ. Γεράσιµος, Αγ. Μακάριος), λόγιους, κληρικούς και ιεράρχες, αγωνιστές, φιλικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς που έδρασαν στην ελληνική εξέγερση του 1770 (Ορλωφικά), στην προεπαναστατική περίοδο, στον Αγώνα και στα πρώτα χρόνια του ελληνικού βασιλείου. Ο Πανούτσος Νοταράς (Τρίκαλα Κορινθίας, 1752 1849) ήταν από τα περισσότερο αναπτυγµένα πνευµατικά και οικονοµικά µέλη της οικογένειας. Πρωταγωνιστής στα Ορλωφικά, µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818. Είχε επιφυλάξεις για την έναρξη του ένοπλου αγώνα το 1821 που τις απέβαλε όταν είδε τη ραγδαία εξάπλωσή του. Προσχώρησε στις επαναστατικές διαδικασίες µε την άφιξη του ∆. Υψηλάντη και η παρουσία του επηρέασε θετικά και άλλους Πελοποννήσιους κοτζαµπάσηδες. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος της Α Εθνοσυνέλευσης και µέλος της Επιτροπής σύνταξης του πρώτου Συντάγµατος. Υπήρξε έντιµος και αφιλοκερδής σε όλα τα αξιώµατα στα οποία υπηρέτησε. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου ήταν διαλλακτικός και µετριοπαθής και περιορίστηκε σε νουθεσίες και προτροπές προς τους αντιπάλους προσπαθώντας να τους συνδιαλλάξει. Παρουσιάστηκε για τελευταία φορά στο πολιτικό προσκήνιο µετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου και εκλέχθηκε πρόεδρος της πρώτης Βουλής του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Ο Παναγιώτης Νοταράς (Τρίκαλα Κορινθίας, 1803 Αθήνα, 1879) πήρε µέρος στην πολιορκία και την άλωση του Ακροκορίνθου, πολέµησε εναντίον του ∆ράµαλη και στη µάχη της 'Aµπλιανης οπότε του δόθηκε και ο βαθµός του αντιστράτηγου. Ο Ιωάννης (Γιαννάκης) Νοταράς (Τρίκαλα Κορινθίας, 1805 Ανάλατος Αττικής, 1827) γνωστός και ως «αρχοντόπουλο» διακρινόταν για τα πνευµατικά του προσόντα, την οµορφιά και τη γενναιότητά του. Συµµετείχε στην πολιορκία του Ακροκορίνθου και στην αναχαίτιση της στρατιάς του ∆ράµαλη. Κατά τη διάρκεια του εµφυλίου γνώρισε διώξεις από το Γκούρα και φυλακίστηκε στην Ύδρα. Πολέµησε εναντίον του Ιµπραήµ, στην Καστέλλα υπό το Γκόρντον και σκοτώθηκε στην καταστρεπτική µάχη του Αναλάτου στις 24 Απριλίου 1827.
Νέγρης, Θεόδωρος (Κων/πολη, 1790Ναύπλιο, 1824)
Πολιτικός, από τις πιο ικανές, αλλά και αµφιλεγόµενες προσωπικότητες του Αγώνα. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και ανέπτυξε επωφελή δραστηριότητα. Οι ενέργειές του όµως για ν' ανακαλύψει την Ανώτατη Αρχή έθεσαν σε κίνδυνο τους Φιλικούς οι οποίοι σχεδίασαν και την εκτέλεσή του. Αποβιβάστηκε τον Απρίλιο του 1821 στην Τήνο και δήλωσε την πρόθεσή του να παραµείνει στην επαναστατηµένη Ελλάδα. Ο ∆ηµήτριος Υψηλάντης εκτιµώντας τις πρώτες θετικές του ενέργειες ως φιλικού τον δέχτηκε, χωρίς όµως να του προσφέρει κάποιο αξίωµα. Στην Καλαµάτα, όπου τον αποµόνωσε, προσπάθησε να προσεταιριστεί τους στρατιωτικούς και να υπονοµεύσει κάθε προσπάθεια οργάνωσης τακτικού στρατού. Με τη µεσολάβηση του Μαυροκορδάτου επιτεύχθηκε η συγκατάθεση του ∆. Υψηλάντη για συµµετοχή του Νέγρη στη διοίκηση της Ρούµελης και του ανατέθηκε η οργάνωση της Ανατολικής Ελλάδας. Συγκάλεσε συνέλευση στα Σάλωνα όπου ψηφίστηκε στις 19 Νοεµβρίου 1821 η «Νοµική ∆ιάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος». Στο κείµενο αυτό, όπου εξέφρασε τις πολιτικές του πεποιθήσεις, διακρίνονται ορισµένες αρχές, ατελείς βέβαια, πολιτικής αυτοδιάθεσης και ατοµικών ελευθεριών. Ο ίδιος εκλέχθηκε πρόεδρος του Αρείου Πάγου, της ανώτατης νοµοθετικής, διοικητικής και δικαστικής αρχής. Πήρε µέρος στην Α' Εθνοσυνέλευση. Μετά την Β' Εθνοσυνέλευση αποσχίστηκε από το κόµµα του Μαυροκορδάτου και προσχώρησε στην πλευρά του Κολοκοτρώνη και του Ανδρούτσου διακηρύσσοντας δηµοκρατικές απόψεις. Όταν ο Κολοκοτρώνης δέχτηκε την αντιπροεδρία του Εκτελεστικού, ο Νέγρης παραµερίστηκε, προσκολλήθηκε στον Ανδρούτσο και µε την ελπίδα ότι θα κατάφερνε να υπερφαλαγγίσει τον Μαυροκορδάτο συγκάλεσε συνέλευση των αρχηγών της Στερεάς στα Σάλωνα όπου κλήθηκε και ο Μπάϋρον. H συνέλευση αυτή ξεκίνησε τις εργασίες της τον Απρίλιο του 1824, αλλά ο θάνατος του ποιητή µαταίωσε τα σχέδια των πρωτεργατών της και ο Νέγρης απογοητευµένος επέστρεψε στο Ναύπλιο όπου και πέθανε από τύφο αποµονωµένος και πάµφτωχος.
Νεόφυτος ο Καρύστου (Φύλλα Ευβοίας, 1790 Χαλκίδα, 1851)
Κληρικός, φιλικός και αγωνιστής του 1821. Ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα και συνέβαλε σηµαντικά στην εξάπλωση της Eπανάστασης στη νότια Εύβοια. Η ήττα στα Στύρα, ο θάνατος του Μαυροµιχάλη, η αποτυχηµένη πολιορκία της Καρύστου περιόρισαν τις ελπίδες του για απελευθέρωση της νότιας Εύβοιας, αλλά δεν έπαυσε σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα να φροντίζει για την αναζωπύρωση της Επανάστασης συγκεντρώνοντας πολεµοφόδια, χρήµατα και πολεµιστές.
Νικόδηµος, Κωνσταντίνος (Ψαρά, 1795/6 Αθήνα, 1879)
Πυρπολητής και αποµνηµονευµατογράφος του ναυτικού Αγώνα του 1821. Πήρε µέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις από τους πρώτους µήνες της Επανάστασης και σε όλη τη διάρκειά της διαδραµάτισε, ως κυβερνήτης πυρπολικού, πρωταγωνιστικό ρόλο σε επικίνδυνες αποστολές (ναυµαχία στο Τρίκκερι, εκστρατεία για την ανάκτηση των Ψαρών, ενίσχυση πολιορκηµένων στο Μεσολόγγι). Μετά την απελευθέρωση υπήρξε βασικό στέλεχος του Ναυτικού και κατέβαλε ιδιαίτερες προσπάθειες για την αναδιοργάνωσή του. Το 1826 δηµοσίευσε το «Υπόµνηµα περί της Νήσου Ψαρών» που είναι πολύτιµο για τα έγγραφα που περιέχει και γιατί αποτελεί προσωπική µαρτυρία ενός πυρπολητή.
Ξάνθος, Εµµανουήλ (Πάτµος, 1772 Αθήνα, 1851)
Eνας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Σπούδασε στην Πατµιάδα Σχολή και σταδιοδρόµησε ως εµπορικός υπάλληλος. Το 1813 στην Οδησσό συνδέθηκε φιλικά µε τον Νικόλαο Σκουφά και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ. Οι τρεις τους στις 14 Σεπτεµβρίου 1814 συνέστησαν τη Φιλική Εταιρεία. Το ∆εκέµβριο του ίδιου χρόνου εγκαταστάθηκε στην Κων/πολη όπου ως το 1818 εργάστηκε δραστήρια για την προσέλκυση µελών. Με συστατικές επιστολές από τον 'Aνθιµο Γαζή κατευθύνθηκε στην Πετρούπολη, όπου τον Ιανουάριο του 1820 συνάντησε τον Ι. Καποδίστρια, τον ενηµέρωσε για την Εταιρεία και του πρόσφερε την αρχηγία της. Μετά την άρνηση του Καποδίστρια στράφηκε προς τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος και ανέλαβε την ηγεσία της. Ο Ξάνθος συνέχισε να εργάζεται στη Ρωσία και τη Μολδοβλαχία για το συντονισµό της επαναστατικής προετοιµασίας και για τη συγκέντρωση χρηµάτων και εφοδίων. Με ειδικούς απεσταλµένους ενηµέρωσε τους φιλικούς της Ελλάδας για την έναρξη του Αγώνα και µετά την αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες κατέβηκε στην Πελοπόννησο. Το 1826 ανέλαβε να φυγαδεύσει από τις φυλακές της Αυστρίας τον Αλ. Υψηλάντη µετά από πρόταση του αδελφού του ∆ηµητρίου, αλλά ο ίδιος αρνήθηκε να τον ακολουθήσει. Εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι και ζούσε αθόρυβα και τόσο φτωχικά ώστε το 1832 η σύζυγος του µε αναφορά της στη ∆' Εθνοσυνέλευση ζητούσε «το έλεος του έθνους». Ο Ιωάννης Φιλήµων στο έργο του «∆οκίµιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας» το 1834, υπό την επίδραση του Αναγνωστόπουλου, τον κατηγόρησε για κακή διαχείριση των χρηµάτων της Εταιρείας. Ο Ξάνθος συνέταξε απολογητική απάντηση το 1837 και ο Φιλήµων σε άρθρο του στην εφηµερίδα «Αιών» το 1839 αποκατέστησε την αλήθεια. Το 1838 ο Όθων του απένειµε το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Φεύγοντας από τη Βουλή όπου είχε παρακολουθήσει µια συνεδρίαση έπεσε από σκάλα και τραυµατίστηκε θανάσιµα. Κηδεύτηκε στις 30 Νοεµβρίου 1851 µε τιµές στρατηγού. Τα «Αποµνηµονεύµατα περί της Φιλικής Εταιρείας» που έγραψε, παρά τη συντοµία τους, αποτελούν σηµαντική πηγή για την ιστορία της αφού είναι το µοναδικό κείµενο που προέρχεται τη γραφίδα ιδρυτικού της µέλους.
Ξόδιλος, Αθανάσιος (Βυτίνα Γορτυνίας, 1780 Κιονόβιο Βεσσαραβίας, µετά το 1846)
Φιλικός και αποµνηµονευµατογράφος. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1820, πήρε τον ανώτερο βαθµό του «ιερέα» και αναδείχθηκε σ' ένα από τα σηµαντικότερα στελέχη της, µεριµνώντας για τη στρατολόγηση αγωνιστών και προµηθεύοντας µε πολεµοφόδια για την Επανάσταση τον Αλεξ. Υψηλάντη. ∆ιέθεσε όλη τη σηµαντική περιουσία του για την Επανάσταση, µε αποτέλεσµα να υποφέρει οικονοµικά αργότερα. Έγραψε αποµνηµονεύµατα που περιέχουν διαφωτιστικές πληροφορίες για τη Φιλική Εταιρεία και για τα γεγονότα στη Βεσσαραβία και τη Μολδαβία κατά το 1821 στα οποία και ο ίδιος διαδραµάτισε σηµαντικό ρόλο.
Ολύµπιος, Γεωργάκης (Λιβάδι Ολύµπου, 1772 Μονή Σέκου Βλαχίας, 1821)
Φιλικός και αγωνιστής, από τους πιο άξιους συνεργάτες του Αλέξανδρου Υψηλάντn κατά τον Αγώνα στις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες. Εντάχθηκε στο αρµατολίκι του Ολύµπου, όπου διακρίθηκε ως καπετάνιος και εξαιτίας των τουρκικών πιέσεων αναγκάστηκε να εκπατριστεί και να πάει αρχικά στη Σερβία και στη συνέχεια στη Βλαχία. ∆ιακρίθηκε στο Ρωσοτουρκικό πόλεµο (180612), του απονεµήθηκε ο βαθµός του συνταγµατάρχη και ο τσάρος Αλέξανδρος τον συµπεριέλαβε στη στρατιωτική του ακολουθία στο συνέδριο της Βιέννης όπου γνωρίστηκε µε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1817 και συµπιερελήφθη στους «∆ώδεκα Αποστόλους» της. Ανέλαβε και πέτυχε να µυήσει τον εξόριστο αρχηγό των Σέρβων επαναστατών Καραγεώργη και το Βλάχο εθνικιστή Βλαντιµηρέσκου. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τον έθεσε επικεφαλής της έναρξης του Αγώνα στο Βουκουρέστι. ∆ιαδραµάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση και στη διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Όταν ο Βλαντιµηρέσκου διαχώρισε τη θέση του, προσπάθησε να τον πείσει να συνεχίσει τον κοινό αγώνα. H άρνησή του όµως να συµµορφωθεί οδήγησε στη σύλληψη, την καταδίκη και την εκτέλεσή του. Μετά τη διαφυγή του Αλέξ. Υψηλάντη στην Αυστρία εξακολούθησε τις επιθέσεις εναντίον των Τούρκων και κατέφυγε µε τον Ιωάννη Φαρµάκη στη µονή του Σέκου. Σε µια φάση της µάχης αποµονωµένος µε λίγους συντρόφους του πυροβόλησε ένα βαρέλι µε πυρίτιδα και ανατινάχθηκε µαζί µε τους διώκτες του.
Οικονόµου, Αντώνης ('Yδρα, 1785 Κουτσοπόδι 'Aργους, 1821)
Φιλικός και πρωτεργάτης της επαναστατικής εξέγερσης στην Ύδρα. Όταν µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στην Κων/πολη, εγκατέλειψε τα εµπορικά του σχέδια και γύρισε στην Ύδρα, όπου περίµενε την έναρξη του Αγώνα. Τη νύχτα της 27ης Μαρτίου 1821 κήρυξε, παρά την επιφυλακτικότητα των προκρίτων, την Eπανάσταση στην Ύδρα µέσα σε ακράτητο ενθουσιασµό του λαού και στη συνέχεια ανέλαβε την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση του νησιού. Η αριστοκρατική ηγεσία φαινόταν να έχει καταργηθεί και να έχει αντικατασταθεί από ένα λαϊκό πολίτευµα, ψυχή και νους του οποίου ήταν ο Οικονόµου. Η πρώτη ναυτική εκστρατεία του ενωµένου στόλου των νησιών για την απελευθέρωση της Χίου δεν καρποφόρησε (Απρίλιος 1821) και ο ίδιος θεωρήθηκε υπεύθυνος για την αποτυχία. Η προσπάθειά του να επιβάλει τους διεθνείς κανόνες δικαίου για ίση διανοµή της λείας από τη σύλληψη εχθρικών πλοίων προκάλεσε αντιδράσεις, πολλά πληρώµατα τον εγκατέλειψαν και τρεις πλοίαρχοι όρµησαν να τον φονεύσουν. Οι αντίπαλοι του τον συνέλαβαν και τον µετέφεραν στο Κρανίδι. Στις 16 ∆εκεµβρίου 1821 δολοφονήθηκε από στρατιωτική δύναµη που είχε σταλεί για να τον συλλάβει. Παρόλο που η εξουσία του διήρκεσε ενάµισι, περίπου, µήνα, η προσφορά του στην Eπανάσταση υπήρξε σηµαντική, καθώς «µε την τόλµη του ανυψώθηκε υπεράνω της παντοδύναµης αριστοκρατίας και οδήγησε το λαό στον αγώνα της ελευθερίας και της δόξας», όπως αναφέρει ο Σπ. Τρικούπης.
Οικονόµος ο εξ Οικονόµων, Κωνσταντίνος (Τσαριτσάνη Θεσσαλίας, 1780-Αθήνα, 1857)
Κληρικός, θεολόγος, φιλόλογος και δάσκαλος του Γένους. Φοίτησε στη σχολή των Αµπελακίων, χειροτονήθηκε ιερέας και αποδείχθηκε ιεροκήρυκας µε σπάνιες ρητορικές ικανότητες. Το 1806 θεωρήθηκε ύποπτος για συµµετοχή στην ανταρσία του παπά-Ευθύµιου Βλαχάβα και το 1809 προσλήφθηκε από τον Κωνσταντίνο Κούµα στο Φιλολογικό Γυµνάσιο Σµύρνης στο οποίο το 1814 ανέλαβε καθήκοντα σχολάρχη. Επηρεασµένος από τις ιδέες του Κοραή και ακολουθώντας τις επιλογές του Kούµα ευθυγραµµίστηκε απόλυτα µε το κίνηµα του ∆ιαφωτισµού. Μετά το κλείσιµο του Γυµνασίου, εξαιτίας της συστηµατικής επίθεσης της συντηρητικής παράταξης, µετακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου το 1819 διορίστηκε από τον Γρηγόριο τον Ε' ιεροκήρυκας και άρχισε να συµβιβάζεται µε τους αντιπάλους του ∆ιαφωτισµού. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση και άρχισαν οι διώξεις του ελληνικού πληθυσµού στην Κωνσταντινούπολη, κατέφυγε στην Οδησσό και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Πετρούπολη όπου υπηρέτησε την εθνική υπόθεση προσπαθώντας να πετύχει την παρέµβαση του τσάρου για τα θύµατα των διωγµών. Εγκατέλειψε την Ρωσία το 1832 και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1837. Από τα πρώτα χρόνια του Αγώνα είχε υποστηρίξει πως το κίνηµα για την εθνική ανεξαρτησία έπρεπε να κόψει κάθε σχέση µε τις ριζοσπαστικές ιδέες του ∆ιαφωτισµού και της Γαλλικής Επανάστασης που το καθιστούσαν ύποπτο στους χριστιανούς µονάρχες. Στο ανεξάρτητο κράτος έγινε από τους µαχητικότερους σηµαιοφόρους του συντηρητισµού υπερασπιζόµενος την αµετακίνητη προσήλωση στους κανόνες της Oρθοδοξίας. Και στο γλωσσικό ζήτηµα, ενώ παλιότερα ήταν οπαδός της κοραϊκής «µέσης οδού», εµφανίστηκε αργότερα οπαδός του αρχαϊσµού και αντιτάχθηκε κατηγορηµατικά στην πρόταση του Νεόφυτου Βάµβα να µεταφραστεί η Αγία Γραφή στην οµιλούµενη γλώσσα.
Παλαµήδης Ρήγας (Τρίπολη 1794 Αθήνα 1872)
Πολιτικός της Ελληνικής Επανάστασης και των πρώτων δεκαετιών του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Ο πατέρας του είχε χρηµατίσει δραγουµάνος του Τούρκου διοικητή της Τρίπολης, αλλά αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους, λόγω της συµµετοχής του σε οµάδα µε αντιτουρκικά φρονήµατα. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε αργότερα στην Κων/πολη, όπου και ο ίδιος µορφώθηκε. Επιστρέφοντας στην Αρκαδία, πήρε µέρος σε πολλές επαναστατικές επιχειρήσεις. Ο Ρήγας Παλαµήδης εκλέχτηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις της Επιδαύρου, Ερµιόνης, Τροιζήνας και 'Aργους. Υπηρέτησε ως γερουσιαστής, νοµάρχης, σύµβουλος Επικρατείας, υπουργός, πρόεδρος της Βουλής κ.λπ. Πήρε µέρος στο κίνηµα της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 και έγινε µέλος της επιτροπής που συνέταξε το Σύνταγµα. Επιχειρώντας να συγγράψει την ιστορία της Επανάστασης του 1821, συγκέντρωσε πολύτιµο υλικό για γεγονότα και πρόσωπα που έζησε ο ίδιος. Το υλικό αυτό υπάρχει και φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.
Πανουργιάς Ιωάννης (Nάκος) (Άµφισσα 1801 1863)
Γιος του οπλαρχηγού Πανουργιά Πανουργιά. Πήρε µέρος στη µάχη των Βασιλικών, της Αράχοβας µαζί µε τα παλικάρια του Γ. Καραϊσκάκη και σε πολλές άλλες, δίπλα στο Γ. ∆υοβουνιώτη, το ∆. Υψηλάντη κ.α. Ιδιαίτερη γενναιότητα έδειξε στην τελευταία µάχη του Αγώνα στην Πέτρα της Βοιωτίας (1829). Ο Ι. Πανουργιάς είχε και πολιτική δράση: Πληρεξούσιος της 'Aµφισσας στην Εθνοσυνέλευση του 1843 και ως το θάνατό του βουλευτής Παρνασσίδας. Το 1854 ως στρατιωτικός ηγέτης σώµατος εθελοντών µε το βαθµό του υποστρατήγου, τάχθηκε µε το µέρος των υπόδουλων της Θεσσαλίας και πολέµησε αποτελεσµατικά στην περιοχή του Αλµυρού. Ήταν ευρύτατα γνωστός µε το προσωνύµιο Νάκος.
Πανουργιάς Πανουργιάς (∆ρέµισα Φωκίδας 1759 ή 1767 Aµφισσα 1834)
Καταγόταν από σηµαντική οικογένεια κλεφταρµατολών. Στα δεκαέξι του χρόνια έγινε κλέφτης και αργότερα αρµατολός. Μυήθηκε νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και έδρασε κάτω από τις εντολές της µαζί µε τον Οδ. Ανδρούτσο, τον Αθ. ∆ιάκο, το Γ. ∆υοβουνιώτη κ.ά. Πολέµησε στην 'Aµφισσα, στη Γραβιά, στα Βασιλικά. Στην περίοδο των εµφυλίων, ο Π. Πανουργιάς τάχθηκε µε το µέρος των στρατιωτικών, γιατί πίστευε ότι αυτοί ήσαν ικανοί να κρατούν τα ηνία, όσο διαρκούσε ο Αγώνας. Ο Π. Πανουργιάς ήταν γενναίος, ακούραστος και αγνός πατριώτης. 'Eπαιξε ρόλο συµφιλιωτικό σε περιπτώσεις έξαρσης των παθών. Μετά το τέλος της Επανάστασης, ο Πανουργιάς αποσύρθηκε στην 'Aµφισσα, όπου και πέθανε.
Παπαδιαµαντόπουλος Ιωάννης (Κόρινθος 1766 Μεσολόγγι 1826)
Ο Ι. Παπαδιαµαντόπουλος πήγε στην Πάτρα, όπου πολύ γρήγορα έγινε µεγαλέµπορος, πλοιοκτήτης και τραπεζίτης. Μυήθηκε νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και ενίσχυσε τον Αγώνα µε τεράστια χρηµατικά ποσά. Πήρε µέρος στη σύσκεψη της Βοστίτσας και πρωτοστάτησε στην κήρυξη της Επανάστασης. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου και 'Aστρους (1821 και 1823). Ορίστηκε πρόεδρος επιτροπής για τη διεύθυνση των πολεµικών επιχειρήσεων στη ∆. Στερεά. Εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι, διέθεσε µεγάλα ποσά για τον ανεφοδιασµό και βοήθησε άγρυπνα στη διοργάνωση της άµυνας. Σκοτώθηκε στην Έξοδο, πολεµώντας ηρωϊκά. Εγγονός του ήταν ο ποιητής Ι. Παπαδιαµαντόπουλος (Ζαν Μορεάς) που εγκαταστάθηκε και διέπρεψε στη Γαλλία.
Παπανικολής ∆ηµήτριος (Ψαρά 1790 Αθήνα 1855)
Θαρραλέος µπουρλοτιέρης, µε πολλά ναυτικά ανδραγαθήµατα σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού Αγώνα. Στις 27 Μαΐου 1821, στην Ερεσσό της Μυτιλήνης,ανατίναξε τουρκικό δίκροτο που κατευθυνόταν στην Πελοπόννησο. Ο ∆. Παπανικολής πήρε µέρος σε πολλές ναυµαχίες, όπως εκείνη του Γέροντα τον Αύγουστο του 1824. Επίσης έδρασε στα παράλια της Μ. Ασίας και της Αττικής. Μετά την απελευθέρωση εκλέχτηκε πληρεξούσιος των Ψαριανών στην Εθνοσυνέλευση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843. Επίσης διορίστηκε πρόεδρος του Ναυτοδικείου το 1846, θέση που διατήρησε ως το θάνατό του. Το 1927 το ελληνικό κράτος προµηθεύτηκε από τη Γαλλία υποβρύχιο που ονοµάστηκε «Παπανικολής».
Παπάς Εµµανουήλ (∆οβίστα Σερρών 1772 Ύδρα 1821)
Πρωτεργάτης στην εξέγερση της Χαλκιδικής µε εντολές της Φιλικής Εταιρείας, της οποίας ήταν επίλεκτο µέλος. Οι Τούρκοι κινητοποίησαν ισχυρές δυνάµεις από την Πόλη και τη Θεσ/νίκη, µε αποτέλεσµα να πνίξουν στο αίµα την εξέγερση σε όλα τα επαναστατηµένα µέρη της Χαλκιδικής. Παράλληλα, του δήµευσαν την περιουσία στις Σέρρες, του έκαψαν το σπίτι και συνέλαβαν πολλούς συγγενείς του. Μετά την αποτυχία, µπαίνει σε πλοίο µε µερικούς πιστούς συντρόφους του και κατευθύνεται στην Ύδρα για να συνεχίσει από εκεί την επιθετική του δράση εναντίον των Τούρκων. Πέθανε από συγκοπή, λίγο πριν φθάσει στον προορισµό του και ενταφιάστηκε εκεί.
Παπαφλέσ(σ)ας (Πολιανή Μεσσηνίας 1786 Μανιάκι Μεσσηνίας 1825)
Το πραγµατικό του όνοµα, Γρηγόριος ∆ικαίος. Έγινε µοναχός σε διάφορα µοναστήρια του Μοριά και αφού ήρθε σε σύγκρουση µε τους Τούρκους, πέρασε στη Ζάκυνθο κι από εκεί στην Kωνσταντινούπολη. Έγινε αρχιµανδρίτης, µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και έφθασε ως τις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες εκτελώντας εντολές της. Το 1820 έφθασε στην Πελοπόννησο ως πρόδροµος του ∆. Υψηλάντη για την προετοιµασία της Επανάστασης. Συγκάλεσε σε σύσκεψη προκρίτους και οπλαρχηγούς στη Βοστίτσα (2629 Ιαν. 1821). Έφυγε για τη Μάνη όπου συνεργάστηκε µε τους οπλαρχηγούς Θ. Κολοκοτρώνη, Νικηταρά, Περραιβό, Αναγνωσταρά κ.ά. Ξεσήκωνε τα πλήθη, τα ενθουσίαζε και τους άναβε τη φλόγα της εξέγερσης. Με την εισβολή του Ιµπραήµ, έστησε ενέδρα στο Μανιάκι µε 1.500 παλικάρια. Οι υπέρτεροι εχθροί νίκησαν και ο Παπαφλέσσας έπεσε µαχόµενος ηρωικά.
Περραιβός Χριστόφορος (Πούρλες Ολύµπου 1774 Αθήνα 1863)
Νεαρός έφτασε στο Βουκουρέστι για ευρύτερες σπουδές. Εκεί, συνδέθηκε µε το Ρήγα Βελεστινλή, συνεργάστηκε και ταξίδεψε µαζί του στην Τεργέστη. Συνελήφθη από την αυστριακή αστυνοµία µαζί µε το Ρήγα και τους άλλους συντρόφους, αλλά προφασιζόµενος τον ανίδεο, φυγαδεύτηκε στην Κέρκυρα µε τη βοήθεια του γάλλου προξένου. Πέρασε στην Πάργα, συνδέθηκε µε τους Σουλιώτες και τους βοήθησε ηθικά και υλικά στους αγώνες τους εναντίον του Αλή Πασά. Yστερα από πολλές περιπλανήσεις, το 1817 βρέθηκε στη Μόσχα όπου µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Εργάστηκε πρόθυµα για τους σκοπούς της σε διάφορα µέρη και έφτασε στη Μάνη όπου συνεργάστηκε µε τους Μαυροµιχαλαίους για την προετοιµασία της Επανάστασης. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος στη Γ' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και στη ∆ του 'Aργους. Μετά την απελευθέρωση έγραψε «Αποµνηµονεύµατα», «Σύντοµον βιογραφίαν του αοιδίµου Ρήγα Φεραίου του Θετταλού» και άλλα κείµενα σχετικά µε τη διαφωτιστική, πολεµική και πολιτική του δράση
Περρούκας (ή Μπερρούκας)
Αυτό το επώνυµο έφεραν τρία αδέλφια: Ιωάννης, Χαράλαµπος και ∆ηµήτριος. Eδρασαν κατά την προεπαναστατική περίοδο στην περιοχή της Αργολίδας και πρόσφεραν πολύτιµες υπηρεσίες στην προετοιµασία της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Χαράλαµπος (17931824), φιλικός, εκλέχτηκε µέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, πληρεξούσιος του 'Aργους, στη Β Εθνοσυνέλευση του 'Aστρους, καθώς και υπουργός Οικονοµίας µετά την απελευθέρωση. Ο ∆ηµήτριος σπούδασε νοµικά και ξένες γλώσσες. Πληρεξούσιος του 'Aργους στην Α Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, στην ∆' του 'Aργους και γερουσιαστής. Επίσης χρηµάτισε µέλος της επιτροπής που κατάρτισε το Σύνταγµα του 1844. Στενός συνεργάτης του Καποδίστρια, ήλθε σε σύγκρουση µε την παράταξη του Γ. Κουντουριώτη, η οποία τον είχε αποκηρύξει. ∆ολοφονήθηκε από αγνώστους, το 1851, στο σπίτι του στο 'Aργος.
Πετιµεζαίοι ή Πετµεζαίοι
Μέλη της οµώνυµης ιστορικής οικογένειας που καταγόταν από την Ήπειρο, αλλά κατέφυγε στην Αχαΐα λόγω των τουρκικών διώξεων. Οι σπουδαιότεροι: Αθανάσιος, Αναγνώστης, Βασίλειος, Θρασύβουλος, Κωνσταντίνος, Νικόλαος. Αυτοί και αρκετοί άλλοι πρόσφεραν µεγάλες υπηρεσίες στην πατρίδα πριν, κατά και µετά την Επανάσταση του 1821. Ο Αναγνώστης (Σουδενά Καλαβρύτων 1765Βασιλικά Κορίνθου 1822), φιλικός και αγωνιστής του 1821. Πολέµησε µε το Θ. Κολοκοτρώνη και άλλους οπλαρχηγούς. Σκοτώθηκε σε τουρκική ενέδρα µαζί µε το δεκαεφτάχρονο γιο του. Ο Βασίλειος (Σουδενά Καλαβρύτων 1785Αίγιο 1872), φιλικός και αγωνιστής, στρατιωτικός και πολιτικός. Πληρεξούσιος στις Eθνοσυνελεύσεις, στρατηγός, βουλευτής, γερουσιαστής, διετέλεσε ακόµη επίτιµος υπασπιστής του Γεωργίου Α΄. Ο Κωνσταντίνος (Σουδενά Καλαβρύτων 17641825), κλεφταρµατολός, φιλικός, αγωνιστής του 1821. Φιλικός, µε πλούσια δράση, εκλέχθηκε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου και Aστρους. Στους εµφύλιους πολέµους συντάχθηκε µε τους στρατιωτικούς, προκαλώντας την οργή των πολιτικών. Ο Νικόλαος (Σουδενά Καλαβρύτων 1790Καλάβρυτα 1865), φιλικός, αγωνιστής του 21, στρατιωτικός, πολιτικός. Συνδέθηκε µε το Θ. Κολοκοτρώνη και συµπολέµησε µε τον Οδ. Ανδρούτσο. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος στην Εθνοσυνέλευση του 1844 και επανειληµµένα βουλευτής.
Πετρουλάκης ∆ηµήτριος (Ράχη Μάνης, 1800Αθήνα,1870)
Καταγόταν από ισχυρή µανιάτικη οικογένεια. Πήρε µέρος στην Eπανάσταση του 1821. Πολέµησε σκληρά εναντίον του Ιµπραήµ, στις κρίσιµες ώρες του Αγώνα. Μετά την απελευθέρωση υποστήριξε τον Ι. Καποδίστρια και αργότερα τον Όθωνα, ως αξιωµατικός της Βασιλικής Φάλαγγας. Αποφασιστική υπήρξε η συµµετοχή του στην Eπανάσταση της Θεσσαλίας του 1854, καθώς και στην Κρητική εξέγερση του 186669. Το 1850 εκλέχθηκε βουλευτής Μάνης.
Πλαπούτας (ή Κολιόπουλος) ∆ηµήτριος (Παλούµπα, Γορτυνίας, 17861864)
Φιλικός και οπλαρχηγός του 1821, στενός συνεργάτης του Θ. Κολοκοτρώνη. Με τους διωγµούς των Τούρκων, πήγε στη Ζάκυνθο και κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό ως εκατόνταρχος. Επιστρέφοντας στο Μοριά, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στον ξεσηκωµό της Γορτυνίας. Μετά την απελευθέρωση υποστήριξε τον Ι. Καποδίστρια και πήρε το βαθµό του συνταγµατάρχη. Εκλέχτηκε πληρεξούσιος Γορτυνίας στην ∆' Εθνοσυνέλευση του 'Aργους (1824). Το 1832 ταξίδεψε στο Μόναχο µαζί µε τον Κ. Μπότσαρη και Α. Μιαούλη για να υποβάλουν χαιρετισµό στον πρίγκιπα Όθωνα, µέλλοντα βασιλιά της Ελλάδας. Το έτος 1833 τον κατηγόρησαν, µαζί µε το Θ. Κολοκοτρώνη ως ύποπτο συνωµοσίας εναντίον της αντιβασιλείας, πριν από την ενηλικίωση του Όθωνα. Οι δύο αγωνιστές κλείστηκαν στις φυλακές του Ναυπλίου, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο, µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Με την ενηλικίωση του βασιλιά, τους δόθηκε χάρη και αποφυλακίστηκαν. Eγινε γερουσιαστής και αποσύρθηκε στη γενέτειρά του µε το βαθµό του αντιστράτηγου. Πέθανε ειρηνικά στον οικογενειακό πύργο, που σώζεται ακόµη και αποτελεί αξιοθέατο σηµείο για τους επισκέπτες.
Πολυζωίδης Αναστάσιος (Μελένικο Μακεδονίας, 1802 Αθήνα 1873)
Η εύπορη οικογένειά του φρόντισε για την άρτια µόρφωσή του στην Ελλάδα και στην Αυστρία. Σπούδασε ιατρική και θεωρητικές επιστήµες. Σχετίστηκε µε εξέχουσες προσωπικότητες του ∆ιαφωτισµού, που του θέρµαναν τον πόθο για ελευθερία, αφύπνιση, ανθρωπισµό και δηµοκρατία. Παρά την επιθυµία του, δεν πρόλαβε να συναντηθεί µε τον Αλ. Υψηλάντη και να καταταγεί στον Ιερό Λόχο, διότι η καταστροφή είχε ήδη συντελεστεί. Μαζί µε γερµανούς φιλέλληνες έφθασε στην Ακαρνανία κι από εκεί στο µαχόµενο Μεσολόγγι. Χρηµάτισε γραµµατέας του Μαυροκορδάτου, επεξεργάστηκε το κείµενο του «Προσωρινού Πολιτεύµατος», και συνέταξε τη διακήρυξη της Α΄ Εθνοσυνέλευσης. Μετά την απελευθέρωση, η Αντιβασιλεία τον διόρισε πρόεδρο του Πρωτοδικείου Ναυπλίου. Στη δίκη του Κολοκοτρώνη, µαζί µε το δικαστή Γεώργιο Τερτσέτη, αρνήθηκε να ψηφίσει τη θανατική καταδίκη των Θ. Kολοκοτρώνη και Πλαπούτα. Απολύθηκε, φυλακίστηκε, δικάστηκε για απείθεια, αλλά τελικά αθωώθηκε. Με την ενηλικίωση του Όθωνα, έγινε αρεοπαγίτης και αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου. Ως υπουργός Εσωτερικών θέσπισε το νοµοθέτηµα για την ελευθεροτυπία.
Πραίδης Γεώργιος (Μουδανιά Μ. Ασίας , 1791 Αθήνα,1873)
Μορφώθηκε στη γενέτειρά του και στην Κων/πολη και σπούδασε νοµικά στη Γερµανία και Γαλλία. Στη Βλαχία, όπου έζησε πριν την Επανάσταση, µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Μαζί µε άλλους Έλληνες σπουδαστές, έφθασε στο Μεσολόγγι το Μάρτιο του 1821. Έγινε γραµµατέας του Αλ. Μαυροκορδάτου και τον αντικαθιστούσε σε σηµαντικές συσκέψεις, όταν εκείνος απουσίαζε. Βοήθησε πολύ στην άµυνα του Μεσολογγίου, κατά το διάστηµα της πρώτης πολιορκίας του. Ο Γ. Πραΐδης µετά την απελευθέρωση, έγινε στενός συνεργάτης του Ι. Καποδίστρια. Με τις νοµικές γνώσεις, την ευθύτητα, την ειλικρίνεια και τη φιλοπατρία του πρόσφερε πολύτιµες υπηρεσίες στην κυβέρνηση και το έθνος. Από το 1830 όµως, έγινε οξύτατος επικριτής της καποδιστριακής πολιτικής. Η αντιβασιλεία τον διόρισε υπουργό ∆ικαιοσύνης. Μεταπήδησε στο δικαστικό κλάδο και µετά την Eπανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843, εργάστηκε για την οργάνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ρούφος Kανακάρης Αθανάσιος (Πάτρα 1760 Ερµιόνη 1823 )
Πρόκριτος της Πάτρας. Φιλικός µε πολιτική δράση. Χρηµάτισε επανειληµµένα Βεκίλης (αντιπρόσωπος ) του Μοριά στην Υψηλή Πύλη. Το 1821 στην Πόλη µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και µε την έκρηξη της Eπανάστασης έσπευσε στην Πάτρα. Μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, µέλος της επιτροπής σύνταξης του «Προσωρινού Πολιτεύµατος της Επιδαύρου», µέλος του Εκτελεστικού Σώµατος και αντιπρόεδρος. Επέδειξε µετριοπάθεια σε δύσκολες στιγµές του Αγώνα για τον οποίο διέθεσε και ολόκληρη την περιουσία του.
Ραµπώ (Raybaud) Φρανσουά Μαξίµ (17951894)
Γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας, που πήρε µέρος στο αγώνα του 1821. Τον Ιούλιο του 1821 αναχώρησε από τη Μασσαλία µαζί µε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο κι άλλους Ευρωπαίους εθελοντές για το Μεσολόγγι. Στην Ελλάδα ονοµάστηκε υπασπιστής του Μαυροκορδάτου και υπηρέτησε στο γενικό επιτελείο του τακτικού στρατού. Παρευρέθηκε στο στρατόπεδο του ∆ηµήτρη Υψηλάντη στην Τριπολιτσά στην τελευταία φάση της πολιορκίας. Συµµετέσχε στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο και µετά την µάχη του Πέτα επέστρεψε στη Γαλλία. Επανήλθε στην Ελλάδα το 1825 συνοδεύοντας εθελοντές και πολεµοφόδια, ξανά το 1826 και το 1828 µε σκοπό να εγκαταστήσει τυπογραφείο και να εκδώσει εφηµερίδα. Το τυπογραφείο του, σε συνεννόηση µε τον Καποδίστρια το εγκατέστησε στην Πάτρα όπου εξέδιδε τη γαλλόφωνη εφηµερίδα « Ταχυδρόµος της Ανατολής ».
Ράγκος Γιαννάκης (Συντέκινο Βάλτου 1790 Αιτωλικό 1870 )
Αγωνιστής του 1821 από τους κυριότερους οπλαρχηγούς της ∆υτικής Στερεάς Ελλάδας. Από το 1821 ως το 1825 πρωταγωνίστησε σε σειρά µαχών στην Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο. Σηµαντική ήταν η παρουσία του στην περιοχή Μακρυνόρους και στην 'Aρτα, καθώς και στην Πελοπόννησο εναντίον του Ιµπραήµ. Ο Ράγκος ενεργούσε µε γνώµονα τα προσωπικά του τοπικά συµφέροντα και άλλαζε µε µεγάλη ευκολία και διορατικότητα τους πολιτικούς του προστάτες. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια ο Ράγκος αποτραβήχτηκε στο Αιτωλικό και κατά την οθωνική περίοδο πήρε µέρος στα αντιοθωνικά κινήµατα της Στερεάς και στα λυτρωτικά κινήµατα.
Σανταρόζα (SANTAROSA) Ανιµπάλε (1783 1825)
Ιταλός επαναστάτης και λόγιος από τους πρωτεργάτες του απελευθερωτικού κινήµατος του Πεδεµοντίου (1821) και από τους σηµαντικότερους φιλέλληνες. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης του Πεδεµοντίου, ο Σανταρόζα κατέφυγε στο Παρίσι και µετά στο Λονδίνο. Ο φιλελληνισµός του τον οδήγησε στην απόφαση να έρθει στην Ελλάδα και το ∆εκέµβριο του 1824 έφθασε στο Ναύπλιο. Η ελληνική διοίκηση δείχνει επιφυλακτική απέναντί του, µη θέλοντας να παρουσιάζει στην Ευρώπη του Μέττερνιχ τον Ελληνικό Αγώνα συνδεδεµένο µε τα επαναστατικά κινήµατα της Ιταλίας. Το 1825 ακολούθησε τους Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και Γεώργιο Κουντουριώτη στη Μεσσηνία. Αµέσως µετά κλήθηκε για ενίσχυση στη Σφακτηρία όπου σε επίθεση των Αιγυπτιακών δυνάµεων βρήκε το θάνατο ( 29 Απριλίου 1825 ).
Σαχίνης Γεώργιος (Ύδρα 1789Αθήνα 1864)
Αγωνιστής, από τους ικανότερους πλοιάρχους του ελληνικού ναυτικού κατά την Eπανάσταση του 1821. Είχε εκπαιδευτεί στην Κέρκυρα και από νεαρή ηλικία είχε επιδοθεί στο ναυτικό επάγγελµα. Με την έκρηξη του Αγώνα εντάχθηκε στη ναυτική υδραϊκή δύναµη υπό τον Ανδρέα Μιαούλη. Πήρε µέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις και χρησιµοποιήθηκε επίσης εξαιτίας της γλωσσοµάθειάς του πολλές φορές από την Ελληνική Κυβέρνηση στις διαπραγµατεύσεις µε τον εχθρικό στόλο ή το στόλο των ξένων δυνάµεων . Αξιοµνηµότευτη υπήρξε η δράση του στον Ιόνιο και Ιταλικό κόλπο. Το 1823 έγινε διοικητής Σύρου και Μυκόνου και το 1836 ορίστηκε αρχηγός της ναυτικής µοίρας του Αιγαίου. ∆ιετέλεσε υπασπιστής του βασιλιά Όθωνα και διευθυντής του Ναυτικού ∆ιευθυντηρίου Πόρου.
Σαχτούρης Γεώργιος (Ύδρα 1783 1841 )
Εξέχουσα µορφή του Ναυτικού Αγώνα του 1821. Αντιναύαρχος του υδραϊκού στόλου, από τους τολµηρότερους αγωνιστές στις θαλάσσιες επιχειρήσεις. Πήρε µέρος στην επιχείρηση για την απελευθέρωση της Χίου και το 1824 µετά την καταστροφή των Ψαρών στην επιχείρηση ανακατάληψης του νησιού. Αποφασιστική υπήρξε η συµβολή του στις ναυµαχίες της Μυκάλης, του Γέροντα και του Καφηρέα. Συµµετείχε (1826 ) στον ανεφοδιασµό των πολιορκηµένων στο Μεσολόγγι και στην επιχείρηση της Αλεξάνδρειας ( 1827 ) για την πυρπόληση του Αιγυπτιακού στόλου. Ο Καποδίστριας τού ανέθεσε την αρχηγία της µοίρας των ακτών της Μεσσηνίας και τον αποκλεισµό της θαλάσσιας περιοχής από τον Αµβρακικό ως την Κρήτη. Στην οθωνική περίοδο ήταν διοικητής του πολεµικού ναυστάθµου του Πόρου.
Σέκερης Παναγιώτης (Τρίπολη,1783 Ναύπλιο,1854)
Eµπορος, ηγετικό στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας. Το 1818 εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία και µε τον ενθουσιασµό του βοήθησε να γίνει γνωστή στους κύκλους των µεγαλεµπόρων της Πόλης, οι οποίοι και την στήριξαν οικονοµικά και διευκόλυναν την επέκτασή της. Μετά τον θάνατο του Σκουφά, όταν αποκαλύφθηκαν όλα τα σχετικά µε την «Ανωτάτη Αρχή», ορκίστηκε ότι θα προσφέρει για τους σκοπούς της Εταιρείας την περιουσία και τη ζωή του. Με τις δωρεές του συνέβαλε στην εξόρµηση στη Μακεδονία, Ήπειρο, Πελοπόννησο και στα νησιά για την προώθηση της επαναστατικής ιδέας. Με την έκρηξη της Eπανάστασης διέφυγε στην Οδησσό, οικονοµικά εξαντληµένος, όµως συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο αγωνιζόµενο έθνος. Το 1830 ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, όπου πέθανε πάµφτωχος.
Σκουζές Παναγής (17771847)
Ασχολήθηκε µε το ναυτικό επάγγελµα και απέκτησε µεγάλη περιουσία, µέρος της οποίας διέθεσε για αγορές ακινήτων στην Αττική. Το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και µε την έκρηξη του αγώνα εφοδίαζε τους Αθηναίους µε όπλα. Το 1822 εκλέχτηκε ∆ηµογέροντας και πρόσφερε µεγάλες υπηρεσίες κατά την πολιορκία της Αθήνας από τον Κιουταχή και σε όλες τις µάχες για την υπεράσπισή της. Το 1834 ίδρυσε το « Γραφείο Π. Σκουζέ » ένα από τα πρώτα πιστωτικά ιδρύµατα της χώρας. Στα Αποµνηµονεύµατά του δίνει το χρονικό της σκλαβωµένης Αθήνας από το 1772 έως το 1796.
Σπυροµήλιος (Χειµάρρα, 1800 Αθήνα, 1880 )
Στρατιωτικός, αγωνιστής του 1821 µε σηµαντική συµµετοχή στη Β' πολιορκία του Μεσολογγίου. Πολιτικός την εποχή του Όθωνα και αποµνηµονευµατογράφος. Σπούδασε τη στρατιωτική τέχνη στη Νεάπολη της Ιταλίας. Έλαβε µέρος στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ναύπλιο και την Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Έγινε αρχηγός της προσωπικής φρουράς του ∆.Υψηλάντη. Ως Καποδιστριακός γνώρισε διώξεις από την Αντιβασιλεία του Όθωνα. Στο διάστηµα 184044 ήταν διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και συµµετέσχε ενεργά στα γεγονότα της 3ης Σεπτεµβρίου 1843. Για την ανάµειξή του στα απελευθερωτικά κινήµατα του 1854 διώχτηκε από το «Υπουργείο Κατοχής » του Μαυροκορδάτου. Ως το 1876 ανέλαβε ξανά τέσσερες φορές του Υπουργείο Στρατιωτικών, ονοµάστηκε σύµβουλος Επικρατείας (186872) και πρόεδρος της Βουλής (1872 ). Στα Αποµνηµονεύµατα του κατέγραψε τα ιστορικά γεγονότα της β' πολιορκίας του Μεσολογγίου.
Στορνάρης (ή Στουρνάρης) Νικόλαος (Περιοχή Ασπροποτάµου 1775 Μεσολόγγι 1826)
Αρµατολός και οπλαρχηγός του 1821, ανήκε σε µια από τις πιο ισχυρές αρµατολικές οικογένειες της ∆υτικής Στερεάς. Τον Ιούλιο του 1821 επικεφαλής άλλων οπλαρχηγών και κατοίκων της επαρχίας Ασπροποτάµου κήρυξε την Eπανάσταση στην Πόρτα, στην Πρέβεντα, στην Καλαµπάκα κ.α. και σύντοµα απέκτησε τον έλεγχο της περιοχής. Oταν ηττήθηκε στην Πόρτα και πολλοί από τους άνδρες του τον εγκατέλειψαν, αναγκάστηκε να συµβιβαστεί µε τον εχθρό για να προφυλάξει τα χωριά από πιθανές καταστροφές. Το 1823 πήγε στο Μεσολόγγι. Πήρε µέρος στη Συνέλευση των οπλαρχηγών της ∆υτικής Στερεάς και εκλέχτηκε µέλος του πολεµικού συµβουλίου. Με την προέλαση του Κιουταχή προς το Μεσολόγγι ανέλαβε την αρχηγία των ενόπλων δυνάµεων της πόλης. Παρέµεινε στο Μεσολόγγι όλο το διάστηµα της B πολιορκίας ως επικεφαλής σώµατος της Φρουράς και σκοτώθηκε κατά την Έξοδο.
Στράτος Γιαννάκης (Βάλτος Ακαρνανίας 17931848)
Οπλαρχηγός του 1821 και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Πήρε µέρος σε πολλές µάχες εναντίον των Τούρκων στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα και Ήπειρο. Το 1826 τοποθετήθηκε Φρούραρχος στο Ιτς Καλέ Ναυπλίου και το 1828 ως διοικητής της Γ Χιλιαρχίας πολέµησε για την ανακατάληψη της Στερεάς. Πήρε µέρος στις επιχειρήσεις του Αυγουστίνου Καποδίστρια στο Αντίρριο και του ∆ηµ. Υψηλάντη στη Θήβα.
Στράτος Σωτήριος ( Βάλτος Ακαρνανίας 17901865 )
Οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης και στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου. Πολέµησε στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα. Στα χρόνια του Oθωνα εντάχτηκε στην Βασιλική Φάλαγγα. Μετά την Eπανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου 1843 πολιτεύθηκε στο Βάλτο και εκλέχτηκε πληρεξούσιος στην Α Εθνοσυνέλευση.Το 1854 πήρε µέρος στα λυτρωτικά κινήµατα των υποδούλων της Θεσσαλίας και της Ηπείρου.
Σισίνης Γεώργιος (Γαστούνη 1769 1831 )
Προεστός της Γαστούνης και φιλικός από τους πρωτεργάτες της Ελληνικής Eπανάστασης του 1821 στην Πελοπόννησο. Συνέβαλε σηµαντικά στην πολιορκία της Πάτρας από τους Έλληνες και σε όλη τη διάρκεια της Eπανάστασης παρέµεινε ο πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της επαρχίας του. Χρηµάτισε πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις και εκλέχτηκε Πρόεδρος της Γ Εθνικής Συνέλευσης (1827 ) και της ∆ Εθνοσυνέλευσης του 'Αργους. ∆ιορίστηκε γερουσιαστής από τον Ιωάννη Καποδίστρια (1829 ) και σύντοµα ανέλαβε την προεδρία της Γερουσίας. Μεγάλη συµµετοχή στην Eπανάσταση είχαν οι δύο γιοι του Χρύσανθος και Μιχαήλ.
Τζαβέλας Κίτσος (Σούλι, 1800Αθήνα, 1855)
Ηγετική µορφή της Ελληνικής Eπανάστασης. Πρωθυπουργός της Ελλάδας (1847 1848). To 1822 πολέµησε στην 1η πολιορκία του Μεσολογγίου και σε άλλες µάχες, στο πλευρό του Μάρκου Μπότσαρη και στη συνέχεια του Καραϊσκάκη. ∆ιακρίθηκε σε µάχες εναντίον του Ιµπραήµ (1825 ) και τον Αύγουστο του 1825 µπήκε στο πολιορκούµενο Μεσολόγγι. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο. Πολέµησε στην Αττική και µετά την άφιξη του Καποδίστρια πήρε µέρος στην εκκαθάριση της Ρούµελης από τους Τούρκους. Το 1828, ύστερα από πολλές συγκρούσεις µε τους Τούρκους, κατόρθωσε να απελευθερώσει µεγάλο τµήµα της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας. Το 1829 έλαβε µέρος στην εκστρατεία για την κατάληψη του Αντίρριου, της Ναυπάκτου και του Μεσολογγίου. ∆ιετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών το 1844 και το 1849. Μετά το θάνατο του Ιωάννη Κωλέττη ανέλαβε Πρωθυπουργός (18471848 ). Ονοµάστηκε γερουσιαστής και έλαβε µέρος στην εξέγερση των αλύτρωτων περιοχών το 1854.
Τοµπάζης Εµµανουήλ (Ύδρα, 17841831)
Πρόκριτος της Ύδρας, ναυµάχος της Ελληνικής Επανάστασης και αρµοστής της Κρήτης (1823 24 ). Από µικρός ασχολήθηκε µε το ναυτικό επάγγελµα. Αντιτάχτηκε στην αρχή στον ξεσηκωµό της Ύδρας, αλλά στη συνέχεια πήρε ενεργό µέρος στις επιχειρήσεις. Σηµαντικότερη ήταν η συµµετοχή του στη ναυµαχία της Πάτρας. Ως πληρεξούσιος των Υδραίων συµµετείχε στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου (1822) και'Aστρους (1823). Το 1823 διορίστηκε αρµοστής της Κρήτης µετά από πρόταση των Κρητικών. Η παρουσία του αναζωογόνησε την Κρητική Eπανάσταση και εξοµάλυνε τις αντιθέσεις των Σφακιανών µε τους άλλους Κρητικούς οπλαρχηγούς.Oµως δε µπόρεσε να γεφυρώσει τις εσωτερικές αντιθέσεις, ενώ η αποβίβαση µεγάλων Τουρκοαιγυπτιακών δυνάµεων καθιστούσε προβληµατική την εξέλιξη της Κρητικής Eπανάστασης, αφού δε µπορούσε να εξασφαλίσει την πειθαρχία των οπλαρχηγών. Το 1824 επέστρεψε στην Ελλάδα. Πήρε µέρος στην επιχείρηση των Ψαρών και στη Ναυµαχία του Γέροντα (1824).
Τοµπάζης Ιάκωβος (Γιακουµάκης) (Ύδρα, 17221829)
Φιλικός, ναύαρχος της ναυτικής µοίρας της Ύδρας. Από την εφηβική του ηλικία ασχολήθηκε µε τη ναυτιλία και γρήγορα έγινε πλοιοκτήτης. Μυήθηκε το 1818 στη Φιλική Εταιρεία και ανέπτυξε µεγάλη δραστηριότητα για την προετοιµασία της Eπανάστασης. Με την έναρξη της Eπανάστασης δραστηριοποιήθηκε και διέθεσε τα πλοία του στον Αγώνα. Έλαβε µέρος στη ναυτική εκστρατεία στη Χίο και στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Επειδή η αντιµετώπιση των ισχυρών τουρκικών πλοίων παρουσίαζε δυσχέρειες αποφασίστηκε η χρήση πυρπολικών. Λέγεται µάλιστα ότι είναι ο πρώτος που πρότεινε τη χρήση των πυρπολικών. ∆ιεύθυνε την επιχείρηση πυρπόλησης τουρκικού δίκροτου στη Ερεσό από τον Παπανικολή. Ανέπτυξε δράση στη θαλάσσια περιοχή της Σάµου, καθώς και στις νότιες και δυτικές πελοποννησιακές ακτές. Για την Eπανάσταση εκτός από τα πλοία του διέθεσε και όλη τη χρηµατική περιουσία του.
Τσακάλωφ Αθανάσιος (Γιάννενα,1788 Μόσχα, 1851
Eνας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Γιος του Νικηφόρου Τεκελή. Aναγκάστηκε να καταφύγει στη Ρωσία πριν τελειώσει τις σπουδές του κι από εκεί στο Παρίσι αφού προηγουµένως άλλαξε το επώνυµό του σε Τσακάλωφ. Το 1813 επέστρεψε στην Ρωσία και συναντήθηκε στην Οδησσό µε τον Νικόλαο Σκουφά και τον Εµµανουήλ Ξάνθο. Λίγο αργότερα 1814 ίδρυσαν τη Φιλική Εταιρεία.Oταν το 1821 ανέλαβε την ηγεσία ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο Τσακάλωφ έσπευσε στη Μολδοβλαχία, από την Πίζα όπου βρισκόταν, για να συµµετάσχει στον αγώνα και συνόδευσε το ∆. Υψηλάντη στην Ελλάδα ως υπασπιστής του. Ο Τσακάλωφ µε σηµαντική συµβολή στην προετοιµασία του Αγώνα, δεν αναµίχθηκε στο πολιτικά πράγµατα και δεν ανέλαβε διοικητικές ή άλλες θέσεις. Μόνο µετά την άφιξη του Καποδίστρια τον βρίσκουµε υπάλληλο του Γενικού Φροντιστηρίου και πληρεξούσιο της Ηπείρου στη ∆ Eθνοσυνέλευση του 'Aργους (1829 ). Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα, όπου και πέθανε το 1851 χωρίς καµιά ανάµειξη στα κοινά.
Τσαµαδός Αναστάσιος (Ύδρα, 1774 Σφακτηρία, 1825 )
Ναυµάχος της Ελληνικής Επανάστασης. Από µικρός ασχολήθηκε µε το ναυτικό επάγγελµα και µε την κήρυξη της Επανάστασης µετέτρεψε το πλοίο του σε πολεµικό. Το 1821 µε την υδραϊκή ναυτική µοίρα έλαβε µέρος στις επιχειρήσεις του Αιγαίου και στον Παγασητικό. Αλλά και στα επόµενα χρόνια συµµετείχε σε όλες σχεδόν τις ναυτικές εκστρατείες στο Αιγαίο, τα Πελοποννησιακά παράλια και τον Κορινθιακό. Το 1825 κατέπλευσε στο Νεόκαστρο µε τρόφιµα και πολεµικό υλικό και κατόρθωσε να εφοδιάσει το φρούριο που πολιορκούσε ο Ιµπραήµ. O Tσαµαδός σκοτώθηκε στη Σφακτηρία κατά την επίθεση των δυνάµεων του Iµπραήµ.
Τσόκρης ∆ηµήτριος (17961875)
Οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821.Έµπορος στην Κωνσταντινούπολη, ήρθε αµέσως στην Ελλάδα µε την έκρηξη της Eπανάστασης και τάχθηκε υπό τις διαταγές του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Πήρε µέρος στην πολιορκία του Ναυπλίου και σε µάχες εναντίον του ∆ράµαλη. Αξιοµνηµόνευτη ενέργειά του ήταν η πυρπόληση του Αργολικού κάµπου και η καταστροφή των αποθηκευµένων σιτηρών της Αργολίδας. Στο διάστηµα 182526 αγωνίστηκε εναντίον του Ιµπραήµ στα περισσότερα Πελοποννησιακά µέτωπα. Υπέρµαχος της πολιτικής Καποδίστρια, µετά το θάνατο του Κυβερνήτη εκτέλεσε χρέη Προέδρου του έκτακτου στρατοδικείου και καταδίκασε σε θάνατο το Γεώργιο Μαυροµιχάλη. Από την Αντιβασιλεία διώχθηκε και φυλακίστηκε, ενώ αποκαταστάθηκε το 1847. Αντιοθωνιστής, αναµίχθηκε στη Ναυπλιακή επανάσταση του 1862 και εξορίστηκε. Ύστερα από την έξωση του Όθωνα επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1864 έγινε υπασπιστής του Γεωργίου Α.
Τσώρτς (Church) Σερ Ρίτσαρντ (1784 1873 )
Βρετανός στρατηγός, αρχιστράτηγος των Ελληνικών στρατιωτικών δυνάµεων ξηράς (1827). Έλαβε µέρος στους Ναπολεόντειους πολέµους. Το 1809 συµµετέσχε στην κατάληψη των νησιών Ζακύνθου, Κεφαλονιάς, Ιθάκης και Κυθήρων που βρίσκονταν υπό Γαλλική κυριαρχία. Ιδρυσε στη Ζάκυνθο σύνταγµα ελαφρού πεζικού και ως επικεφαλής του αγωνίστηκε το 1810 στη Λευκάδα όπου και τραυµατίστηκε σοβαρά. Πρωτοστάτησε στην καταστολή των απελευθερωτικών κινηµάτων στη νότια Ιταλία και Σικελία. Το 1827 έφθασε στην Ερµιονίδα και ο ερχοµός του χαιρετίστηκε µεν από τους Έλληνες, όµως οι προσδοκίες τους διαψεύστηκαν. Χωρίς ιδιαίτερες στρατηγικές ικανότητες, η συµπόρευσή του µε τον Κόχραν για κατά µέτωπο επίθεση εναντίον του Κιουταχή, παρά την αντίθεση του Καραϊσκάκη, οδήγησαν στην πανωλεθρία των Ελλήνων στον Ανάλατο, στην παράδοση της Ακρόπολης και στην καταστολή της Eπανάστασης στην Στερεά Ελλάδα. Μετά τη ναυµαχία του Ναβαρίνου εξεστράτευσε στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα και κατόρθωσε να συγκροτήσει στρατόπεδο στο ∆ραγαµέστο. Ο διορισµός του Αυγουστίνου Καποδίστρια ως πληρεξουσίου τοποτηρητή του αδελφού του στη ∆υτική Στερεά Ελλάδα προκάλεσε τη δυσαρέσκειά του και παραιτήθηκε. Παρέµεινε όµως στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου και πέθανε.
Υψηλάντης Αλέξανδρος (Κωνσταντινούπολη 1792Βιέννη 1828)
Στρατιωτικός και επαναστάτης, ηγέτης της Φιλικής Εταιρείας στην τελευταία φάση της και αρχηγός της Ελληνικής Eπανάστασης του 1821. Πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ανατράφηκε σε περιβάλλον που διαπνεόταν από έντονο πατριωτισµό και έλαβε εκλεκτή µόρφωση. Στην Πετρούπολη όπου ακολούθησε τον πατέρα του φοίτησε στη Σχολή Σώµατος Βασιλικών Ακολούθων και στη συνέχεια υπηρέτησε στα σώµατα της αυτοκρατορικής φρουράς µε διακρίσεις στα πεδία των µαχών. Τον Μάρτιο του 1820 στην Πετρούπολη ο Εµµανουήλ Ξάνθος του πρόσφερε την αρχηγία της Φιλικής Eταιρείας την οποία αποδέχθηκε αφού πρώτα συµβουλεύτηκε τον Ιωάννη Καποδίστρια και αφού έγιναν δεκτοί από τον Ξάνθο οι όροι που έθεσε. Με αρχηγό τον Υψηλάντη έγινε δυνατό να υπερνικηθούν οι αµφιβολίες και η κρίση εµπιστοσύνης για την άγνωστη «Αρχή» και να αναπτερωθεί το ηθικό και ο ενθουσιασµός των στελεχών. Με την ενθάρρυνση του Καποδίστρια πείσθηκε ότι έπρεπε να επισπευσθεί η προπαρασκευή της Eπανάστασης και τον Ιούνιο του 1820 εγκαταστάθηκε στη Οδησσό. Ενέκρινε το «Σχέδιο Γενικό» της Eπανάστασης που είχαν συντάξει οι Παπαφλέσσας και Λεβέντης και το οποίο προέβλεπε εξέγερση Σέρβων και Μαυροβουνίων, επανάσταση της Μολδοβλαχίας και εµπρησµό του τουρκικού στόλου στο ναύσταθµο της Κωνσταντινούπολης. Στην Ελλάδα η Eπανάσταση θα άρχιζε από την Πελοπόννησο αφού θα έφτανε εκεί ο Υψηλάντης. Τελικά για διαφόρους λόγους αποφασίστηκε η έναρξη της Eπανάστασης στη Μολδοβλαχία. Με την κυκλοφορία της προκήρυξής του «Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος» ο Υψηλάντης κήρυξε στο Ιάσιο στις 24 Φεβρουαρίου 1821 την Ελληνική Eπανάσταση. Με επιστολή του στον αυτοκράτορα Αλέξανδρο υπέβαλε την παραίτησή του από το ρωσικό στρατό και αναγγέλλοντας την Ελληνική Eπανάσταση ζήτησε την αρωγή του. Αµέσως µετά επιδόθηκε στη δηµιουργία στρατού και συγκρότησε τον Ιερό Λόχο.
Υψηλάντης ∆ηµήτριος (Κωνσταντινούπολη, 1793 Ναύπλιο, 1832 )
Αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη και ηγετική µορφή της Επανάστασης του 1821. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, στις παραδουνάβιες Ηγεµονίες και στο Παρίσι. Το 1818 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Τον Ιούνιο του 1821 έφθασε στην Ελλάδα (Yδρα) για να αναλάβει την ηγεσία του Αγώνα ως πληρεξούσιος του αδελφού του. Από την Ύδρα άρχισε την οργανωτική του προσπάθεια και συνέταξε την πρώτη του ∆ιακήρυξη που την απηύθυνε στους «Οµογενείς Φιλελευθέρους Έλληνες». Από την Ύδρα πέρασε στο 'Αστρος όπου στη συνάντηση µε ανώτερους κληρικούς και µέλη τη Πελοποννησιακής Γερουσίας δηµιουργήθηκαν και τα πρώτα νέφη στις σχέσεις Υψηλάντηπροκρίτων εξ αιτίας της οικειότητάς του µε τον Παπαφλέσσα, τον Κολοκοτρώνη και τον Αναγνωσταρά. Μετά την άρνηση των προκρίτων να δεχθούν τις προτάσεις του εγκαταστάθηκε στα Τρίκορφα απ' όπου διηύθυνε την πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στα Τρίκορφα οργάνωσε πολιτικό επιτελείο µε το Νεόφυτο Βόµβα και άλλους φιλικούς, ενώ συνεχιζόταν η κρίση στα πολιτικά πράγµατα. Στις 20 ∆εκεµβρίου 1821 άρχισε τις εργασίες της η A Εθνική Συνέλευση και στις 15 Ιανουαρίου 1822 ο ∆ηµήτριος Υψηλάντης εκλέχθηκε πρόεδρος του Bουλευτικού. Τον Ιανουάριο 1822 ο ∆ηµήτριος Υψηλάντης σπεύδει στο Aργος για την ενίσχυση του φρουρίου από τις επιθέσεις του ∆ράµαλη και για την ενέργεια του αυτή επικρίθηκε από τους αντιπάλους του. Στη B Εθνική Συνέλευση ( 'Αστρος 1823 ) παρέµεινε ασυµβίβαστος στις προσπάθειες των προκρίτων να µονοπωλήσουν την εξουσία και µε το κύρος του προσπάθησε κατά τον εµφύλιο να κατευνάσει τους αντιµαχόµενους. ∆ιακρίθηκε ως στρατιωτικός κατά την επίθεση του Ιµπραήµ εναντίον των Μύλων του 'Αργους (1825). Κορυφαία στιγµή του Υψηλάντη θεωρείται η στάση του µετά την απόφαση της τρίτης Εθνικής Συνέλευσης να ζητήσει τη µεσίτευση της Αγγλίας για την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Στην επιστολή διαµαρτυρίας του, η Εθνική Συνέλευση αντέδρασε µε τον αποκλεισµό του «από κάθε πολιτικό και στρατιωτικό υπούργηµα» για να αποκατασταθεί αργότερα µε την επανάληψη των εργασιών της στην Τροιζήνα (1827). Kατά την ανασύνταξη των ενόπλων δυνάµεων από τον Ιωάννη Καποδίστρια του ανατέθηκε η αρχηγία του στρατού της Ανατολικής Ελλάδας. Τον Οκτώβριο του 1828 πραγµατοποίησε νικηφόρες επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων στη Βοιωτία και το Σεπτέµβριο στην Πέτρα Βοιωτίας διηύθυνε την τελευταία µάχη του Αγώνα, που έληξε µε θριαµβευτική νίκη των Ελλήνων. Πέθανε 5 Αυγούστου 1832 στο Ναύπλιο.
Φαβιέρος Κάρολος Βαρόνος (17821855)
Γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας που πρόσφερε τις υπηρεσίες του κατά την Ελληνική Επανάσταση. Η Ελληνική Eπανάσταση πρόσφερε στον Φαβιέρο την ευκαιρία να υπηρετήσει τις δηµοκρατικές αρχές του. Περιόδευσε στην Ευρώπη για στρατολόγηση φιλελλήνων και στα µέσα του 1825 δέχθηκε πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης για την οργάνωση τακτικού στρατού στο Ναύπλιο. Η εκστρατεία στην Εύβοια για να εξασφαλίσει την τροφοδοσία των ανδρών του απέτυχε.Συνεργάσθηκε µε τον Καραϊσκάκη εναντίον των Τούρκων στην Αττική, όµως η έλλειψη συνεννόησης οδήγησε σε ήττα στο Χαϊδάρι. Πέτυχε τον ανεφοδιασµό των πολιορκούµενων στην Ακρόπολη και έµεινε εγκλωβισµένος ως την παράδοσή της. Για την προσφορά του κατά την Γ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας πολιτογραφήθηκε Έλληνας. Ο Φαβιέρος ήταν άνθρωπος της δράσης και χαρακτηριζόταν από αισθήµατα αφοσίωσης, διαύγεια πνεύµατος, γενναιοφροσύνη, ελευθερία και τόλµη στην έκφραση των απόψεών του. ∆ιακρίθηκε επίσης για την εντιµότητα και αφιλοκέρδειά του.
Φωτοµαράς Νάσος (; Κόρινθος 1841)
Το 1820 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στα 182022 αγωνίστηκε στο Σούλι εναντίον του Aλή και των σουλτανικών στρατευµάτων. Μετά την αποχώρηση των Σουλιωτών κατέφυγε στην Κέρκυρα και από εκεί πέρασε στην Πελοπόννησο. Το 1824 διορίστηκε φρούραρχος Παλαµιδίου. Το 1831 ήταν πρόεδρος του στρατοδικείου που διεξήγαγε τη δίκη του Γεωργίου Μαυροµιχάλη για τη δολοφονία του Καποδίστρια.
Φωτήλας Ασηµάκης (Καλάβρυτα, 17611835)
Πρόκριτος των Καλαβρύτων, φιλικός και από τους εξέχοντες Πελοποννήσιους αρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης. Το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Υποστηρικτής της άµεσης κήρυξης του Αγώνα επισήµανε στις συσκέψεις των αρχιερέων και προκρίτων τους κινδύνους από την οποιαδήποτε αναβολή. Πήρε µέρος στην πρώτη σοβαρή πολεµική επιχείρηση του Αγώνα στα Καλάβρυτα τα οποία ύστερα από πενθήµερη πολιορκία παραδόθηκαν. Ο Ασηµάκης Φωτήλας πήρε ενεργό µέρος και στα πολιτικά πράγµατα της Ελλάδας. Πληρεξούσιος στην Α Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου διετέλεσε αντιπρόεδρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και µέλος του Εκτελεστικού Σώµατος. Στην περίοδο της εµφύλιας διαµάχης επέδειξε µετριοπάθεια, αρνούµενος να συµπράξει στη δίωξη αντικυβερνητικών και προτιµώντας να παραιτηθεί. Το 1825 έπαψε να µετέχει στα πολιτικά πράγµατα, συνέχισε όµως να ενισχύει ηθικά και υλικά τον Αγώνα και να εκλέγεται πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις.
Χατζηπέτρου (ή Χατζηπέτρος)
Φιλικός, οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης και στρατιωτικός της Οθωνικής περιόδου. Στη Βιέννη ασχολήθηκε µε το εµπόριο και το 1819 µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Το 1821 πρωτοστάτησε στην εξέγερση στην Καλαµπάκα και στον Ασπροπόταµο. Έδρασε στη Θεσσαλία και τη Στερεά και το 1825 πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο Μεσολόγγι ως την ηρωική έξοδο. Στη συνέχεια πολέµησε στην κεντρική Στερεά Ελλάδα και την Αττική. Το 1854 κατά την εξέγερση των αλυτρώτων τέθηκε επικεφαλής των επαναστατών της Θεσσαλίας. Μετά την έξωση του Όθωνα πρωταγωνίστησε σε συνωµοτική κίνηση που απέβλεπε στην εκλογή του Λουδοβίκου ως βασιλιά της Ελλάδας. Αποκαλύφθηκε και φυλακίστηκε. Αργότερα έγινε υπασπιστής του Γεωργίου του Α΄.
Χάστινγκς (HASTINGS) (17941828)
Βρετανός αξιωµατικός του ναυτικού από τους πιο ένθερµους φιλέλληνες, µε πλούσια δράση στα τελευταία χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Το 1822 ήρθε στην Ελλάδα και αµέσως προσπάθησε να πείσει τους Έλληνες να βελτιώσουν τη µαχητική ικανότητα του στόλου. Αγωνίστηκε στην Πελοπόννησο και την Κρήτη. Το 1824 επέστρεψε στην Αγγλία, όπου επιµελήθηκε την κατασκευή ατµοκίνητου πολεµικού που είχε παραγγείλει η Ελλάδα. Ως κυβερνήτης του πλοίου, για το οποίο ο ίδιος χορήγησε σηµαντικό ποσό, κατέπλευσε το Σεπτέµβριο του 1826 στο Ναύπλιο. Στη συνέχεια έδρασε στο Φάληρο και τον Πειραιά καθώς και στον Παγασητικό, στο Τρίκκερι, στην Αλεξάνδρεια, στο Mεσολόγγι και στον Kορινθιακό. Επιτυχής η είσοδος του στον Κορινθιακό και η νίκη του στο κόλπο της Ιτέας. Πέθανε στη Ζάκυνθο και τάφηκε στον Πόρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου